Οταν ο Βάλντις Ντομπρόβσκις γεννήθηκε στις 5 Αυγούστου 1971 στη Ρίγα, η Λετονία ήταν μία από τις 15 Σοσιαλιστικές Δημοκρατίες της Σοβιετικής Ενωσης. Το 1991, όταν η ΕΣΣΔ κατέρρευσε, ο κ. Ντομπρόβσκις (η οικογένεια του οποίου έχει πολωνικές ρίζες) ήταν μόλις 20 ετών. Σχεδόν 30 χρόνια αργότερα, ο σημερινός εκτελεστικός αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με αρμοδιότητα «Μια Οικονομία που Λειτουργεί για τον Λαό» και παράλληλα κάτοχος του χαρτοφυλακίου του επιτρόπου Εμπορίου είδε τη Ρωσία να εισβάλλει στην Ουκρανία, ναρκοθετώντας την ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφαλείας και ενδεχομένως «φυτεύοντας τον σπόρο» ενός νέου Ψυχρού Πολέμου. «Πρέπει να σταματήσουμε τον Πούτιν στην Ουκρανία» λέει χωρίς περιστροφές στην αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε το πρωί της Παρασκευής 25 Μαρτίου στο γραφείο του, στον 12ο όροφο του Berlaymont, ενώ απέναντι, στο κτίριο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, οι «27» συζητούσαν για το μέλλον της ενεργειακής απεξάρτησης της ΕΕ από το ρωσικό πετρέλαιο και αέριο. «Η ρωσική προπαγάνδα δεν το κρύβει. Μιλά ανοικτά για εισβολή σε άλλες χώρες» προσθέτει ο κ. Ντομπρόβσκις, τονίζοντας ότι όλα είναι ανοικτά για όσα πρέπει να γίνουν ώστε να στηριχθούν τόσο η Ουκρανία όσο και η ευρωπαϊκή οικονομία, που αναμφίβολα θα δεχθεί τις επιπτώσεις της ρωσικής εισβολής.
Η Ρωσία βρίσκεται σε επιθετική ιμπεριαλιστική διάθεση
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σήμερα βρισκόμαστε σε μια πολύ επικίνδυνη και περίπλοκη κατάσταση» σημειώνει ο συνομιλητής μας όταν τον ρωτάμε αν ανέμενε την εισβολή και τι προβλέπει ότι θα ακολουθήσει. «Πρέπει πρώτα απ’ όλα να επιβάλουμε μείζονα πίεση στη Ρωσία, συμπεριλαμβανομένων των κυρώσεων, για να σταματήσουμε την επιθετικότητα. Και παράλληλα να παράσχουμε πλήρη βοήθεια στην Ουκρανία – στρατιωτική, οικονομική, ανθρωπιστική. Η κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε δεν αφορά μόνο την Ουκρανία, αλλά αφορά όλη την ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφαλείας. Η ρωσική προπαγάνδα δεν το κρύβει. Μιλά ανοικτά για εισβολή σε άλλες χώρες, σε Μολδαβία, Καζακστάν, Γεωργία, τις χώρες της Βαλτικής, δεν αποκλείει μία στρατιωτική σύγκρουση με την Πολωνία. Η Ρωσία», προσθέτει, «βρίσκεται σε μια επιθετική ιμπεριαλιστική διάθεση και ο Πούτιν θα προχωρήσει όσο πιο μακριά μπορεί αν δεν τον σταματήσουμε. Πρέπει να τον σταματήσουμε στην Ουκρανία, αλλιώς ο πόλεμος δεν θα σταματήσει».
