Ο Ζορζ Σιμενόν (1903-1989), που έγινε διάσημος με τις αστυνομικές περιπέτειες του επιθεωρητή Μεγκρέ, έχει γράψει και μυθιστορήματα με εγκλήματα, χωρίς όμως αστυνομικούς και έρευνες. Σε αυτά εστιάζει το ενδιαφέρον του στον ψυχισμό των ηρώων του, προσπαθώντας να ερμηνεύσει τη συμπεριφορά τους, φροντίζοντας να δείξει τις σκοτεινές πλευρές της ανθρώπινης προσωπικότητας. Πρόθεσή του είναι να αιτιολογήσει το πώς ένας άνθρωπος φθάνει στο σημείο να σκοτώσει έναν άλλον. Εδώ, στο Γράμμα στον δικαστή μου (εκδ. Αγρα), ένας γιατρός από την επαρχία, ο Σαρλ Αλαβουάν, μετά την καταδίκη του γράφει γράμμα στον δικαστή του, τον Ερνέστ Κομελιό, εξομολογούμενος την προσωπική του ιστορία. Λέει για τον φόνο της αγαπημένης του, της Μαρτίν, εκθέτει τα γεγονότα που προηγήθηκαν και εξηγεί τι τον ώθησε στο έγκλημα. Μπορούσε άραγε να το αποφύγει;
George Simenon – Γράμμα στον δικαστή μου
Μετάφραση Αργυρώ Μακάρωφ.
Εκδόσεις Aγρα, 2021, σελ. 290, τιμή 14 ευρώ
Ο ήρωας ανοίγει την καρδιά του και μιλάει με ειλικρίνεια για όλα εκείνα που τον έκαναν φονιά. Δεν θέλει να ζητήσει ελαφρυντικά για την πράξη του, η επιθυμία του είναι να διευκολύνει τον δικαστή να καταλάβει. Εχοντας παντρευτεί με δύο γυναίκες, τις οποίες δεν αγάπησε – και δεν τον αγάπησαν -, δημιουργεί σχέσεις με άλλες, εν πολλοίς ασήμαντες, ώσπου συναντάει τυχαία τη Μαρτίν, ένα ανερμάτιστο θηλυκό που συνηθίζει να κοιμάται με άνδρες κάθε λογής. Πηγαίνουν κατευθείαν σε ξενοδοχείο και το σμίξιμό τους τον σημαδεύει ανεξίτηλα. Πρόκειται για έναν ξαφνικό έρωτα από εκείνους που τραντάζουν συθέμελα τον ψυχισμό ενός ώριμου άνδρα και τον κάνουν να απαρνηθεί μια για πάντα όχι μόνο τις συνήθειές του, αλλά και την ίδια του την υπόσταση. Ο γιατρός, ανατρέποντας κάθε συμβατικότητα και κάθε έννοια ηθικής, οδηγεί τη Μαρτίν στο σπίτι του, τη γνωρίζει στη σύζυγο, στις κόρες και στη μητέρα του, την εγκαθιστά σ’ ένα διαμέρισμα και την προσλαμβάνει ως γραμματέα. Κι όταν ο Σαρλ της δίνει την αγάπη του, εκείνη του προσφέρει τη δική της στο πλαίσιο της αμοιβαιότητας.
Κι ύστερα ο γιατρός για ν’ αποφύγει την κατακραυγή που προξενεί η συμπεριφορά του, εγκαταλείπει σπίτι και ιατρείο και πηγαίνει με την ερωμένη του στο Παρίσι. Εκεί αρχίζει μια καινούργια επαγγελματική σταδιοδρομία, ενώ αρχίζει να τον κυριεύει η ζήλια, η βασική αιτία των εγκλημάτων πάθους από καταβολής κόσμου. Το αίσθημα αυτό τον κυριεύει, τον βασανίζει σε βαθμό που δεν ελέγχει τις πράξεις του. Τη χτυπάει σαν να θέλει να την τιμωρήσει για τις μελλοντικές απιστίες της ή ακόμα και για τις παλιές της σχέσεις. Διότι, η Μαρτίν που στα είκοσι δύο της ήταν ακόμα παρθένα, είχε ξεκινήσει να απολαμβάνει το σεξ, αλλάζοντας τους άνδρες, αναζητώντας σωματική ικανοποίηση, αλλά και ένα είδος απελευθέρωσης. Οι επισκέψεις της όμως σε μπαρ και δωμάτια ξενοδοχείων με άγνωστα αρσενικά δεν της χάρισαν την πολυπόθητη ισορροπία.
Η Μαρτίν είναι το θύμα ενός μορφωμένου άνδρα και όχι ενός άξεστου αρσενικού που τρέφει μίσος για τις γυναίκες. Η γυναικοκτονία αυτού του είδους εξακολουθεί να αποτελεί κοινωνικό φαινόμενο και σήμερα το αναλύουν ψυχίατροι και ειδικοί επιστήμονες. Το Γράμμα στον δικαστή μου (γράφτηκε το 1946 στη Φλόριντα) μπορεί να θεωρηθεί ως η ανατομία ενός φόνου και αποτελεί την εξιστόρηση ενός ερωτικού πάθους, της διαχρονικής αιτίας παρόμοιων εγκλημάτων. Ως μυθιστόρημα μπορούμε να το κατατάξουμε στο είδος νουάρ, όπου ο βασικός ήρωας βιώνει οριακές καταστάσεις: απόγνωση, ενοχή, φόβο, στέρηση. Ο Ζορζ Σιμενόν, άριστος ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής, κατορθώνει να σκιαγραφήσει επιδέξια τον ήρωά του, προσφέροντας στον αναγνώστη υλικό προς μελέτη και τέρψη. Οπως πάντα, η μόνιμη μεταφράστριά του, η Αργυρώ Μακάρωφ, έκανε υποδειγματική δουλειά.