Χαμηλών τόνων, σεμνός και εξαιρετικά καλλιεργημένος, ο Γουίλιαμ Χαρτ, υπήρξε μεγάλο όνομα στην δεκαετία του 1980 μετά την επιτυχία της ταινίας «Εξαψη» (1981). Ταυτίστηκε με ταινίες του «σκεπτόμενου» Χόλιγουντ και προτάθηκε τέσσερις φορές για Οσκαρ κερδίζοντας το βραβείο με την πρώτη για την ερμηνεία του ως ομοφυλόφιλος κατάδικος στην ταινία του Εκτορ Μπαμπενκο «Το φιλί της γυναίκας αρχάνης» (1985).
Διαβάστε ακόμη: Γουίλιαμ Χαρτ: Πέθανε ο βραβευμένος με Όσκαρ ηθοποιός
Οι υπόλοιπες υποψηφιότητές του ήταν για τις ταινίες «Τα παιδιά ενός κατώτερου θεού» (1986), «Το κύκλωμα» (1987) και πολλά χρόνια αργότερα για το «Τέλος της βίας» (2005) του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ που τον οδήγησε στην πεντάδα των υποψηφίων Β’ ανδρικού ρόλου.
Γεννημένος την Ουάσινγκτον ο Χαρτ ήταν γιός κυβερνητικών υπαλλήλων του State Department και σπούδασε υποκριτική στο Πανεπιστήμιο του Ταφτς και στην διάσημη Σχολή Τζούλιαρντ. Προτού εισχωρήσει στον κινηματογράφο δούλεψε πάρα πολύ στο θέατρο παίζοντας σε περισσότερες από 50 παραστάσεις εντός και εκτός Μπρόντγουεϊ: τα «Ερρίκος ο 5ος», «Αμλετ», «Θείος Βάνια», «Ριχάρδος ο 2ος» είναι μερικά από τα έργα στα οποία έπαιξε, ενώ για την αβάν γκαρντ παράσταση του Μάικ Νίκολς «Hurlyburly» προτάθηκε για το βραβείο ΤΟΝΥ.
Μετά από μικρά περάσματα στην τηλεόραση (ανάμεσά τους και η σειρά «Κότζακ»), στον κινηματογράφο ο Χαρτ υπήρξε πρωταγωνιστής από την πρώτη του κιόλας ταινία, το θρίλερ επιστημονικής φαντασίας «Ανεξέλεγχτες καταστάσεις» (1980) του Κεν Ράσελ. Το νουάρ «Εξαψη» του Λόρενς Κάσνταν μετέτρεψε τον Χαρτ σε σταρ, ενώ με την εκεί συμπρωταγωνίστριά του Κάθλιν Τέρνερ, έπαιξε ξανά στους «Αταίριαστους εραστές» (1989), επίσης του Κάσνταν.
Άλλες επιτυχίες του εκείνη την περίοδο των eighties είναι οι «Εγκλημα στο Γκόρκι Παρκ» του Μάικλ Απτεντ, «Αυτόπτης μάρτυρας» του Πίτερ Γέιτς και μια σπουδαία ταινία, η «Μεγάλη ανατριχίλα» (1983) και πάλι του Κάσνταν με τον οποίο συνεργάστηκε και στην «μαύρη» κωμωδία «Σ’ αγαπώ μέχρι θανάτου».
Στην δεκαετία του 1990 η δύναμη του Γ. Χαρτ ως πρώτο όνομα μειώθηκε παρά τις εμφανίσεις του σε εκλεκτές ταινίες όπως η «Αλις» του Γούντι Αλεν, ο «Καπνός» του Γουείν Γουάνγκ, το «Ένα ντιβάνι στη Νέα Υόρκη» της Σαντάλ Ακερμάν και το «Μέχρι το τέλος του κόσμου» του Βιμ Βέντερς. Ωστόσο, δεν σταμάτησε ποτέ να εμφανίζεται κρατώντας β’ ρόλους σε ταινίες με εξαιρετικό ενδιαφέρον, από το «Σκοτεινό χωριό» (2004) του Μ. Νάιτ Σιάμαλαν, ως τον «Καθοδηγητή» (2006) του Ρόμπερτ Ντε Νίρο, το «Ταξίδι στην άγρια φύση» (2008) του Σον Πεν και τον «Ρομπέν των Δασών» (2011) του Ρίντλεϊ Σκοτ.
Μεγάλο βήμα στην πρόσφατη καριέρα του ήταν ο ρόλος του «κακού» Ταντέους Ρος στις ταινίες της κινηματογραφικής «σειράς» «Εκδικητές», ενώ αυτή την περίοδο γύριζε την τηλεοπτική σειρά «Pantheon» και ετοιμαζόταν να παίξει στην ταινία «Men of granite» μαζί με την Σίρλεϊ Μακ Λέιν. Η ταινία εποχής «The king’s daughter» είναι η τελευταία ολοκληρωμένη ταινία του που παίχτηκε στις αίθουσες (δεν έχει προβληθεί στην Ελλάδα).