Ο ίδιος θεωρεί ότι ίσως η Δύση θα έπρεπε να μην έχει εφησυχάσει ύστερα από παλαιότερες ρωσικές κινήσεις. «Εχουμε έναν πόλεμο ευρείας κλίμακας που ήταν έκπληξη για πολλούς αναλυτές, αν και οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες είχαν προειδοποιήσει ότι έρχεται. Αυτή η τάση της Ρωσίας όμως να επιτίθεται σε γειτονικές χώρες έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια. Το 2008, στη Γεωργία, η Ρωσία απέσπασε μέρος της επικράτειάς της και δεν κάναμε σχεδόν τίποτα απέναντι σε αυτό. Το 2014 συνέβη το ίδιο όταν εισέβαλε στην Ουκρανία και πήρε την Κριμαία και μέρος του Ντονμπάς, αλλά οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν ήταν μάλλον άτολμες» παραδέχεται. «Τώρα είμαστε σε άλλη φάση κλιμάκωσης. Κοιτώντας πίσω, ίσως να έπρεπε να είχαμε αντιδράσει πιο σθεναρά. Θέλω επίσης να σας θυμίσω ότι σχεδόν από την πρώτη στιγμή που ανήλθε στην εξουσία ο Πούτιν, προσπάθησε να φιμώσει τα μέσα ενημέρωσης» σημειώνει, κάτι που σημαίνει ότι δεν θα έπρεπε να υπάρχουν αυταπάτες.
Ο ρόλος της Κίνας επίσης τον απασχολεί. «Η Κίνα παραμένει αμφίθυμη στη θέση της. Σε ορισμένες περιπτώσεις εμφανίζεται εγγύτερα στη Ρωσία, σε κάποιες άλλες λαμβάνει κάποια απόσταση. Για εμάς», εξηγεί, «είναι πολύ σημαντική η Σύνοδος ΕΕ – Κίνας την 1η Απριλίου για να μπορέσουμε να συζητήσουμε. Η προετοιμασία είχε γίνει πριν από τον πόλεμο. Θα θέλαμε να συνεργαστούμε με την Κίνα, υπό την προϋπόθεση ότι δεν στηρίζει τη ρωσική επιθετικότητα».
«Προχωρούμε μέσω κρίσεων, κινηθήκαμε γρήγορα και ενωνμένα»
Αναμφίβολα, η ταχύτητα με την οποία η ΕΕ κινήθηκε ως τώρα στο Ουκρανικό υπήρξε μια ευχάριστη έκπληξη. Μπορεί άραγε να αναβαθμίσει το γεωπολιτικό της αποτύπωμα;
«Είναι αλήθεια», τονίζει, «ότι συχνά η ΕΕ προχωρεί μέσω κρίσεων. Συνέβη με την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, όταν πήραμε το μάθημά μας για την ανάγκη στενότερου δημοσιονομικού και μακροοικονομικού συντονισμού. Το ίδιο συνέβη στην κρίση της πανδημίας της COVID-19, όταν η ΕΕ κινήθηκε μαζί σε θέματα δημόσιας υγείας, στην εμβολιαστική εκστρατεία, στο κοινό ευρωπαϊκό πιστοποιητικό υγείας. Κάναμε επίσης το άνευ προηγουμένου βήμα χρηματοδότησης της απάντησης στην κρίση μέσω κοινού δανεισμού σε πνεύμα αλληλεγγύης – και αναφέρομαι εδώ στο πακέτο ανάκαμψης Next Generation EU».
Υπό το φως της ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία, «κινηθήκαμε γρήγορα και ενωμένα αποφασίζοντας τέσσερα πακέτα κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας, υποστηρίζοντας χώρες που σήμερα υποδέχονται τεράστιο αριθμό προσφύγων – ήδη έχουμε 3,5 εκατομμύρια ουκρανούς πρόσφυγες. Επίσης, για πρώτη φορά η ΕΕ προσφέρει οικονομική βοήθεια για παροχή στρατιωτικού υλικού σε μια χώρα που δέχεται επίθεση. Το αρχικό ποσό ήταν 500 εκατομμύρια ευρώ και πλέον έχει αυξηθεί σε ένα δισεκατομμύριο ευρώ. Αυτά προϋποθέτουν να ξανασκεφθούμε επί της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας, να την ενισχύσουμε, αλλά συμπληρωτικά με το ΝΑΤΟ».
