Εδώ και ένα εξάμηνο, από τον Οκτώβριο του 2021, καταγράφεται μία συνεχής πτωτική τάση του κλίματος αισιοδοξίας για την πορεία της χώρας, το οποίο από το 40% φτάνει σήμερα να κινείται στο 30%.

Πρόκειται για μία επιβάρυνση η οποία είναι απολύτως συνδεδεμένη με την αλλαγή της κοινωνικής ατζέντας, και πιο συγκεκριμένα με την άνοδο των οικονομικών θεμάτων στην πρώτη θέση των κυριότερων προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα, και ειδικότερα της Ακρίβειας, η οποία είχε πολλά χρόνια να απασχολήσει την ελληνική κοινωνία. Η άνοδος των αναφορών στην οικονομία και την ακρίβεια συνδυάζεται και με την αποτίμηση της προσωπικής κατάστασης, η οποία επίσης επιδεινώνεται. Η πανδημία, που για μια διετία κυριαρχούσε στην ατζέντα της χώρας, έχει σήμερα υποχωρήσει και αναφέρεται μόλις από το 6% ως το κύριο πρόβλημα.

Αποτέλεσμα της αυξανόμενης ανησυχίας για τα Οικονομικά, και ειδικότερα για την Ακρίβεια, είναι και η σημαντική κάμψη του δείκτη Οικονομικής Εμπιστοσύνης από το -40 του Φεβρουαρίου στο -58 τώρα, μια επίδοση που θυμίζει τις εποχές της δεκαετούς οικονομικής κρίσης.

Η εισβολή και οι επιπτώσεις

Η πλήρης αλλαγή της ατζέντας συμπληρώνεται βέβαια και με τον πόλεμο που μαίνεται στην Ουκρανία. Επτά στους δέκα (70%) τάσσονται κατά της Ρωσίας στον πόλεμο στην Ουκρανία, ποσοστό που δεν απέχει σημαντικά από τα αντίστοιχα ποσοστά στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ενώ το 13% τάσσεται υπέρ της.

Εξι στους δέκα (60%) τάσσονται υπέρ των κυρώσεων και των περιοριστικών μέτρων που επιβλήθηκαν στη Ρωσία από τη Δύση, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό 30% τάσσεται κατά των κυρώσεων. Αντίθετα το 66% τάσσεται κατά της απόφασης της χώρας μας να στείλει στην Ουκρανία, εκτός από φαρμακευτικό υλικό, και οπλισμό, ενώ το 29% συμφωνεί. Στην ουσία, η πλειοψηφία της κοινής γνώμης καταδικάζει την εισβολή στην Ουκρανία αλλά θα ήθελε η χώρα μας να έχει κρατήσει μια πιο επιφυλακτική στάση, ειδικά ως προς το επιχειρησιακό σκέλος του πολέμου και όχι το ανθρωπιστικό.

Και η πλειοψηφία αυτή είναι ερμηνεύσιμη, αφού πέραν του ανθρωπιστικού δράματος καθαυτού, το 40% φοβάται ότι η σύγκρουση αυτή θα μπορούσε να εξελιχθεί σε παγκόσμια σύρραξη.

 

Κυβέρνηση και αντιπολίτευση

Συνέπεια όλων των ανωτέρω είναι και η πτωτική αξιολόγηση τόσο της Κυβέρνησης (33% θετικές γνώμες από 36% τον Φεβρουάριο και 59% αρνητικές) όσο και του Πρωθυπουργού (35% θετικές γνώμες από 40% τον Φεβρουάριο και 58% αρνητικές).

Για δεύτερο συνεχή μήνα η αντιμετώπιση του πληθωρισμού και της ακρίβειας αναδεικνύεται σε «αχίλλειο πτέρνα» της Κυβέρνησης. Ωστόσο, η αυξανόμενη κριτική και πίεση στην Κυβέρνηση δεν τροφοδοτεί ούτε και τώρα την Αξιωματική Αντιπολίτευση, η οποία συνεχίζει να κινείται σε επίπεδα σαφώς χαμηλότερα από της Κυβέρνησης.

