Εδώ και μερικές ώρες, ο δείκτης του «Ρολογιού της Αποκάλυψης» πιθανότατα διαγράφει ξέφρενη πορεία εκκρεμούς, προσεγγίζοντας όλο και περισσότερο τα μεσάνυχτα. Αιτία ο πόλεμος της Ουκρανίας και – κυρίως – η ανακοίνωση του ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν ότι έχει θέσει τα πυρηνικά της χώρας του σε ετοιμότητα.
Πόσες πιθανότητες, όμως, υπάρχουν η μέχρι στιγμής περιφερειακή σύγκρουση να εξελιχθεί σε έναν πόλεμο όχι απλώς παγκόσμιο, αλλά και πυρηνικό; Λιγότερο από ένα χρόνο πριν, όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, δήλωνε στη Γενεύη ότι «κανείς δεν μπορεί να νικήσει τον πυρηνικό πόλεμο, επομένως δεν πρέπει ποτέ να συμβεί», κανείς δεν θα πίστευε ότι μια τέτοια συζήτηση θα συνέβαινε σε ρεαλιστική βάση. Όμως παραμένει εξίσου απ0ίθανο το πυρηνικό ολοκαύτωμα;
Όπως σημειώνει το Associated Press, δεν είναι ξεκάθαρο αν οι δηλώσεις του Πούτιν μεταφράζονται σε πραγματική αλλαγή της κατάστασης ετοιμότητας των ρωσικών πυρηνικών. Τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ρωσία, σημειώνει το πρακτορείο, διατηρούν τους διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους τους (ICBM) σε διαρκή κατάσταση υψηλής ετοιμότητας, ενώ πιστεύεται ότι το ίδιο ισχύει και για τους πυρηνικούς πυραύλους των ρωσικών υποβρυχίων (ενώ είναι βέβαιο ότι έτσι συμβαίνει στην περίπτωση των αμερικανικών).
Προς το παρόν, πάντως, η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει δηλώσει ότι αξιολογεί τις δηλώσεις του ρώσου προέδρου, σημειώνοντας ότι συνιστούν μια αχρείαστη κλιμάκωση μιας ήδη επικίνδυνης σύγκρουσης. Στην πραγματικότητα, ακόμη κι αν οι λέξεις του Πούτιν ήταν κενές νοήματος, αποτελούν μια αναβάθμιση της ρητορικής που ήταν σπάνια ακόμη και στη διάρκεια του αυθεντικού Ψυχρού Πολέμου, όταν τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ρωσία διατηρούσαν σαφώς πιο εκτεταμένα πυρηνικά οπλοστάσια και ο πλανήτης είχε μάθει να ζει με τον διαρκή φόβο του πλήρους αφανισμού του.
Αυξήθηκε ο κίνδυνος πυρηνικού πολέμου;
Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει αν η απειλή του ρώσου προέδρου είχε κάποιο ουσιαστικό περιεχόμενο, ωστόσο η ίδια η σπανιότητα των δηλώσεων συνιστά επαρκή λόγο ανησυχίας. Αν και θα μπορούσε κανείς να ερμηνεύσει την ευθεία αναφορά σε πυρηνικά όπλα σε φυσική εξέλιξη των υπονοιών του Πούτιν για την πιθανή του αντίδραση σε περίπτωση ξένης παρέμβασης στον πόλεμο της Ουκρανίας, κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει τα λόγια ενός από τους δύο προέδρους με τα μεγαλύτερα πυρηνικά οπλοστάσια του πλανήτη – και την εξουσία να διατάζουν τη χρήση τους όταν οι ίδιοι και μόνο το κρίνουν απαραίτητο.
Ταυτόχρονα, είναι γεγονός ότι η μοναδική φορά που έγινε χρήση πυρηνικών όπλων στη διάρκεια πολέμου ήταν το 1945 από τις ΗΠΑ στην Ιαπωνία, όταν ακόμη η Αμερική κατείχε το μονοπώλιο της πιο καταστροφικής βόμβας που έχει δει ο πλανήτης. Το 1949 η Σοβιετική Ένωση κατάφερε να αναπτύξει τα δικά της πυρηνικά όπλα.
Σε τι μεταφράζεται η κατάσταση ετοιμότητας των πυρηνικών όπλων;
Σύμφωνα με το πυρηνικό δόγμα των ΗΠΑ, η «κατάσταση ετοιμότητας» των πυρηνικών όπλων διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στην αποτρεπτική δράση τους. Ουσιαστικά, υποτίθεται ότι όταν ο εχθρός γνωρίζει ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να «χτυπηθεί» με μια πυρηνική βόμβα, μειώνεται ο κίνδυνος να επιτεθεί εξ αρχής.
