Ο μεταπανδημιακός χάρτης της Υγείας – Τι προβλέπει

Η έκθεση 13 καθηγητών και οι προτάσεις για τη βιωσιμότητα του συστήματος Υγείας – Η αξιολόγηση των νοσοκομείων, οι συγχωνεύσεις και η ανάπτυξη μονάδων εξειδικευμένης φροντίδας

Για τη μεταπανδημική εποχή έχουν συσσωρευθεί σημαντικές μεταρρυθμιστικές εκκρεμότητες στον χώρο της Υγείας. Ο άναρχος σχεδιασμός και οι στρεβλώσεις του ΕΣΥ επιτάσσουν το χτίσιμο ενός νέου υγειονομικού χάρτη που θα οδηγήσει σε «ριζική αναδιάρθρωση» και συνεπακόλουθα στη δημιουργία ενός ισχυρού και ευέλικτου συμπλέγματος υπηρεσιών που θα ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των πολιτών και στις σύγχρονες ανάγκες της επόμενης μέρας.

Και παρότι ο πανδημικός ιός… λυσσομανούσε τα τελευταία δύο χρόνια στο σύνολο της επικράτειας, ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Υγείας, Βασίλης Κοντοζαμάνης, είχε αναθέσει σε 13 καθηγητές με ενδελεχή γνώση του πολύπαθου τομέα της Υγείας να αποτυπώσουν σε μια αναλυτική έκθεση τα κακώς κείμενα του συστήματος.

Κατά το ίδιο διάστημα και εν μέσω υγειονομικής κρίσης κατέστη σαφές πως τα νοσοκομεία παρέμειναν όρθια εξαιτίας του επίπονου (και σε αρκετές περιπτώσεις άνισου) αγώνα που έδωσε το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό. Μοιραία, αποκαλύφθηκαν οι αδυναμίες, τα κενά αλλά και η κατασπατάληση ή η απουσία έμψυχων και άψυχων πόρων.

«Τα περιφερειακά νοσοκομεία δοκιμάστηκαν» είχε παραδεχθεί στη διάρκεια των πανδημικών κυμάτων ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, δείχνοντας τους… αδύναμους κρίκους και κάνοντας λόγο για «ΕΣΥ δύο ταχυτήτων».

Το «κύτταρο» των αλλαγών

Εν τω μεταξύ η έκθεση των ειδικών – την οποία συνυπογράφουν οι καθηγητές Γ. Τούντας, Ι. Υφαντόπουλος, Κ. Αθανασάκης, Α. Βοζίκης, Μ. Γείτονα, Α. Γούλα, Θ. Ζαούτης, Χ. Ζηλίδης, Δ. Καϊτελίδου, Χ. Οικονόμου, Γ. Πιερράκος, Ν. Πολύζος και Κ. Σουλιώτης – έχει πλέον ολοκληρωθεί. Και αποτελεί «κύτταρο» των δρομολογούμενων αλλαγών, καθώς λειτουργεί ως πυξίδα για τη βιωσιμότητα του συστήματος Υγείας. Για να συμβεί όμως αυτό, κρίνονται αναγκαίες γενναίες παρεμβάσεις που συνοψίζονται σε συγχωνεύσεις νοσοκομείων και κλινικών αλλά και σε μετατροπή ρόλου συγκεκριμένων υγειονομικών μονάδων.

Σημειώνεται δε πως οι 49 σελίδες της, στις οποίες οι ειδικοί συμπυκνώνουν τις «αμαρτίες» του παρελθόντος και καταγράφουν τις σύγχρονες ανάγκες, αποτελούν ένα σημαντικό εισαγωγικό κεφάλαιο του γενικότερου σχεδίου που προβλέπει μεταξύ άλλων την τεχνολογική και κτιριακή αναβάθμιση των νοσοκομείων και την ενίσχυση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών μέσω του Ταμείου Ανάπτυξης και των Συμπράξεων Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ).

