Μία επίσκεψη στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, ένα κατά τα άλλα ασήμαντο, δημόσιο κτίριο όπως είναι τα περισσότερα στη πατρίδα μας, είναι πάντα – ιδιαίτερα για τον αμύητο – αληθινή αποκάλυψη. Έκπληξη μεγατόνων.
Από την είσοδο ακόμη ως το υπερώο αλλά κυρίως στον τρίτο όροφο πού είναι τα κεντρικά γραφεία διοίκησης, ο επισκέπτης συναντάει έκπληκτος ένα πανόραμα της νεοελληνικής ζωγραφικής καθώς πίνακες παλαιότεροι και νεότεροι κοσμούν διαδρόμους, γραφεία, αίθουσες συνεδριάσεων και λοιπά. Όλα αυτά τα κατάφερε ο νυν υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας, γνωστός φιλότεχνος από την Καρδίτσα, ο οποίος μετέφερε ένα μεγάλο κομμάτι της συλλογής του στους κοινόχρηστους χώρους του υπουργείου του ως συμβολική συνύπαρξη τέχνης και Θέμιδας. Σαν υπόρρητη υπενθύμιση ότι η απονομή δικαιοσύνης είναι μέγιστη μορφή ανθρωπισμού. Δηλαδή τέχνης. Νομίζω πως αυτό που συμβαίνει στο κτήριο της Μεσογείων, πίσω από τις σχολές της αστυνομίας είναι μοναδικό όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά για ολόκληρη την Ευρώπη. Δεν νομίζω ότι μπορεί συχνά να δει κανείς στο διάδρομο ενός υπουργείου έργα λ.χ του πολύ γνωστού ζωγράφου της Αντίστασης και μέλους του ΚΚΕ Γιώργου Γούλα (1919 – 2015) ή του πρόσφατα χαμένου Κυριάκου Κατζουράκη (1944 – 2021) αλλά και νεότερων δημιουργών όπως είναι ο Εδουάρδος Σακαγιάν, ο Θανάσης Μακρής, ο Κώστας Παπανικολάου ή ο Τάσος Μαντζαβίνος.
Η είσοδος μάλιστα του υπουργείου εδώ και δύο χρόνια έχει διαμορφωθεί με έναν πάρα πολύ εντυπωσιακό τρόπο ώστε πρωτότυπα, φιαγμένα για την περίσταση μεγάλα σχέδια του γνωστού ζωγράφου – αγιογράφου Χρήστου Παπανικολάου ( το Βήμα έχει παρουσιάσει κι άλλες φορές την συνεργασία του με τον Αλβανίας Αναστάσιο) να μεταφερθούν σε μεγάλους καμβάδες μέσω εξαντλητικών εφαρμογών από τον κομπιούτερ στο μηχάνημα ακριβείας που λέγεται χρωμογράφος (drum scanner) και να δημιουργήσουν ένα επιβλητικό σύνολο με Αγγέλους της Δικαιοσύνης, ναούς της θέμιδας κ.α. ύψους τριών και μήκους περίπου 30 μέτρων. Το έργο – παρέμβαση αυτό δεν είναι προσφορά του ζωγράφου μόνο στον Κώστα Τσιάρα αλλά κυρίως στο υπουργείο και βέβαια θα κοσμεί το κρατικό κτήριο κι όταν ο νυν υπουργός αποχωρήσει.
Ο Χρήστος Παπανικολάου που ζει μόνιμα στα Τίρανα επί εικοσαετία και αγιογραφεί μόνος του μ’ έναν πραγματικά πρωτότυπο και ρηξικέλευθο τρόπου τον περικαλλή όσο και τεράστιο ναό της Ανάστασης, τη Μητρόπολη δηλαδή των Τιράνων, αλλά και το μαγικό, μικρό παρεκκλήσιο της Γέννησης δίπλα της, έργα αμφότερα του αρχιεπισκόπου Αναστασίου. Τι κρίμα λοιπόν και τι άδικο που πρόσφατα η Εφημερίδα Συντακτών θέλοντας να κάνει αντιπολίτευση εν ου παικτοίς κατηγόρησε προσωπικά τον συγκεκριμένο υπουργό Δικαιοσύνης και συλλέκτη ότι κατασπαταλά το δημόσιο χρήμα για να φτιάξει… ταπετσαρίες (sic).
Έτσι δηλαδή αποκάλεσε – ταπετσαρίες – ο ευαίσθητος συντάκτης τα πρωτότυπα έργα που πρόσφερε εντελώς αφιλοκερδώς ο Χρήστος Παπανικολάου τυπώνοντας τα με το ελάχιστο δυνατό κόστος στα εργαστήρια της περιοχής του, της Λάρισας και μεταφέροντας τα στην Αθήνα. Αν και δεν θα ήταν κακό να υπάρχουν καλαίσθητες ταπετσαρίες στην είσοδο ενός δημόσιου καταστήματος Το αντίθετο μάλιστα. Θυμάμαι εδώ πόσο θετική εντύπωση μου έκανε η είσοδος κεντρικής υπηρεσίας του Δήμου Αθηναίων επί της Λιοσίων που κοσμείται από μεγάλη τοιχογραφία Γιάννη Μόραλη.
