Μερικές φορές δεν χρειάζεται να ανακαλύψεις την Αμερική για να δεις τι πραγματικά συμβαίνει στη χώρα. Πού πονάει η οικονομία, πώς λαμβάνονται οι αποφάσεις και πώς επηρεάζεται ακόμη και η διπλωματία υπό το βάρος των χρόνιων προβλημάτων τα οποία δυστυχώς οι κυβερνήσεις όχι μόνο δεν κατάφεραν να επιλύσουν, αλλά – όσο θυμάμαι – έσπρωχναν κάτω από το χαλί.
Οσοι αναζητούν απαντήσεις δεν χρειάζεται να ανατρέξουν στις επίσημες εκθέσεις των οργανισμών (ΔΝΤ, ΟΟΣΑ, ΕΚΤ) που πάντοτε χρωματίζονται από φίλτρα της πολιτικής (όπως ακριβώς συνέβαινε επί σειρά ετών πριν από τη χρεοκοπία του 2010), αλλά μπορούν να σταθούν στη μελέτη των ερευνητών της διαΝΕΟσις Φαίης Μακαντάση και Ηλία Βαλεντή για την οικονομία.
Μετά την κοινή διαπίστωση ότι από τα μέσα του 2021 η χώρα μας ανακάμπτει από το πανδημικό σοκ και οι νέες εστίες κινδύνων, η ενεργειακή κρίση, το παγκόσμιο κύμα πληθωρισμού και ο πόλεμος στην Ουκρανία, την απειλούν και πάλι, υποστηρίζουν τα εξής:
1. Θα είναι λάθος να θεωρούμε ότι με την παρέλευση της πανδημίας και των νέων αβεβαιοτήτων η ελληνική οικονομία θα έχει γυρίσει σε μια καλή κατάσταση, καθώς ούτε πριν από την πανδημία ήταν σε μια πραγματικά καλή κατάσταση. Η πανδημία βρήκε την οικονομία στο μείον 25,2% του ΑΕΠ του 2008 και χωρίς ιδιαίτερη αναπτυξιακή «φόρα».
2. Η ελληνική οικονομική κρίση ξεκίνησε μεν με αφορμή την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση του 2007-2008, αλλά οφειλόταν σε συσσωρευμένες θεμελιώδεις αδυναμίες και επιδεινώθηκε από την πολύ κακή πολιτικο-οικονομική αντιμετώπιση, με συνέπεια να είναι μία από τις βαθύτερες και πιο διαρκείς κρίσεις ανεπτυγμένης οικονομίας στη σύγχρονη Ιστορία. Δυστυχώς, πολλές από αυτές τις αδυναμίες δεν έχουν ακόμα αντιμετωπιστεί.
3. Μία από τις μεγαλύτερες «ανοιχτές πληγές» είναι η διαχρονική δυσκολία της να ισοσκελίσει το Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών, το οποίο παραμένει ελλειμματικό καθ’ όλη τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης.
4. Το μεγαλύτερο από τα προβλήματα ήταν η πολύ μεγάλη και διαρκής μείωση των επενδύσεων που οδήγησε σε απώλειες φυσικού κεφαλαίου. Οι επενδυτικές δαπάνες εδώ και 11 έτη δεν επαρκούν να αντισταθμίσουν ούτε τις αποσβέσεις του.
Αν σε όλα αυτά υπενθυμίσουμε ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει το υψηλότερο δημόσιο χρέος στην Ευρώπη (200% του ΑΕΠ) και θα χρειαστεί κοντά 30 ακόμη χρόνια για να αποπληρώσει τα δάνεια του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης, ο καθένας μπορεί να βρει τις απαντήσεις που αναζητεί.