Νοσοκομεία κόμβου και ακτίνας

«Το δημόσιο σύστημα Υγείας στην Ελλάδα, και ειδικότερα ο νοσοκομειακός τομέας, δεν διαμορφώθηκε στο πλαίσιο ενός εθνικού σχεδιασμού» αναφέρεται στην ίδια έκθεση. Οι συγγραφείς εξηγούν πως η ίδρυση νοσοκομείων ήταν αποτέλεσμα αναγκών που δημιουργούσαν οι επιμέρους ιστορικές συγκυρίες, οι δημογραφικές αλλαγές, οι επιθυμίες των μεγάλων δωρητών, αλλά και οι πολιτικές σκοπιμότητες. Μοιραία εξαιτίας της απουσίας μιας ολοκληρωμένης προσπάθειας για την ανασυγκρότηση του νοσοκομειακού τομέα του ΕΣΥ καθώς και των μονάδων μετανοσοκομειακής και χρόνιας φροντίδας, οι ανάγκες για άμεση και αποτελεσματική νοσοκομειακή περίθαλψη του ελληνικού πληθυσμού, καθώς και για μετανοσοκομειακή και χρόνια φροντίδα δεν ικανοποιούνται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

Επιπλέον και αντλώντας παραδείγματα διεθνών πρακτικών για την αναδιοργάνωση του νοσοκομειακού τομέα οι καθηγητές που συνυπογράφουν τη μελέτη κάνουν εκτενή αναφορά στο μοντέλο «hub and spoke». Πιο συγκεκριμένα, αυτή η μέθοδος οργάνωσης, όπως υπογραμμίζουν, όπου έχει εφαρμοστεί παρουσιάζει αυξημένη αποτελεσματικότητα αλλά και μεγάλη οικονομική αποδοτικότητα. Και διακρίνεται από τα νοσοκομεία «κόμβου», τα οποίο παρέχουν πιο εντατικές ιατρικές υπηρεσίες, έχουν υψηλότερη επένδυση πόρων και μεγαλύτερη συγκέντρωση της πιο προηγμένης ιατρικής τεχνολογίας, και τα νοσοκομεία «ακτίνας», τα οποία προσφέρουν πιο περιορισμένες υπηρεσίες ανταποκρινόμενα στις τοπικές ανάγκες.

Μακροχρόνια φροντίδα υγείας

Παράλληλα όμως το μοντέλο αυτό δίνει τη δυνατότητα για την ανάπτυξη του παραμελημένου στη χώρα μας τομέα της μετανοσοκομειακής φροντίδας. Πιο συγκεκριμένα κατά τη διαδικασία της αναδιοργάνωσης δίδεται ο απαραίτητος χώρος για τη δημιουργία δομών παροχής υπηρεσιών μακροχρόνιας φροντίδας υγείας (long term care / nursing homes), αποκατάστασης / αποθεραπείας, κατ’ οίκον φροντίδας και ανακουφιστικής φροντίδας.

Παρ’ όλα αυτά, οι συγγραφείς της έκθεσης δεν αμελούν να υπογραμμίσουν και τα μειονεκτήματα, όπως είναι για παράδειγμα «η συμφόρηση ασθενών στα νοσοκομεία-κόμβους, σε περιπτώσεις όπου η ροή των ασθενών από ένα ή περισσότερα νοσοκομεία «ακτίνας» γίνεται χωρίς συντονισμό και χωρίς να διασφαλίζεται ότι τα νοσοκομεία-κόμβοι μπορούν να αντεπεξέλθουν στη ζήτηση».

Σε κάθε περίπτωση οι ειδικοί θέτουν ως βασικούς στόχους την ισότιμη και ευχερή πρόσβαση των πολιτών σε υψηλής ποιότητας υγειονομικές υπηρεσίες, την παροχή νοσοκομειακών υπηρεσιών που να αντιστοιχούν και να ικανοποιούν τις ανάγκες υγείας του πληθυσμού σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, αλλά και τη διασφάλιση της λειτουργικής και οικονομικής αποδοτικότητας όλων των μονάδων υγείας του ΕΣΥ.

 

Τα αγκάθια της υλοποίησης

Και αν οι παθογένειες του συστήματος είναι εν ολίγοις γνωστές, η μεγαλύτερη πρόκληση σήμερα είναι η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων. Υπενθυμίζεται άλλωστε πως και στο πρόσφατο παρελθόν, όταν η χώρα βρισκόταν αντιμέτωπη με την οικονομική κρίση, είχε χυθεί πολύ μελάνι για την επείγουσα ανάγκη ανασυγκρότησης.

Αρκετές όμως από εκείνες τις προτάσεις μετατράπηκαν σε… ευχολόγια και σχέδια που κλειδώθηκαν στο συρτάρι, λόγω των σφοδρών αντιδράσεων. Σήμερα η πανδημική εμπειρία έφερε εκ νέου τον νευραλγικό τομέα της Υγείας στο προσκήνιο, αποδεικνύοντας ότι δεν υπάρχει περιθώριο για καθυστερήσεις ούτε και για πολιτική ολιγωρία ή / και ατολμία, με τους επιστήμονες να κάνουν λόγο για ένα θνησιγενές σύστημα.

