Όταν ο Τζο Μπάιντεν εξελέγη στην Προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών τον Ιανουάριο του 2021, πολλοί στην Ευρώπη ανέπνευσαν με ανακούφιση. Η τετραετία της «συγκατοίκησης» με τον Ντόναλντ Τραμπ δεν ήταν απλά δύσκολη. Υπήρξε εφιαλτική, τόσο από πολιτικής όσο και από… αισθητικής απόψεως. Ο ίδιος ο πολύπειρος Μπάιντεν κατέστησε δε εξαρχής σαφές ότι θα επιδιώξει την «ανάνηψη της Δύσεως» που στην τετραετία Τραμπ υπέστη δεινό πλήγμα.
Οι διατλαντικές σχέσεις συνιστούν τον πυρήνα της Δύσης. Είναι αλήθεια ότι τουλάχιστον σε τρεις περιπτώσεις, τόσο στην απόφαση να συναντηθεί με τον Βλαντίμιρ Πούτιν στη Γενεύη στα μέσα του 2021, όσο επίσης στην απόφασή του να εγκαταλείψει το Αφγανιστάν και στη συνέχεια να υπογράψει τη συμφωνία AUKUS με την Αυστραλία και το Ηνωμένο Βασίλειο με σκοπό τη στρατιωτική ανάσχεση της Κίνας στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, ο Μπάιντεν μάλλον αιφνιδίασε, αν όχι αγνόησε, τους Ευρωπαίους.
Ωστόσο, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία επανέφερε τις Ηνωμένες Πολιτείες στην «καρδιά της Ευρώπης». Η επίσκεψη του Τζο Μπάιντεν την προσεχή εβδομάδα στις Βρυξέλλες με σκοπό να παραστεί όχι μόνο στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ όσο και στη Σύνοδο Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 24 Μαρτίου αποδεικνύουν – για ακόμη μία φορά – ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν στη μετά το 1945 εποχή ο βασικός πυλώνας της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφαλείας. Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ είναι ο μεγάλος κερδισμένος αυτής της κρίσης, όπως ήταν και μετά τους εμφυλίους πολέμους της πρώην Γιουγκοσλαβίας στα μέσα και στα τέλη της δεκαετίας του 1990.
Η «επιστροφή των Αμερικανών» στην Ευρώπη θα οδηγήσει στην πλήρη αναζωογόνηση του ΝΑΤΟ που, πιο σφριγηλό πλέον, θα επιδιώξει να διαμορφώσει ενιαία γραμμή τόσο έναντι της Μόσχας όσο και του Πεκίνου. Οι δε Ευρωπαίοι καλούνται πλέον να αναλάβουν το φορτίο που τους αναλογεί, όχι τόσο πολύ πια υπό την ομπρέλα μίας ξεκάθαρης στρατηγικής αυτονομίας αλλά στο πλαίσιο του «νέου ΝΑΤΟ». Και σε αυτές τις νέες συνθήκες, τα περιθώρια για διαφοροποιήσεις από την κοινή γραμμή θα είναι πια περιορισμένα.
Η Αθήνα τα τελευταία χρόνια έχει πραγματοποιήσει κάποιες «έξυπνες επιλογές» και έχει κινηθεί προς ενδυνάμωση της «σκληρής ισχύος» της. Σε αυτό το πλαίσιο, έχει τώρα την ευκαιρία να εξαργυρώσει τη δυτικόστροφη πολιτική της, ώστε να αποτρέψει να γείρει η πλάστιγγα υπέρ του, εσχάτως, άκρως κινητικού (προς πάσα κατεύθυνση) και αιφνιδίως εμφανιζόμενου διαλλακτικού γείτονα.