Ωστόσο, αυτές οι τολμηρές δράσεις δεν θα είναι χωρίς κόστος, κυρίως στον οικονομικό και στον ενεργειακό τομέα, καθώς ο πληθωρισμός επιστρέφει δυναμικά. Ρωτάμε τον κ. Ντομπρόβσκις αν πρέπει να αναθεωρηθούν οι υπάρχουσες προβλέψεις. «Είναι ξεκάθαρο ότι η ρωσική επίθεση θα φέρει αναταραχή στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Η κατάσταση χαρακτηρίζεται από πολύ υψηλή αβεβαιότητα. Ποσοτικά δεν γνωρίζουμε ακόμη, ωστόσο κάναμε μια αρχική εκτίμηση της επίπτωσης του πολέμου και αυτή λέει ότι η οικονομική ανάπτυξη θα φρενάρει σημαντικά. Δεν αναμένουμε όμως», υπογραμμίζει, «η ΕΕ να ξαναπέσει σε ύφεση. Παρακολουθούμε στενά και θα λάβουμε κάποιες αποφάσεις πολιτικής με βάση τις εαρινές προβλέψεις».
Οι υψηλές τιμές στην ενέργεια και οι φόβοι για τα τρόφιμα
Ο ίδιος διακρίνει δύο μείζονα ζητήματα, τις υψηλές ενεργειακές τιμές και τις τιμές στα τρόφιμα, όπου υπάρχει αναταραχή στην προσφορά. «Στην ενέργεια, αντιμετωπίζουμε υψηλές τιμές ήδη πριν από τον πόλεμο. Στην Κομισιόν διαμορφώσαμε μια εργαλειοθήκη για να απαλύνουμε την επίπτωση των υψηλών τιμών στους καταναλωτές αλλά και στις επιχειρήσεις. Πολύ πρόσφατα δημοσιεύσαμε την πρότασή μας RePowerEU, όπου προτείνουμε τόσο βραχυπρόθεσμα μέτρα όσο και την ενδυνάμωση της ανθεκτικότητας της ΕΕ στην ενεργειακή αγορά. Αυτό που μάθαμε», ξεκαθαρίζει, «είναι ότι πρέπει να μειώσουμε την εξάρτησή μας από τα ρωσικά καύσιμα και ειδικότερα από το φυσικό αέριο ως και κατά 2/3 εντός του 2022, ενώ πρέπει να εξετάσουμε τον τρόπο λειτουργίας της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Το RePowerEU προβλέπει επίσης την υποχρέωση αποθήκευσης αερίου σε ποσοστό 80% ως την 1η Νοεμβρίου 2022 και στο 90% τα επόμενα χρόνια. Από άποψη ασφαλείας, πρέπει να κάνουμε επίσης μια εκτίμηση σχετικά με τους ιδιοκτήτες των αποθηκευτικών εγκαταστάσεων (storage). Η Κομισιόν προτείνει επίσης την κοινή προμήθεια αερίου διότι η ΕΕ ως αγοραστής μπορεί να διαπραγματευθεί καλύτερες τιμές από κάθε κράτος ξεχωριστά. Κοιτάμε επίσης τους μηχανισμούς καθορισμού τιμών διότι υπάρχει σύνδεση τιμών αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας».
Σε ό,τι αφορά τις τιμές των τροφίμων, «ξέρετε ότι η Ρωσία είναι ο πρώτος και η Ουκρανία ο πέμπτος μεγαλύτερος εξαγωγέας σιτηρών παγκοσμίως. Πολλές χώρες σε Μέση Ανατολή και Αφρική εξαρτώνται από τις ουκρανικές εξαγωγές, τις οποίες η Ρωσία εμποδίζει κλείνοντας τα λιμάνια και ηθελημένα στοχεύοντας τις αποθήκες τροφίμων στην Ουκρανία. Αν λόγω του πολέμου δεν γίνει η σπορά και ο θερισμός το φθινόπωρο, θα έχουμε μεγαλύτερο πρόβλημα». Η ΕΕ πρέπει να αυξήσει και να επιταχύνει τη συνδρομή της στον τομέα αυτόν, ειδικότερα προς τις ευάλωτες αναπτυσσόμενες χώρες. «Είμαστε και εμείς μεγάλος εξαγωγέας τροφίμων. Εφέτος λοιπόν αίρουμε ορισμένες πράσινες υποχρεώσεις των κρατών-μελών για να μπορέσουν να αυξήσουν την καλλιεργήσιμη γη, ενώ κάτι ανάλογο κάνουμε σχετικά με την παραγωγή βιοκαυσίμων, για να εστιάσουμε στην παραγωγή τροφίμων. Κοιτάμε επίσης πώς θα βοηθήσουμε ευάλωτα νοικοκυριά στην Ευρώπη. Δεν έχουμε πρόβλημα με την ασφάλεια τροφίμων, αλλά ορισμένα νοικοκυριά ίσως δεν μπορούν να τα προμηθευτούν λόγω οικονομικών δυσκολιών. Στο σημείο αυτό το Ταμείο για την Ευρωπαϊκή Βοήθεια για όσους στερούνται περισσότερο – FEAD – θα παίξει σημαντικό ρόλο» λέει.