Σε κάθε περίπτωση πάντως, για να βγουν οι… σκελετοί από την ντουλάπα θα πρέπει να γίνει καταγραφή όλων των υπηρεσιών και των δομών, αξιολόγησή τους, αλλά και να χαρτογραφηθούν οι τοπικές ανάγκες.

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η πληρότητα αρκετών περιφερειακών νοσοκομείων – ή συγκεκριμένων κλινικών – δεν ξεπερνά το 50%, με αποτέλεσμα να μην είναι βιώσιμα, την ώρα που η χώρα πάσχει από δομές μετανοσοκομειακής φροντίδας. Αντιστρόφως ανάλογα, μεγάλα νοσηλευτικά ιδρύματα (π.χ. πανεπιστημιακά) καταγράφουν πληρότητα άνω του 90%, με αποτέλεσμα να αναπτύσσονται ράντζα (μία ακόμα… μαύρη σελίδα του ΕΣΥ), όταν το αντίστοιχο ποσοστό δεν θα έπρεπε να υπερβαίνει το 70% ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν έκτακτες, αυξημένες ανάγκες.

Το «προφίλ» των αναγκών

Υπό το πρίσμα αυτό, ο Οργανισμός Διασφάλισης Ποιότητας της Υγείας (ΟΔΙΠΥ) αποτελεί σημαντικό «εργαλείο» για τον στρατηγικό σχεδιασμό. Πέραν όμως από τα ποσοτικά δεδομένα που συγκεντρώνει, βάζει στο… μικροσκόπιο και ποιοτικούς δείκτες αλλά και στοιχεία που συνθέτουν το «προφίλ» των αναγκών μιας περιοχής τόσο στο «τώρα» και όσο στο «αύριο». Για παράδειγμα, συνυπολογίζονται κοινωνικά και δημογραφικά δεδομένα, τάσεις ως προς τις γεννήσεις, το εκπαιδευτικό και κοινωνικό-οικονομικό επίπεδο (για παράδειγμα, σε περιοχές με υψηλά ποσοστά ανεργίας αναμένεται μεγαλύτερη χρήση των δημόσιων υπηρεσιών υγείας) αλλά και επιδημιολογικά δεδομένα (π.χ. πιο συχνά νοσήματα ανά περιοχή).

Επίσης, συνεκτιμώνται σημαντικές παράμετροι, όπως είναι οι παράγοντες κινδύνου (π.χ. παχυσαρκία, κάπνισμα), πιθανοί πληθυσμοί μεταναστών, το οδικό δίκτυο, ακόμα και η συχνότητα των τροχαίων ατυχημάτων και εάν μια περιοχή αποτελεί τουριστικό προορισμό.

Σημαντική λεπτομέρεια που επισημαίνουν οι ειδικοί που επεξεργάζονται τον στρατηγικό σχεδιασμό είναι πως δεν φθάνει μόνο η ποσοτική επάρκεια του προσωπικού σε ένα νοσοκομείο. Είναι σημαντικό οι επαγγελματίες Υγείας να έχουν τόσο τις γνώσεις όσο και τις δεξιότητες που απαιτούνται για να παρέχουν ασφαλείς και υψηλής ποιότητας υπηρεσίες στους πολίτες.

Για παράδειγμα, ένας χειρουργός που βρίσκεται σε ένα απομακρυσμένο νοσοκομείο και πραγματοποιεί ένα χειρουργείο ανά 10 ημέρες είναι βέβαιο ότι χρειάζεται επικαιροποίηση των γνώσεων και των δεξιοτήτων του. Και σημειώνουν πως σε αυτό θα βοηθούσε η διασύνδεση του μικρού νοσοκομείου με ένα μεγαλύτερο, τριτοβάθμιο, και η δυνατότητα του χειρουργού να συνεργάζεται στενά με συναδέλφους του, να ενημερώνεται για καινούργιες χειρουργικές τεχνικές, κ.τ.λ.

Ανορθολογική κατανομή υπηρεσιών

Τα παραδείγματα ανορθολογικής κατανομής υπηρεσιών είναι πολλά. Παρ’ όλα αυτά και παρότι έχει γίνει πολύς λόγος για κατάργηση δομών, οι «αρχιτέκτονες» του νέου ΕΣΥ επιμένουν πως αυτό δεν είναι το ζητούμενο.

