Το 1988 ο σοσιαλιστής πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Μιτεράν ήταν υποψήφιος για τη δεύτερη, επταετή τότε, θητεία του. Μέσω επιστολής προς τους Γάλλους στην οποία ανέλυε το πολιτικό του πρόγραμμα διεκδίκησε την επανεκλογή του. Εν έτει 2022 ένας άλλος πρόεδρος της Γαλλίας, ο κεντρώος Εμανουέλ Μακρόν, μιμούμενος τον Μιτεράν, ζήτησε με επιστολή σε μεγάλες γαλλικές εφημερίδες της περιφέρειας από τους πολίτες (4/3/22) να ανανεώσουν την εμπιστοσύνη στο πρόσωπό του εν όψει των προεδρικών εκλογών στις 10 και 17 Απριλίου. Ο Μακρόν είναι «πρόεδρος και ταυτόχρονα υποψήφιος πρόεδρος», όπως και ο Μιτεράν, μια θέση εξ ορισμού πλεονεκτική έναντι των αντιπάλων του. Οι σημερινές συγκυρίες ωστόσο είναι εντελώς διαφορετικές: το 1988 ο Ψυχρός Πόλεμος έβαινε στη δύση του, το 2022 η πρωτοφανής διεθνής κρίση στην Ουκρανία, με αβέβαιη έκβαση, δεν αφήνει περιθώρια για το ότι ο νέος Ψυχρός Πόλεμος έχει ήδη αρχίσει.
Η ρωσική επίθεση στην προεκλογική μάχη
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία λειτούργησε καταλυτικά για τη γαλλική προεκλογική εκστρατεία. Και πριν από την εισβολή στις 24 Φεβρουαρίου ο Μακρόν προηγείτο στις δημοσκοπήσεις (Ifop) έναντι των άλλων υποψηφίων, με ποσοστό 24% έναντι 17% και 16% των ακροδεξιών Μαρίν Λεπέν και Ερίκ Ζεμούρ αντιστοίχως, ενώ ακολουθούσαν η δεξιά Βαλερί Πεκρές και ο αριστερός Ζαν Λικ Μελανσόν. Η υποψήφια των Σοσιαλιστών, η δήμαρχος του Παρισιού Αν Ινταλγκό, η επίσης σοσιαλίστρια πρώην υπουργός Κριστιάν Τομπιρά και ο οικολόγος Γιανίκ Ζαντό κινούνταν σε χαμηλά μονοψήφια ποσοστά. Μετά την εισβολή ωστόσο τα ποσοστά του Μακρόν εκτοξεύτηκαν στο 30,5% (Ifop-Le Monde, 5/3/22) καθώς οι Γάλλοι συσπειρώνονται στο πρόσωπο του προέδρου τους, όπως συνήθως συμβαίνει σε περιόδους μείζονος κρίσης. Δημοσκόπηση μάλιστα της Elabe/BFM TV την περασμένη Τετάρτη έδινε στον Μακρόν ποσοστό 33,5% έναντι 29% την αμέσως προηγούμενη ημέρα.
Πρόγραμμα με το σταγονόμετρο
Οι Γάλλοι επικροτούν τους χειρισμούς του Μακρόν στην κρίση της Ουκρανίας, ωστόσο οι αντίπαλοί του τού προσάπτουν ότι εκμεταλλεύεται τον πόλεμο που επισκιάζει όλα τα υπόλοιπα, για να μην αναφερθεί αναλυτικά στο πολιτικό πρόγραμμα για τη δεύτερη θητεία του. «To πρόγραμμα του Μακρόν είναι ο Μακρόν» κατήγγειλε ο Ζοφρουά Ντιντιέ, εκπρόσωπος Τύπου της Πεκρές. Ο «Monde» σημείωνε επίσης ότι ο Μακρόν «ανακοινώνει το πρόγραμμά του με το σταγονόμετρο» και ότι αυτή είναι στρατηγική επιλογή του επιτελείου του, το οποίο προτάσσει την προσωπικότητα του Μακρόν αφήνοντας τις λεπτομέρειες του προγράμματος για το διάστημα μετά την ενδεχόμενη επανεκλογή του και πριν από τη διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών τον Ιούνιο.
