«Στόχος είναι η σταθερότητα. Όχι επί τούτου η αυτοδυναμία. Ο λαός θα υποδείξει αν η χώρα θα κυβερνηθεί από ένα ή περισσότερα κόμματα» Η τοποθέτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη στο συνέδριο του «Οικονομικού Ταχυδρόμου» προκάλεσε συζητήσεις μεγάλες ανάμεσα στους κόλπους του Κινήματος Αλλαγής.
Για πρώτη φορά, ο Πρωθυπουργός, άνοιξε παράθυρο σε κυβερνήσεις συνεργασίας. Το ζητούμενο, μέχρι σήμερα, ήταν η αυτοδυναμία. Για αυτό και οι διπλές εκλογές. Αν το ζητούμενο ήταν η σταθερότητα θα μπορούσε, όπως λέγεται, να υπάρχει κυβέρνηση συνεργασίας από τις πρώτες κιόλας εκλογές με την απλή αναλογική. Δεν θα χρειαζόταν και δεύτερες εκλογές δεν θα είχε ξεσηκωθεί και τόσο σούσουρο για την αλλαγή του εκλογικού νόμου.
Διαβάστε ακόμη: ΟΤ FORUM – Παράθυρο Μητσοτάκη για κυβέρνηση συνεργασίας – Πότε θα γίνουν οι εκλογές
Τι συμβαίνει λοιπόν; Υπάρχει αλλαγή πλεύσης του κ. Μητσοτάκη έχει, πράγματι, αρχίσει να συμβιβάζεται και με την ιδέα της μη αυτοδυναμίας και στέλνει μήνυμα συνεργασίας; Ή μήπως απλά ο Πρωθυπουργός αναπροσαρμόζει την τακτική του με στόχο, εκτός των άλλων, να ασκήσει πίεση στο ΠαΣοΚ και τον Νίκο Ανδρουλάκη;
Η εκτίμηση που υπάρχει είναι ο κ. Μητσοτάκης δεν έχει, σε καμία περίπτωση, εγκαταλείψει το στόχο της αυτοδυναμίας. Αλίμονο. Περίμενε κάποιο διάστημα για να διαπιστώσει αν πράγματι η αύξηση των ποσοστών του Κινήματος Αλλαγής ήταν φούσκα ή αν αποτύπωνε μια νέα πραγματικότητα, ειδικά στο χώρο του κέντρου, δυσκολεύοντας τον στόχο της αυτοδυναμίας. Και τώρα βλέποντας ότι, πράγματι, το σκηνικό έχει αλλάξει, αρχίζει την τακτική της πίεσης.
Ανοίγοντας παράθυρο κυβέρνησης συνεργασιών μάλλον θέλει να τοποθετήσει ξανά το Κίνημα Αλλαγής ενώπιον ενός διλλήματος που στις προηγούμενες εκλογές του στοίχισε εκλογικά. Τότε η Χαριλάου Τρικούπη δεν απάντησε πειστικά στο ερώτημα μιας ενδεχόμενης νέας συμμετοχής σε κυβέρνηση με τη ΝΔ, το επιχείρημα της ότι δεν θα άφηνε τη χώρα ακυβέρνητη (ναι, αλλά πως;) δεν έπεισε και η μετέπειτα εκδίωξη του Ευάγγελου Βενιζέλου προσέφερε στον Κυριάκο Μητσοτάκη ένα κρίσιμο εκλογικά και πολιτικά τμήμα κεντρώων ψηφοφόρων.
Είναι προφανές, όπως εκτιμάται, ότι το Μέγαρο Μαξίμου έχει εκπονήσει ένα σχέδιο πίεσης του ΠαΣοΚ και προσωπικά του Νίκου Ανδρουλάκη ενεργοποιώντας μια παλιά δοκιμασμένη συνταγή. Να βρεθεί ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ στη θέση να ερωτάται διαρκώς αν θα είναι ο μετεκλογικός συνεταίρος του Κυριάκου Μητσοτάκη ή του Αλέξη Τσίπρα, αναπαράγοντας, όπως λέγεται, «μια συζήτηση αποπροσανατολιστική και φθοροποιό».
Τα πράγματα όμως είναι διαφορετικά σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές. Και για τον κ. Μητσοτάκη και για τη Χαριλάου Τρικούπη. Για τον κ. Μητσοτάκη, υπάρχει η εκτίμηση ότι έχει εισέλθει σε τροχιά πολιτικής φθοράς. Και στις εκλογές του 2019, το Κίνημα Αλλαγής πάλευε για ένα διψήφιο ποσοστό τώρα, όπως λέγεται, «θα πρέπει να κάνουμε σοβαρά λάθη για να μην το έχουμε στις επόμενες εκλογές». Ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει απαντήσει στο ερώτημα των συνεργασιών με αναφορά στη «σοσιαλδημοκατική κυβέρνηση». Και σε χρόνο ανύποπτο, ο Κώστας Σκανδαλίδης που έκανε λόγο για κυβερνήσεις συνεργασίας με πρωθυπουργό τρίτο πρόσωπο κοινής αποδοχής. Θα μπορούσε ο κ. Μητσοτάκης να συμβιβαστεί με μια τέτοια προοπτική;
Παρά τις συζητήσεις που προκάλεσε η αναφορά του Πρωθυπουργού σε κυβερνήσεις συνεργασίας η στρατηγική παραμένει η ίδια. Ο βασικός στόχος της Χαριλάου Τρικούπη, «το μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό στις πρώτες εκλογές» δεν αλλάζει. Όπως επίσης δεν αλλάζει η στρατηγική της αυτόνομης πορείας του κόμματος. Αποτελεί την πολιτική παρακαταθήκη της Φώφης Γεννηματά, ήταν μια από τις βασικές προεκλογικές δεσμεύσεις του νέου αρχηγού του ΠαΣοΚ και το κυριότερο: αποτελεί το σημείο της στρατηγικής συμφωνίας όλων των τάσεων που υπάρχουν στο Κίνημα Αλλαγής.
Συνεπώς η όλη συζήτηση θα αντιμετωπιστεί με την ίδια πάνω-κάτω στρατηγική. «Ότι δεν υπάρχουν σενάρια ερήμην του ελληνικού λαού. Ότι τα πάντα θα καθοριστούν με βάση τους συσχετισμούς δυνάμεων που θα αποφασίσει στις κάλπες. Τα δεδομένα σε σχέση με την προηγούμενη πολιτική περίοδο έχουν αλλάξει. Η δημοκρατική παράταξη μπορεί να παίξει ξανά πρωταγωνιστικό ρόλο να βάλει την πορεία της χώρας σε ρότα σοσιαλδημοκρατική, αλλά όλα αυτά προϋποθέτουν ισχυρή εντολή από τους πολίτες. Κάθε άλλη συζήτηση, αυτή την ώρα, περιττεύει».
Σε κάθε περίπτωση, το ζήτημα της μετεκλογικής στάσης του κόμματος, τα όρια και η πολιτική κατεύθυνση των συνεργασιών που μπορεί να αναπτύξει είναι ένα από τα ζητήματα που προσδίδουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο συνέδριο που θα πραγματοποιηθεί στις 20-22 Μαΐου. Δεν θα κριθεί εκεί μόνο η τύχη του εγχειρήματος της αυτοργάνωσης αλλά και το περιεχόμενο της σοσιαλδημοκρατίας την οποία επαγγέλλεται ο κ. Ανδρουλάκης, τα στοιχεία ταυτότητας του νέου κόμματος που θα ξεπηδήσει από την τριήμερη διαδικασία.