Παράδειγμα 1ο: Τα γενικά νοσοκομεία Αργους και Ναυπλίου βρίσκονται στον ίδιο νομό και απέχουν περίπου 20 λεπτά μεταξύ τους και λιγότερο από μία ώρα από την Κόρινθο. Και στα τρία νοσοκομεία οι τρεις παθολογικές κλινικές λειτουργούν με υψηλές πληρότητες και χρειάζονται ενίσχυση ως προς το ιατρικό προσωπικό.
Ωστόσο, από τα δεδομένα προκύπτει πως υπάρχουν κλινικές που υπολειτουργούν. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το Μαιευτικό – Γυναικολογικό Τμήμα στο Νοσοκομείο Ναυπλίου φαίνεται ότι λειτουργούσε και πριν από την πανδημία με πολύ χαμηλές πληρότητες (κάτω του 20%), ενώ το ίδιο συμβαίνει και στο Νοσοκομείο Αργους (με πληρότητες κάτω από 30%). Στην περίπτωση αυτή, η πρόταση που φαίνεται να προκρίνεται είναι να λειτουργεί στον νομό μία, πιο ενισχυμένη κλινική.
Αντίστοιχα, μέχρι πρότινος, το Ορθοπαιδικό Τμήμα διατηρούσε στο Νοσοκομείο Ναυπλίου πέντε κλίνες με μηδενική πληρότητα. Σήμερα, το Νοσοκομείο Αργους διαθέτει ένα πλήρως ανεπτυγμένο τμήμα με υψηλές πληρότητες που ουσιαστικά αναλαμβάνει πλέον εξ ολοκλήρου και τα περιστατικά του Ναυπλίου και, προκειμένου να ανταποκριθεί με τον πλέον βέλτιστο τρόπο στις ανάγκες υγείας του εξυπηρετούμενου πληθυσμού, είναι επιτακτική η ανάγκη ενίσχυσής του με το σχετικό ιατρικό προσωπικό.

Παράδειγμα 2ο: Τα γενικά νοσοκομεία Κοζάνης Μαμάτσειο και Πτολεμαΐδας Μποδοσάκειο βρίσκονται επίσης στον ίδιο νομό και απέχουν περίπου 30 λεπτά μεταξύ τους. Οι παθολογικές κλινικές και στα δύο νοσοκομεία λειτουργούν με υψηλές πληρότητες και χρειάζονται ενίσχυση ως προς το ιατρικό προσωπικό, ενώ υπάρχουν και κλινικές που υπολειτουργούν. Πολύ πρόσφατα, στο Μποδοσάκειο, η ΩΡΛ κλινική αποδέσμευσε τις κλίνες της λόγω διαχρονικά χαμηλής πληρότητας.
Ποιο θα μπορούσε να ήταν το επόμενο βήμα; Για τα τμήματα ή κλινικές που υπολειτουργούν (με πληρότητες κάτω του 15%-20%) τόσο στο Μποδοσάκειο όσο και στο Μαμάτσειο, οι ειδικοί που επεξεργάζονται τα δεδομένα προτείνουν οι κλίνες αυτών των τμημάτων να μη μένουν αναξιοποίητες και η δύναμη αυτή να κατευθυνθεί στην ενίσχυση των υφιστάμενων υπηρεσιών, π.χ. με την ενίσχυση του Ογκολογικού και του Ορθοπαιδικού Τμήματος στο Μποδοσάκειο αλλά και την ανάπτυξη νέων υπηρεσιών (όπως Κέντρο Φυσικής Ιατρικής και Αποκατάστασης αλλά και διερεύνηση ανάπτυξης υπηρεσιών μακροχρόνιας φροντίδας υγείας και γηριατρικών μονάδων στην ευρύτερη περιοχή, λόγω και του γηράσκοντος πληθυσμού στην περιοχή).
Τέλος, και ειδικότερα για το Μποδοσάκειο Νοσοκομείο στην Πτολεμαΐδα, είναι αναγκαία η περαιτέρω ενίσχυση με νοσηλευτικό προσωπικό, καθώς ο αριθμός του νοσηλευτικού ανά κατειλημμένη κλίνη αντιστοιχεί σε 1,3, αναλογία υπολειπόμενη από την αντίστοιχη ισχύουσα διεθνώς. Αντίστοιχα όμως και τα νοσοκομεία της Αργολίδας πρέπει να ενδυναμωθούν με νοσηλευτές.