Τα «τέσσερα σύμφωνα»
Ο Μακρόν δήλωσε ότι το πρόγραμμά του θα αρθρωθεί γύρω από «τέσσερα σύμφωνα»: «Ενα σύμφωνο για την Ευρώπη», με στόχο τη δημιουργία κοινής αμυντικής πολιτικής της ΕΕ, «ένα σύμφωνο μεταξύ των γενεών», στο οποίο θα εντάξει τις μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό σύστημα (η αντίθεση στις οποίες προκάλεσε απεργίες διαρκείας στη Γαλλία), ένα «σύμφωνο για την παραγωγικότητα» με σκοπό την ενίσχυση της πλήρους απασχόλησης και ένα «σύμφωνο για τη διασφάλιση της δημοκρατίας» με μέτρα για την ενίσχυση του κοσμικού χαρακτήρα του γαλλικού κράτους (laicité) και για την αντιμετώπιση της μετανάστευσης. Σε αυτό το πλαίσιο, δεν αποτέλεσε έκπληξη η ανακοίνωση του κυβερνητικού εκπροσώπου, Γκαμπριέλ Ατάλ, την περασμένη Πέμπτη, ότι στο πρόγραμμα του Μακρόν περιλαμβάνεται η αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης των εργαζομένων από τα 62 έτη στα 65. Στη θέση περί «περισσότερης εργασίας με σκοπό τη μεγαλύτερη μείωση των φόρων» είχε αναφερθεί ο Μακρόν σε διάγγελμά του στη γαλλική τηλεόραση στις 9 Νοεμβρίου 2021.
Η εκστρατεία-φάντασμα και η λάθος πλευρά της Ιστορίας
«Ο Mακρόν εκμεταλλεύτηκε την κατάρρευση του πολιτικού συστήματος το 2017 αλλά στη διάρκεια της θητείας του δεν κατάφερε να δώσει απάντηση στο ζήτημα της επανίδρυσης της δημοκρατίας, ένα ζήτημα που στοιχειώνει τη θητεία του ήδη από την κρίση των Κίτρινων Γιλέκων (το 2018). Αυτή η προεκλογική εκστρατεία-“φάντασμα” διεξάγεται τη χειρότερη στιγμή, καθώς η δυσπιστία των γάλλων πολιτών έναντι των πολιτικών εντείνεται» σημείωνε σε οξύ ύφος η Σολέν ντε Ρουαγέ, αρθρογράφος του «Μonde».
Ο Μακρόν όμως δεν δημιούργησε τις συνθήκες μιας εκστρατείας-φάντασμα. Η θητεία του χαρακτηρίστηκε από τις δράσεις για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης λόγω του κορωνοϊού και ολοκληρώνεται μέσα στον κρότο που προκαλεί ο ρωσικός πόλεμος στην Ουκρανία. Αρχικώς οι Γάλλοι δυσανασχέτησαν αλλά τελικώς ενέκριναν τα μέτρα του για την αντιμετώπιση της πανδημίας στα οποία περιλαμβάνονταν και γενναίες κρατικές επιδοτήσεις. Τώρα, στο Ουκρανικό ο Μακρόν και ως ηγέτης της χώρας που ασκεί την προεδρία της ΕΕ το τρέχον εξάμηνο εκφράζει με κάθε τρόπο την προσήλωσή του στις αρχές της δημοκρατίας.
Αντιθέτως οι ανθυποψήφιοί του βρίσκονται στη λάθος πλευρά της Ιστορίας: βλέποντας τα ποσοστά του στις δημοσκοπήσεις να μειώνονται, ο ακροδεξιός Ζεμούρ, γνωστός για τον θαυμασμό του στον Πούτιν, αναγκάστηκε να μετριάσει τα φιλορωσικά του αισθήματα ενώ με αφορμή τη Διεθνή Ημέρα της Γυναίκας (8/3) δήλωσε ότι στηρίζει τις γυναίκες – τη στιγμή που πληθαίνουν οι καταγγελίες εναντίον του για σεξουαλική παρενόχληση σε γυναίκες.
Ομοίως η Μαρίν Λεπέν απέσυρε ένα εκατομμύριο προεκλογικά φυλλάδια που περιείχαν φωτογραφία της από παλαιότερη συνάντησή της με τον Πούτιν, ενώ προς άγραν ψήφων έκανε και εκείνη στροφή 180 μοιρών ως προς τη νομοθεσία του 2000 περί ισότητας των φύλων, στην οποία εναντιωνόταν αλλά τώρα βλέπει «ότι αποδίδει». Οσο για τον «ανυπότακτο» Μελανσόν, ο μόνος που βλέπει τα δημοσκοπικά του ποσοστά να αυξάνονται (11,5%, Ifop, 3/3/22) αναγκάστηκε επίσης να μετριάσει τις αντιδυτικές κορόνες – οι οποίες οφείλονται κυρίως σε άκρατο αντιαμερικανισμό – και να προτάσσει διαρκώς το δόγμα της αδέσμευτης Γαλλίας, δηλαδή το δόγμα των ίσων αποστάσεων (οποιαδήποτε ομοιότητα με μέρος της εγχώριας Αριστεράς είναι συμπτωματική). Ο Μελανσόν υπόσχεται επίσης συνταξιοδότηση στα 60 έτη. Δεν προσδιορίζει πώς αυτό θα επιτευχθεί, με δεδομένο ότι η μείωση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών είναι το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα για τους Γάλλους, με δεύτερο το Ουκρανικό, το οποίο προοιωνίζεται ακόμη μεγαλύτερη οικονομική κρίση από την πετρελαϊκή του 1973, όπως τόνισε ο γάλλος υπουργός Οικονομικών, Μπρουνό Λεμέρ.