Κατά καιρούς έχουν υπάρξει πιέσεις για αλλαγή αυτής της στρατηγικής, στη λογική ότι σε περίπτωση κρίσης, η υψηλή ετοιμότητα περιορίζει τον χρόνο που μεσολαβεί από την εντολή του προέδρου μέχρι την πυρηνική επίθεση, αυξάνοντας τις πιθανότητες λάθους – για παράδειγμα, αντίδρασης σε μια λάθος πληροφορία. Η αντιπρόταση για τις 400 παρατεταγμένες ICBM των ΗΠΑ, που είναι πάντοτε οπλισμένες, είναι να βρίσκονται αποσυνδεδεμένες από τις πυρηνικές κεφαλές τους.
Ωστόσο, αρκετοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι αν ακολουθούνταν αυτή η στρατηγική, σε μια συνθήκη όπως η τρέχουσα οι ΗΠΑ θα αναγκάζονταν να θέσουν εκ νέου σε ετοιμότητα τα πυρηνικά όπλα τους ως αντίδραση στις δηλώσεις του Πούτιν, κίνηση που θα ερμηνευόταν ως περαιτέρω κλιμάκωση.
Το AP σημειώνει ότι στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, τόσο τα αμερικανικά όσο και τα ρωσικά πυρηνικά ήταν και περισσότερα και σε κατάσταση υψηλότερης ετοιμότητας, μέχρι και την ιστορική απόφαση του προέδρου Τζορτζ Μπους Σίνιορ το 1991 να διατάξει την μείωση της ετοιμότητας των στρατηγικών βομβαρδιστικών των ΗΠΑ που είναι σε θέση να μεταφέρουν πυρηνικές βόμβες, ως μέρος της προσπάθειας αποπυρηνικοποίησης. Έκτοτε η κατάσταση ετοιμότητάς τους δεν έχει αλλάξει.
Πώς έχουν αντιδράσει μέχρι στιγμής οι ΗΠΑ;
Προς το παρόν δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει προχωρήσει σε οποιουδήποτε είδους αντίποινα στην ανακοίνωση του Πούτιν, ενδεχομένως επειδή η τελευταία ήταν εξαιρετικά αόριστη για να αξιολογηθεί επαρκώς. Αντιθέτως, ο Λευκός Οίκος εξέφρασε την άποψη ότι «δεν υπάρχει κανένας λόγος» αλλαγής της κατάστασης ετοιμότητας του αμερικανικού πυρηνικού οπλοστασίου.
Ταυτόχρονα, η Ουάσινγκτον δεν έχει αποκαλύψει στοιχεία που να δείχνουν ότι πέραν της ρητορικής, ο Πούτιν έχει προχωρήσει και σε ανησυχητικές κινήσεις – όπως θα ήταν για παράδειγμα η φόρτωση πυρηνικών όπλων σε ρωσικά βομβαρδιστικά ή η αποστολή επιπλέον υποβρυχίων βαλλιστικών πυραύλων στις θάλασσες.
Εκτός των στρατηγικών πυρηνικών της όπλων, η Ρωσία διαθέτει τουλάχιστον μερικές χιλιάδες εκ των λεγόμενων μη-στρατηγικών πυρηνικών όπλων, όπως βαλλιστικούς πυραύλους μικρότερου βεληνεκούς και πυραύλους Κρουζ. Αποκαλούνται «μη στρατηγικά» επειδή δεν μπορούν να φτάσουν μέχρι την αμερικανική επικράτεια. Ωστόσο, παρατηρεί το AP, το γεγονός αυτό δεν είναι ιδιαιτέρως παρήγορο για τους Ευρωπαίους, που βρίσκονται εντός του πεδίου βολής των συγκεκριμένων όπλων. Οι ΗΠΑ διαθέτουν περίπου 200 μη-στρατηγικά όπλα στην Ευρώπη. Πρόκειται για βόμβες που θα μπορούσαν να μεταφερθούν από κάποια ευρωπαϊκή πολεμική αεροπορία.
Επί σειρά ετών, αμερικανοί αξιωματούχοι φοβούνταν ότι ο Πούτιν, σε περίπτωση που βρισκόταν αντιμέτωπος με το ενδεχόμενο να ταπεινωθεί στρατιωτικά στην Ευρώπη, θα μπορούσε να καταφύγει στη χρήση μη-στρατηγικών πυρηνικών όπλων, σκεπτόμενος ότι με τον τρόπο αυτό θα έδινε τέλος στην τυχόν πολεμική σύγκροουσγ γρήγορα και με τους όρους που θα έθετε ο ίδιος.