Υφεση στα μέτρα, αύξηση στα κρούσματα

Η ύφεση του 5ου κύματος αποδεσμεύει τα κέντρα αποφάσεων από την επιτακτική ανάγκη αντιμετώπισης της επείγουσας κατάστασης που είχε προκαλέσει η πανδημία, με αποτέλεσμα οι ειδικοί να στρέφουν το βλέμμα τους στην επόμενη μέρα. Παρ’ όλα αυτά, επιδημιολόγοι και λοιμωξιολόγοι προειδοποιούν πως ο πανδημικός ιός συνεχίζει να κυκλοφορεί στη χώρα μας.
Μάλιστα, οι εκτιμήσεις για τις επόμενες εβδομάδες δεν είναι τόσo αισιόδοξες, καθώς ενόσω η Ομικρον 2 κερδίζει συνεχώς έδαφος αναμένεται να συντηρήσει τα ημερήσια κρούσματα σε υψηλά επίπεδα. Είναι ενδεικτικό πως η BA.2 ανιχνεύεται στο 20% και πλέον των νέων κρουσμάτων, αποκαλύπτοντας τις επεκτατικές τάσεις της.

«Αντίβαρο»

Παρ’ όλα αυτά, το δεδομένο αυτό – όπως φάνηκε και από τα όσα ειπώθηκαν μεταξύ των μελών της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων την περασμένη Τετάρτη – δεν φαίνεται να προκαλεί σημαντική ανησυχία. «Αντίβαρο» στην επέλαση της Ομικρον 2 είναι η σημαντική εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού (πλέον αγγίζει το 83% στους ενηλίκους), σηκώνοντας μια ισχυρή ασπίδα προστασίας στο δοκιμαζόμενο ΕΣΥ.
Αρκεί κανείς να αναλογιστεί πως παρότι τα τελευταία 24ωρα η χώρα ξεπερνάει ακόμα και τις 20.000 νέες λοιμώξεις ημερησίως, οι νοσηλευόμενοι έχουν μειωθεί στους 2.800 και οι διασωληνωμένοι στους 359. Ωστόσο μόλις έναν μήνα πριν οι ασθενείς σε απλές κλίνες COVID έφταναν τους 4.383 και οι διασωληνωμένοι τους 516.
Υπό τις εξελίξεις αυτές, οι επιστήμονες όχι μόνο δεν εκφράζουν δεύτερες σκέψεις για τα ανοίγματα, αλλά δρομολογούν με ταχύτερους ρυθμούς την επιστροφή στην κανονικότητα. Ετσι, με χρονικό «ορόσημο» το Πάσχα, εκτιμάται πως, εκτός σημαντικού απροόπτου, οι πολίτες θα έχουν αφήσει πίσω τους τα… βαρίδια της πανδημίας, με τους ειδικούς εν τούτοις να υπογραμμίζουν σε κάθε ευκαιρία πως εκείνοι οι πολίτες που ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες – ιδίως δε εάν είναι ανεμβολίαστοι – οφείλουν να μην εφησυχάζουν.

Η χρήση μάσκας

Ενδεικτικό το παράδειγμα της χρήσης μάσκας σε εξωτερικούς χώρους, με τους επιστήμονες να επισημαίνουν πως η κατάργηση της υποχρεωτικότητας δεν ισοδυναμεί με κατάργηση της ανάγκης προστασίας για εκείνους που τη χρειάζονται.
Εν τω μεταξύ, στην επόμενη συνεδρίαση αναμένεται η εισήγηση των μελών για τη μείωση των self tests που πραγματοποιούν οι μαθητές εβδομαδιαίως, από δύο σε ένα. Και αυτό διότι παρότι τα παιδιά και οι έφηβοι πυροδοτούν σταθερά την επιδημία, αποτελώντας σήμερα ένα στα τέσσερα κρούσματα, η συντριπτική πλειονότητα παρουσιάζει ήπια ή καθόλου συμπτώματα.
Σημειώνεται, δε, πως η απόφαση αυτή θα αποτελέσει τον πρώτο κρίκο της αλυσίδας των αλλαγών που δρομολογούνται και στο πεδίο του διαγνωστικού ελέγχου για τον κορωνοϊό, στην επόμενη φάση.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.