Κι όπως ο αιχμάλωτος του αυτοκράτορα Βαλτάσαρ, προφήτης Δανιήλ*, καλείται να εξηγήσει τη δυσοίωνη επιγραφή στον τοίχο του ανακτόρου («μανή-θεκέλ-φαρές»), έτσι και ο αιχμάλωτος του Πούτιν, Ζελένσκι, εξηγεί από τις γιγαντοοθόνες το «ζήτημα»: ο Γ’ Παγκόσμιος Πόλεμος έχει ήδη αρχίσει of the record, δηλαδή εκτός «εγγραφής» της Ιστορίας και του αρχείου της.

Κάτι που φέρνει σε αδιέξοδο όχι μόνο τους «αφηγητές» της Ιστορίας – με τους θριάμβους και τις καταστροφές της – αλλά και τους «παράγοντες».

Αυτό δείχνει ο τρόπος του Δανιήλ – Ζελένσκι, όταν αποκρυπτογραφεί για λογαριασμό εχθρών και φίλων το μήνυμα: ότι η Ιστορία και ο συμβατικός τρόπος αφήγησής της δεν έχουν ακόμα αναμετρηθεί με το τεχνο-ψυχαναγκαστικό παράδοξο της «εποχής»: το γενικευμένο Survivor. Εκείνη τη σκληρή (τηλεοπτική;) μπλόφα εξόντωσης, υπό το πρόσχημα της ευγενούς (υποτίθεται) άμιλλας και της νομοταγούς (δήθεν) διπλωματίας.

Παιχνίδι, που ενώ παίζεται πάντα «αλλού», λειτουργεί ψυχοφθόρα μέσα στα σπίτια και τα εθισμένα μυαλά, αναφερόμενο στο ανείπωτο της φρίκης: τη διαγραφή, με ένα πάτημα του κουμπιού της μνήμης ή της ανθρωπότητας.

Ιδού το αίνιγμα του συντελεσμένου μέλλοντος: κανείς να μη γνωρίζει τι είναι και πότε θα έχει συμβεί η συντέλεια.

Λέγεται πως όταν είμαστε με κάποιον μαζί, γνωρίζουμε ότι ο ένας από εμάς θα παραμείνει εν ζωή μετά τον θάνατο του άλλου.

Η βιβλική επιγραφή όμως την οποία καλείται να αποκρυπτογραφήσει αυτός ο μικρόσωμος ουκρανοεβραίος αξιωματούχος στις γιγαντοοθόνες όλων των «ανακτόρων» του κόσμου, από τη Μόσχα έως την Ουάσιγκτον, γράφει ακριβώς το αντίθετο: όταν είμαστε με κάποιον μαζί, δεν θα γνωρίζουμε ποιος από τους δύο θα παραμείνει εν ζωή, αφού θα έχουμε και οι δύο αποβιώσει και η μετά θάνατον ζωή θα είναι οι στάχτες των όπλων – τα ηλεκτρονικά θα έχουν εξαχνωθεί όπως, άλλωστε, και η Ιστορία.

Σήμερα, το Κίεβο «γράφει» «μέσα» στα μίντια που το «δείχνουν» ευρέως στην τηλεόραση προτού περάσει στους λίγους σινεφίλ που θα το βλέπουν όπως το «Χιροσίμα αγάπη μου» του Αλέν Ρενέ. Και η Δύση, που οργάνωσε τις πόλεις-θέατρο, θα δει τώρα και τις πόλεις-οικόπεδο μέσα από το σχολιασμένο και μουσικά επενδυμένο θέαμα των εναλλασσόμενων, κοφτών εικόνων στις ειδήσεις.

Από «θρησκευτική», η δομή του καπιταλισμού (Μαξ Βέμπερ) έγινε «εικονική» για ενοχοποιημένους τηλεθεατές και ένοχους ηγέτες που «λατρεύουν» το χρήμα και την εικόνα, όχι για να εξιλεωθούν οι ίδιοι αλλά για να ενοχοποιήσουν έτσι και τον Θεό σε μια κατάσταση απελπισίας η οποία, όπως γράφει ο Μπένγιαμιν, «αποτελεί αυτή και μόνο αντικείμενο ελπίδας».

Αλλά από το 1921, που κυκλοφόρησε το εξίσου προφητικό αυτό κείμενο, ο Θεός έχει κατ’ επανάληψη πεθάνει και ο Μπένγιαμιν έχει αυτοκτονήσει.

Παρά ταύτα, ο καπιταλισμός παγκοσμίως παραμένει θρησκεία του εαυτού του, χωρίς Θεό και σύντομα χωρίς ανθρώπους.

Ας το προσέξουμε. Δεν είναι μόνο ο καπιταλισμός που γίνεται με τόκους και τόκους επί τόκων αλλά και ο πόλεμος.

Η πολλαπλασιαστική δύναμη και των δύο έδειξε πως το «πνεύμα» του δεν μιλά μόνο μέσα «από τον διάκοσμο των χαρτονομισμάτων του» αλλά και των όπλων.

Και μία ομολογία για να τελειώνουμε. Αυτό που μου συμβαίνει με τον πόλεμο στην Ουκρανία είναι πως επιστρέφω στη θεωρία.

Σαν να προσπαθώ να με καθρεφτίσω σε ένα μαχαίρι και να μην τα καταφέρνω.

Ο Νικήτας Σινιόσογλου, που η ανάγνωσή του τέτοιες μέρες με ευφραίνει, «όλο και συχνότερα βρίσκει θαμπά ή βρόμικα τα σερβίτσια στα εστιατόρια».**

* Παλαιά Διαθήκη, «Δανιήλ», V. 25.

** «Ο καρπός της ασθενείας μου», εκδόσεις Κίχλη, 2021.