Ολα ανοιχτά για χρονική επέκταση της ρήτρας γενικής διαφυγής
Μήπως όμως η νέα οικονομική αστάθεια απαιτεί επέκταση της ενεργοποίησης της ρήτρας γενικής διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (SGP) και για το 2023; Ο κ. Ντομπρόβσκις μάς υπενθυμίζει ότι «πριν από μερικές εβδομάδες δημοσιεύσαμε τις κατευθυντήριες γραμμές δημοσιονομικής πολιτικής (Fiscal Policy Guidance). Εξετάζαμε ακριβώς αυτό. Με βάση τις υπάρχουσες εκτιμήσεις, η γενική ρήτρα πρέπει να απενεργοποιηθεί το 2023. Ηδη όμως αναγνωρίζουμε ότι υπάρχει ένας βαθμός υψηλής αβεβαιότητας και θα επανεκτιμήσουμε την κατάσταση την άνοιξη». Την ίδια στιγμή, πάντως, από διάφορες πλευρές ακούγεται ότι ίσως πρέπει να υπάρχει ένα δεύτερο Ταμείο Ανάκαμψης. «Η κρίση εξελίσσεται ακόμη» μας λέει με ψύχραιμη φωνή. «Κατ’ αρχήν, κινητοποιούμε τους πόρους που ήδη έχουμε στον κοινοτικό προϋπολογισμό και στο Ταμείο Ανάκαμψης. Πρόσφατα, θεσμοθετήσαμε το εργαλείο CARE για να παράσχουμε βοήθεια στους πρόσφυγες. Χρησιμοποιούμε ό,τι χρήματα έχουν μείνει από το προηγούμενο δημοσιονομικό πλαίσιο (2014-2020) και παρέχουμε περισσότερη ευελιξία για τη χρήση των κονδυλίων. Υπάρχουν επίσης περίπου 200 δισεκατομμύρια ευρώ από τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης που είναι αχρησιμοποίητα και μπορούν να αξιοποιηθούν. Φυσικά πρέπει να παραμείνουμε ευκίνητοι και εφόσον χρειαστεί να προσαρμόσουμε τις απαντήσεις μας» προσθέτει.
Αναμφίβολα, η τρέχουσα κατάσταση μεταβάλλει και τη συζήτηση για την επικαιροποίηση του SGP. Μήπως πρέπει τελικά να αλλάξουν τα ποσοστά-στόχοι για έλλειμμα και χρέος; «Οταν αρχίσαμε την άσκηση για την αναθεώρηση του SGP, συμφωνήσαμε να μείνουμε εντός των παραμέτρων που ορίζει η Συνθήκη περί ελλείμματος 3% και χρέους 60%. Η αλλαγή τους απαιτεί ομοφωνία. Μπορούμε όμως να επιτύχουμε αλλαγές εντός του πλαισίου της Συνθήκης. Το μείζον ερώτημα που εξετάζουμε», υπογραμμίζει, «είναι ο ρυθμός μείωσης του χρέους. Δεν είναι ρεαλιστικό να μιλάμε πια για ρυθμό μείωσης με βάση το 1/20 του χρέους σε ετήσια βάση. Και στην πρόσφατη Fiscal Guidance Policy αναφέρεται ότι ακόμη και αν η ρήτρα γενικής διαφυγής απενεργοποιηθεί το 2023, ο ρυθμός μείωσης του 1/20 δεν θα εφαρμοστεί. Πρέπει να βρούμε την καλύτερη ισορροπία μεταξύ μείωσης χρέους και ενίσχυσης επενδύσεων για να επιτύχουμε την ψηφιακή και πράσινη μετάβαση».