Ειρήσθω εν παρόδω, για να επιστρέψουμε στον Παπανικολάου, ότι η όλη διαδικασία (σχεδίαση, εκτέλεση, εφαρμογή in situ κ.λπ) απαίτησε περισσότερο από δύο μηνών εργασία. Προσωπικά με ενοχλούν τόσο η κακοπιστία όσο και η εμπάθεια η οποία εμφιλοχωρεί στις μέρες μας σε κάθε εκδήλωση του ιδιωτικού ή του δημόσιου βίου. Πρόκειται για ένα είδος αρρώστιας που κατατρώγει δικαίους και αδίκους ενσταλάζοντας στο ευρύτερο κοινό το μίσος και την καχυποψία. Ιδιαίτερα μάλιστα όταν πρόκειται για τέχνη, τότε δεν τηρούνται καν τα προσχήματα. Υπενθυμίζουμε ότι ανάλογη δυσφήμιση υπέστη προσωπικά ο δήμαρχος Αλίμου Ανδρέας Κονδύλης όταν προσπάθησε με ελάχιστα οικονομικά μέσα και με πολύ ενθουσιασμό να δημιουργήσει μία πρωτότυπη συλλογή σύγχρονης ελληνικής τέχνης για το Δήμο του. Μία Δημοτική Πινακοθήκη! Τότε όλοι οι «προοδευτικοί» εξανέστησαν. Πού ακούστηκε Δήμος να αγοράζει πίνακες; Οι Δήμοι είναι μόνο για να πληρώνουν αργομισθίες και να φτιάχνουν και να ξαναφτιάχνουν πεζοδρόμια με την νόμιμη μίζα του 30%. Έτσι τις πρωτοβουλίες του ακολούθησαν καταγγελίες στον ΣΔΟΕ, καταγγελίες στην εφορία, καταγγελίες στο Ελεγκτικό Συνέδριο, καταγγελίες στην Εθνική Πινακοθήκη ώστε να αποδειχθεί πως τα έργα που αγοράζονται με όλες τις σύννομες ενέργειες είναι ή ακριβά, ή πλαστά, ή και τα δύο μαζί. Και βέβαια όλες αυτές οι κατηγορίες καταρρίφθηκαν όμως η λάσπη και η δυσάρεστη αίσθηση παραμένουν. Όποιος αγαπάει την τέχνη στην Ελλάδα, ιδιαίτερα αν είναι δημόσιο πρόσωπο, πρέπει αναγκαστικά να ριφθεί στο πυρ το εξώτερον. Αφού όλα πρέπει να έρθουν και να εξισωθούν στο δικό μας σπιθαμιαίο μέγεθος. Με όσα μπορούμε να κατανοήσουμε. Πώς το είπε ο σοφός; Όταν ο ήλιος πέφτει, η σκιά των νάνων φαντάζει γιγάντια.
ΥΓ. Μελετώντας την εξέλιξη της νεοελληνικής ζωγραφικής οφείλουμε να σταθούμε ιδιαίτερα στη σχέση ανάμεσα στην αγιογραφία, ένα είδος εφαρμοσμένης τέχνης, και στην γενικότερη εικαστική έκφραση. Θα έλεγα, κάπως σχηματικά, ότι ζωγράφοι και αγιογράφοι πορεύονται δίπλα δίπλα ανταλλάσσοντας τεχνικά μυστικά αλλά και αισθητικές εμπειρίες. Από την εποχή ακόμα που ο νεαρός Νικηφόρος Λύτρας βοηθάει τον δάσκαλο του Λούντβιχ Τήρς στην ναζαρηνή αγιογράφηση της Σώτειρας Λυκοδήμου (ρωσικής εκκλησίας) ως τον Φώτη Κόντογλου και το αισθητικό κίνημα που πυροδότησε λόγω και έργω καθιστώντας επίκαιρο το Βυζάντιο στη καρδιά του Μοντερνισμού, η σχέση γίνεται αδιαμφισβήτητη. Οι μεγάλοι Δασκάλοι είναι και μεγάλοι αγιογράφοι, δηλαδή κομιστές μιας προσωπικής, ανανεωτικής πρότασης: Ο Παρθένης, ο Παπαλουκάς (Μητρόπολη Άμφισσας), ο Αστεριάδης, ο Γουναρόπουλος, ο Βασιλείου (Άγιος Διονύσιος Σκουφά), ο Εγγονόπουλος, ο Τσαρούχης, ο Κοψίδης, ο Μυταράς, ο Σάμιος κλπ. Πρόσφατα έκανα μια πρώτη παρουσίαση της αγιογράφησης του Αγίου Δημητρίου στον Σκαραμαγκά που φιλοτέχνησε το 1948 ο ναύτης τότε Παναγιώτης Τέτσης και ολοκλήρωσαν την δεκαετία του ’50 οι Αστεριάδης και Ξινόπουλος. Ένα μικρό κομψοτέχνημα! Κατά σύμπτωση κι ο Αστεριάδης είναι από τη Λάρισα ενώ την δεκαετία του ’90 ο νεαρός τότε Παπανικολάου συντήρησε τις τοιχογραφίες αυτές όταν ήταν ναύτης στου Παλάσκα. Η ζωή μας κύκλους κάνει.
*Ο Μάνος Στεφανίδης είναι Ιστορικός Τέχνης και Καθηγητής στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του ΕΚΠΑ