Η απόφαση της Ρωσίας να εισβάλει στην Ουκρανία στα τέλη Φεβρουαρίου έχει αποτελέσει τη θρυαλλίδα ανατροπών σε πολλούς τομείς. Και ένας από αυτούς είναι ο τομέας των υδρογονανθράκων στην Ελλάδα. Μετά από μία σειρά ετών που πολλοί νόμισαν ότι η χώρα μας θα μετατραπεί σε «Σαουδική Αραβία ή Νορβηγία της Μεσογείου», περάσαμε σε μία περίοδο που η βασική επιλογή ήταν η απότομη στροφή στην «πράσινη ενέργεια». Ταυτόχρονα όμως, κάποιοι πρέσβευαν μία πιο ισορροπημένη γραμμή, η οποία κινείτο γύρω από το σκεπτικό ότι το φυσικό αέριο (κατά κύριο λόγο) θα μπορούσε να είναι το «κλειδί» για το άνοιγμα της «πόρτας» της μετάβασης σε μία «πράσινη οικονομία», όπου το αποτύπωμα των ορυκτών καυσίμων θα βαίνει μειούμενο.
Ενας από τους ανθρώπους αυτούς ήταν ο Ρίκαρ Σκούφιας. Ο σημερινός πρόεδρος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ) ίσως δεν είναι τόσο ευρέως γνωστός, αλλά όσοι παρακολουθούν τα θέματα της ενέργειας από κοντά ξέρουν ότι ο ρόλος του υπήρξε κομβικός, ώστε να ευοδωθεί το μεγάλο σχέδιο της κατασκευής του Διαδριατικού Αγωγού (Trans-Adriatic Pipeline – TAP). Ο σουηδικής υπηκοότητας κ. Σκούφιας, άνθρωπος με ελληνικές ρίζες όπως μαρτυρεί και το επίθετό του, ήταν ο επικεφαλής του «ελληνικού σκέλους» του ΤΑΡ, αυτού του αγωγού μήκους 878 χιλιομέτρων που μεταφέρει αέριο από το Αζερμπαϊτζάν στην Ευρώπη.
Ο σχεδιασμός προς την ενεργειακή αυτάρκεια
Οταν ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είχε σημειώσει, σε διάγγελμά του στα μέσα Μαρτίου, καθώς ανακοίνωνε τα μέτρα για την αναχαίτιση της ακρίβειας, ότι καθώς η Ελλάδα διεκδικεί την ενεργειακή της αυτάρκεια, αυτό σημαίνει «και αξιοποίηση των εθνικών κοιτασμάτων φυσικού αερίου με οικονομικό ενδιαφέρον» μιλούσε στο πλαίσιο ενός σχεδιασμού. Αυτός ο σχεδιασμός, για τον οποίο ο κ. Σκούφιας αλλά και ο στενός του συνεργάτης και διευθύνων σύμβουλος της ΕΔΕΥ Αρης Στεφάτος επιχειρηματολογούσαν (κυρίως παρασκηνιακά) επί μήνες, συμπυκνωνόταν γύρω από μία συγκεκριμένη λογική. «Το φυσικό αέριο είναι ένα μέσο προς έναν σκοπό, όχι αυτοσκοπός. Ο στόχος είναι να επιτύχουμε τη μετάβαση σε μία βιωσιμότερη οικονομία που θα βασίζεται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας όσο ταχύτερα και ηπιότερα είναι εφικτό» τονίζει ο κ. Σκούφιας στη συνομιλία που είχε μαζί του «Το Βήμα» πριν από λίγες ημέρες. Η δε σύσκεψη του κ. Μητσοτάκη με, μεταξύ άλλων, τον υπουργό Ενέργειας Κώστα Σκρέκα και τον κ. Στεφάτο, αλλά και οι σκέψεις της Ευρώπης για απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο επιτάχυναν τις εξελίξεις.
Η ισορροπία προσιτής τιμής, βιωσιμότητας και ασφάλειας
Για τον κ. Σκούφια, «οι φυσικοί πόροι πρέπει να ισορροπήσουν εντός ενός περίπλοκου «τριλήμματος» που περιλαμβάνει την προσιτή τιμή, τη βιωσιμότητα και την ενεργειακή ασφάλεια. Η άφθονη πρόσβαση σε οικονομικά προσιτή ενέργεια κατά τον 20ό αιώνα υπήρξε θεμελιώδης σε πολλά από τα παγκόσμια επιτεύγματα, όπως η οικονομική ανάπτυξη, η έξοδος των ανθρώπων από τη φτώχεια και η αυξανόμενη ποιότητα ζωής. Ωστόσο», προσθέτει, «η εξάρτησή μας από τους προσιτούς υδρογονάνθρακες ήρθε με υψηλό κόστος από την άποψη της βιωσιμότητας. Η δε εξάρτηση από την εισαγόμενη ενέργεια μας καθιστά ευάλωτους στην ενεργειακή ασφάλεια, κάτι που έχει έρθει στο προσκήνιο από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία».