Αλλά ούτε και το ΚΙΝΑΛ δείχνει να διατηρεί τη δυναμική ανόδου που κατέγραφε τους περασμένους μήνες, αν και ο κ. Ανδρουλάκης συνεχίζει να είναι ο δημοφιλέστερος πολιτικός αρχηγός με 47% θετικές γνώμες.

Ο κ. Μητσοτάκης παρά την κάμψη του, συνεχίζει να έχει μεγάλο προβάδισμα στις αναφορές για τον καταλληλότερο για Πρωθυπουργό με 30%, ενώ ακολουθεί ο κ. Τσίπρας με 15%. Ωστόσο μέσα σε έναν μήνα η διαφορά των 20 μονάδων που τους χώριζε μειώθηκε στις 15.

Οι επιδόσεις των κομμάτων

Η Νέα Δημοκρατία συνεχίζει να έχει μεγάλο προβάδισμα στην πρόθεση ψήφου παρά την υποχώρησή της τόσο στους δείκτες θετικής αξιολόγησης όσο και στην πρόθεση ψήφου, στην οποία υποχωρεί στο 27,0% (από 28,5% τον Φεβρουάριο). Η εκτίμηση ψήφου τη φέρνει στο 34,1%, που σημαίνει ότι συνεχίζει να κινείται κάτω από το όριο αυτοδυναμίας (τον Φεβρουάριο βρισκόταν στο 35,8%) ακόμη και με τον εκλογικό νόμο που θα ισχύσει μετά την εφαρμογή της απλής αναλογικής. Σε κάθε περίπτωση, σε ένα σενάριο διπλών εκλογών, η επίτευξη έστω και περιορισμένης αυτοδυναμίας δεν μοιάζει ανέφικτη για τη ΝΔ αλλά δεν είναι βέβαιη και θα εξαρτηθεί από τη συγκυρία διεξαγωγής των εκλογών και τα τελικά εκλογικά επιχειρήματα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ κρατάει σταθερά τη δεύτερη θέση (με εκτίμηση ψήφου 24,6% έναντι 16,7% του ΚΙΝΑΛ και πρόθεση ψήφου 19,4%), ενώ ένα αξιοσημείωτο στοιχείο είναι ότι κατάφερε να περιορίσει σημαντικά τις διαρροές του προς τη ΝΔ και ταυτόχρονα να αυξήσει κάπως τις εισροές από αυτήν, έτσι ώστε για πρώτη φορά μετεκλογικά να έχει οριακό θετικό ισοζύγιο ανταλλαγών μαζί της. Η σχέση αυτή μένει να φανεί πώς θα εξελιχθεί, αλλά σε κάθε περίπτωση είναι ιδιαίτερα σημαντική για τους συσχετισμούς των δύο μεγαλύτερων κομμάτων.

Για τέταρτο συνεχή μήνα το ΚΙΝΑΛ καταγράφει διψήφιο ποσοστό στην πρόθεση ψήφου (13,2%), ωστόσο εμφανίζει μικρή κάμψη από το 14,5% του Φεβρουαρίου. Ο στόχος να διεκδικήσει τη θέση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης προς το παρόν δείχνει να απομακρύνεται, παρά τις βελτιωμένες επιδόσεις επί προεδρίας Ν. Ανδρουλάκη.

Η εκτίμησή μας είναι ότι το θετικό ενδιαφέρον και η συμπάθεια του εκλογικού σώματος προς τον επικεφαλής του ΚΙΝΑΛ και την όλη προσπάθεια που γίνεται χρειάζεται να συνοδευτεί και με άλλα βήματα (ενίσχυση ταυτότητας και κοινωνικών αναφορών), προκειμένου η αρχική δυναμική να συνεχιστεί.

Τέλος, σε ό,τι αφορά στα υπόλοιπα κοινοβουλευτικά κόμματα δεν σημειώνονται σημαντικές αυξομειώσεις. Στον χώρο των εξωκοινοβουλευτικών κομμάτων παρατηρείται μία τάση ανόδου του σχήματος «Ελληνες για την Πατρίδα».

Ο κ. Στράτος Φαναράς είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Metron Analysis S.A.