Οι συζητήσεις αυτές έχουν επισκιαστεί από το Ουκρανικό. «Δεν έχουμε ακόμη μια ζώνη συμφωνίας (landing zone) ώστε να καταθέσουμε την πρότασή μας. Το χρονοδιάγραμμα θα εξαρτηθεί από τις συζητήσεις μεταξύ των κρατών-μελών. Αρχικά, σχεδιάζαμε να καταθέσουμε μια πρόταση τον Ιούνιο – Ιούλιο» λέει. Τον ρωτάμε για την πιθανή εξαίρεση διαφόρων δαπανών από το χρέος. «Αυτό το θέμα είναι μέρος των συζητήσεων. Είναι όμως νωρίς να σας πω αν θα είναι μέρος της ζώνης συμφωνίας. Είναι κρίσιμο ο τρόπος που τίθεται το ζήτημα. Το πρόβλημα είναι ότι το έλλειμμα και το χρέος πρέπει να χρηματοδοτούνται. Και οι αγορές θα θέλουν πλήρη ενημέρωση για το χρέος, όχι ποιο μέρος θα συνυπολογίζουν ή όχι στη χρηματοδότηση» εξηγεί.
Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας προχωρεί πάντως σταθερά και η Ελλάδα είναι σε καλό δρόμο. «Για τη μεγάλη πλειοψηφία των χωρών βρισκόμαστε ήδη στο στάδιο της υλοποίησης. Αλλες έχουν λάβει την προ-χρηματοδότηση και άλλες έχουν ήδη λάβει τις πρώτες πληρωμές. Είμαστε σε καλό δρόμο. Υπάρχουν ακόμη τέσσερις χώρες που η εκτίμηση των προγραμμάτων συνεχίζεται – Πολωνία, Ουγγαρία, Βουλγαρία και Σουηδία. Κάτι ανάλογο αναμένουμε σύντομα για την Πολωνία, ενώ για την Ουγγαρία ίσως χρειαστεί περισσότερη δουλειά. Η Ολλανδία δεν έχει ακόμη καταθέσει το σχέδιό της και περιμένουμε να το πράξει την άνοιξη. Η Ελλάδα είναι μια από τις χώρες που θα λάβουν τα περισσότερα χρήματα. Εχουμε ήδη δώσει την προχρηματοδότηση των τεσσάρων δισεκατομμυρίων ευρώ και δώσαμε ήδη θετική προ-εκτίμηση για την πρώτη δόση των 3,5 δισ. ευρώ» τονίζει.
Τον Ιούνιο θα κριθεί η έξοδος από την εποπτεία
Ενα από τα ζητήματα που «καίνε» την ελληνική κυβέρνηση είναι η έξοδος της χώρας από τη μεταμνημονιακή εποπτεία. Απομένει ακόμη μία αποστολή τον Ιούνιο του 2022. Ο κ. Ντομπρόβσκις γνωρίζει όσο ελάχιστοι όλες τις πτυχές του ελληνικού οικονομικού προβλήματος την τελευταία 10ετία. «Η Ελλάδα κάνει καλή πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις. Αυτό είναι και η βάση για να λάβει επιπρόσθετα μέτρα ελάφρυνσης χρέους» τονίζει. Για την έξοδο από τη μεταμνημονιακή εποπτεία «θα ληφθούν υπόψη τόσο η πρόοδος για την ολοκλήρωση των δεσμεύσεων που έχουν αναληφθεί, αλλά και το ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον. Επίσης, διακρίνουμε την επίπτωση των μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας και πλέον και του πολέμου στην Ουκρανία όταν εκτιμούμε την ελληνική δημοσιονομική πορεία, οπότε αυτά δεν θα προσμετρηθούν στην εκτίμηση για έξοδο από την εποπτεία. Αναμένουμε οι αποφάσεις να ληφθούν τον προσεχή Ιούνιο» καταλήγει.