Το ερώτημα που αναδεικνύεται, σύμφωνα με τον κ. Σκούφια, είναι αν η μελλοντική παραγωγή αερίου στην Ελλάδα μπορεί να εξισορροπήσει αυτό το «τρίλημμα». «Η σύντομη απάντηση είναι ναι» μας λέει. Αλλωστε, το φυσικό αέριο είναι μεν υδρογονάνθρακας αλλά μπορεί να αποτελέσει «καύσιμο-γέφυρα» προς μία οικονομία ουδέτερη από τον άνθρακα, ενώ ήδη χώρες όπως η Νορβηγία, η Δανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιταλία και η Ολλανδία εξετάζουν πάλι την αξιοποίηση των υπαρχόντων κοιτασμάτων τους, δεδομένων των νέων συνθηκών. «Η Ελλάδα», λέει ο κ. Σκούφιας, «μπορεί να διαθέτει αξιοσημείωτες ποσότητες φυσικού αερίου – και το ίδιο το εθνικό ενεργειακό σχέδιο προβλέπει ότι ίσως χρειαστεί ως και 40% επιπλέον αέριο κατά τη μεταβατική περίοδο – όπως και άλλες χώρες της περιοχής και ολόκληρη η Ευρώπη, ειδικότερα τα Βαλκάνια. Μία Ελλάδα-παραγωγός αερίου θα ενίσχυε την εγχώρια και την ευρωπαϊκή ενεργειακή ασφάλεια, θα βελτίωνε τη βιωσιμότητα, ενώ θα παρήγαγε και αξιοσημείωτα έσοδα για την ίδια».
Η πορεία των σεισμικών ερευνών και οι προοπτικές
Οπως μας λέει και ο συνομιλητής μας, «ήδη εφέτος ολοκληρώθηκαν δύο πακέτα σεισμικών ερευνών στο Ιόνιο Πέλαγος, καλύπτοντας μία έκταση μεγαλύτερη της Κύπρου». Το πρώτο από αυτά (και τα δύο πραγματοποιήθηκαν από την εταιρεία Shearwater) ήταν το Οικόπεδο 10 (έκταση 3.421 τετρ. χλμ. στην περιοχή του Κυπαρισσιακού Κόλπου) και το δεύτερο στο Βόρειο Ιόνιο (έκταση 6.671 τετρ. χλμ.). Και στις δύο περιοχές διαχειριστής είναι τα ΕΛΠΕ. Ο σκοπός είναι τώρα να πραγματοποιηθούν σεισμικές έρευνες στις δύο περιοχές δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης, που έχουν παραχωρηθεί στην κοινοπραξία Total – Exxon Mobil – ΕΛΠΕ, ενώ και οι εταιρείες στις οποίες έχουν παραχωρηθεί άλλες περιοχές (όπως π.χ. η Energean) θα κληθούν κι αυτές να ανανεώσουν τα στοιχεία που διαθέτουν.
«Αν τα αποτελέσματα είναι υποσχόμενα, τα επόμενα βήματα είναι επιβεβαιωτικές γεωτρήσεις και, εξαρτωμένης της έκβασης, ανάπτυξη της ασφαλούς εξαγωγής του αερίου και εισόδου του στην αγορά. Αν αφιερώσουμε τους απαιτούμενους πόρους και εξειδίκευση, θα μπορούμε να γνωρίζουμε εντός 2-4 ετών αν οι υποθέσεις ότι η Ελλάδα διαθέτει σημαντικά κοιτάσματα αερίου, αξίας με βάση την αγορά ως και 250 δισεκατομμυρίων ευρώ, είναι αληθινές. Με μία επιτάχυνση της διαδικασίας, το αέριο θα έφθανε στην αγορά εντός 5-7 ετών» λέει ο κ. Σκούφιας. Και φυσικά, με ενδιαφέρον αναμένεται ποιες νέες πετρελαϊκές εταιρείες θα αποφασίσουν να έρθουν στη χώρα μας, αν και γνώστες της αγοράς μιλούν ήδη για ενδιαφέρον που υπάρχει.
Αξιοποίηση υποδομών για το υδρογόνο
Δεν πρέπει επίσης να λησμονείται ότι μία σειρά υποδομών που σήμερα κατασκευάζονται, «όπως ο αγωγός IGB προς τη Βουλγαρία, ο πλωτός τερματικός σταθμός επαναεριοποίησης (FSRU) στην Αλεξανδρούπολη, η επέκταση του σταθμού της Ρεβυθούσας, ο διασυνδετήριος αγωγός με τη Βόρεια Μακεδονία, δεν θα είναι άχρηστοι τα επόμενα χρόνια. Το υδρογόνο πιθανότατα θα παίξει σημαντικό ρόλο στο μελλοντικό ενεργειακό μείγμα και μπορούμε να κατασκευάσουμε νέες υποδομές αερίου που θα χρησιμοποιηθούν για υδρογόνο καθιστώντας αυτές τις επενδύσεις ασφαλείς από οικονομικής άποψης» προσθέτει ο κ. Σκούφιας.