Είναι η «grande dame» του πιάνου και το προσωνύμιο που τη συνοδεύει από την αρχή της καριέρας της αφορά την πνευματική στάση που έχει απέναντι στη μουσική.
Η Ελίζαμπετ Λεόνσκαγια έρχεται ξανά στη σκηνή του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών για να υπενθυμίσει τους λόγους για τους οποίους κρατά τα σκήπτρα της πιανιστικής τέχνης.
Η γεννημένη στην Τυφλίδα το 1945 ανυπέρβλητη σολίστ θεωρεί τη μουσική ως μέσο υπέρβασης, γνώσης και θεραπείας και όπως έχει πει «μακάρι το κοινό να έφευγε από μια συναυλία με την αίσθηση ότι έχει έρθει σε επαφή με μια πνευματική ιδέα που θα διαπεράσει τη ζωή. Δεν μπορεί όμως να συμβεί διότι είμαστε εσωτερικά «μπλοκαρισμένοι»».
Πρόκειται να ερμηνεύσετε ένα κολοσσιαίο έργο του πιανιστικού ρεπερτορίου. Το Δεύτερο Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα του Μπραμς. Πολλοί πιανίστες αποφεύγουν να ερμηνεύουν έργα του Μπραμς. Εσείς πώς και δεν φοβάστε να αναμετρηθείτε μαζί του;
Μάλλον όσοι πιανίστες δεν θέλουν να παίζουν Μπραμς, κυνηγούν με ζήλο την επαγγελματική καταξίωση και νομίζουν ότι αυτή επιτυγχάνεται μόνο μέσω του Ραχμάνινοφ ή του Λιστ. Δεν τους καταλαβαίνω. Θεωρώ ότι είναι ένα ζωτικό κομμάτι του ρεπερτορίου. Τα έργα του είναι τόσο διαφορετικά μεταξύ τους και οι δημιουργίες του για πιάνο έχουν τόσες πολλές διαφορετικές όψεις. Πιστεύω ότι χρειαζόμαστε απόλυτα τη μουσική του.
Τι θα λέγατε ότι χαρακτηρίζει το Δεύτερο Κοντσέρτο του;
Αρχικά, είναι τελείως διαφορετικό από το Πρώτο. Το Πρώτο είναι πάρα πολύ δραματικό. Αλλωστε, το έγραψε σε πολύ νεαρή ηλικία και ήταν επηρεασμένος από τον πρόσφατο θάνατο του Σούμαν. Στο Δεύτερο Κοντσέρτο το πιάνο γίνεται ένα με την ορχήστρα. Ο Μπραμς βρίσκεται πλέον σε μια ηλικία που ξέρει να φτιάχνει μεγάλη φόρμα. Θα έλεγα πως είναι σαν τη ζωή, σαν τη φύση. Στο πρώτο, αλλά και στο τελευταίο μέρος αισθάνεται κανείς λες και βρίσκεται στο δάσος.
Από το 1978 μένετε μόνιμα στη Βιέννη. Τι σας έκανε να την επιλέξετε ως τόπο διαμονής σας;
Εφυγα από τη Σοβιετική Ενωση σε μια περίοδο που το έκαναν και πολλοί άλλοι καλλιτέχνες. Ως Σοβιετική, ήμουν αποκλεισμένη από όλες τις μεγάλες αίθουσες της Δύσης. Τη Βιέννη τη γνώριζα και πριν εγκατασταθώ εκεί και πάντοτε θαύμαζα τον πολιτισμό της. Νιώθω πλέον πως σε μεγάλο βαθμό είμαι και Αυστριακή.
Το πρόγραμμα της συναυλίας σας με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών ανοίγει με την Πρώτη Συμφωνία του Σοστακόβιτς. Πρόκειται για έναν συνθέτη που έχετε γνωρίσει και προσωπικά. Τι κρατάτε από τη γνωριμία σας μαζί του;
Δεν μπορώ να πω ότι παίζω διαφορετικά τα έργα του επειδή τον γνώρισα. Εκείνος ήταν πολύ φιλικός και ενθαρρυντικός με τους νέους πιανίστες. Ταπεινός, ευγενικός. Η γνωριμία με τέτοιες προσωπικότητες αναμφισβήτητα σε διαμορφώνει για όλη την υπόλοιπη ζωή σου.
Ησασταν για πολλά χρόνια φίλη και στενή συνεργάτιδα του θρυλικού Σβιατοσλάβ Ρίχτερ. Πώς σας επηρέασε αυτή η σχέση;
Ηταν η πιο καθοριστική συνάντηση που είχα στη ζωή μου. Με τα χρόνια, η φιλία μας έγινε όλο και πιο σημαντική για μένα. Δεν νομίζω να υπήρξε ποτέ άλλος πιανίστας με το πνεύμα του. Του οφείλω, μάλιστα, το ότι κατάφερα να παίζω πιο απαλά. Πάντα μου έλεγε: «Πιο απαλά!»
Σας αγχώνει ποτέ ο μύθος που έχετε δημιουργήσει με τα χρόνια;
Ποτέ μου δεν επαναπαύομαι. Δεν έχω αισθανθεί ποτέ μου σαν σταρ. Νιώθω τεράστια ευθύνη για αυτό που πρέπει να φέρω εις πέρας μέχρι και την τελευταία στιγμή. Παίζω πιάνο τόσα πολλά χρόνια, αλλά δεν το έχω χορτάσει ακόμα. Είναι κάτι που δεν τελειώνει ποτέ.