Λίγο έξω από την Τεργέστη βρίσκεται το εντυπωσιακό Κάστρο του Ντουίνο. Εδώ, το 1912, ένας από τους μείζονες ποιητές του 20ού αιώνα, ο Ράινερ Μαρία Ρίλκε, φιλοξενούμενος τότε από την ιδιοκτήτριά του Μαρί φον Τουρν ουντ Τάξις-Χοενλόε, συνέλαβε ένα από τα μείζονα ποιητικά έργα (και δικό του κορυφαίο, μαζί με τα Σονέτα στον Ορφέα και το συγκλονιστικό Ορφέας. Ευρυδίκη. Ερμής): τις Ελεγείες του Ντουίνο.
Ράινερ Μαρία Ρίλκε – Τα Ελεγεία του Ντουίνο
Μετάφραση Θανάσης Λάμπρου.
Εκδόσεις Αρμός, 2022, σελ. 412, τιμή 22 ευρώ
Ο Ρίλκε έγραψε εδώ τις δύο πρώτες από τις δέκα, συνολικά, Ελεγείες αυτού του συμπαγούς και απίστευτου έργου. Την τρίτη την έγραψε το 1913 στο Παρίσι και την τέταρτη και την πέμπτη τις ολοκλήρωσε στο Μόναχο το 1915. Επτά χρόνια αργότερα, σε δημιουργική φρενίτιδα, μέσα σε τρεις εβδομάδες έγραψε τις υπόλοιπες πέντε και όλα τα Σονέτα στον Ορφέα.
Ο αιφνιδιασμός της έμπνευσης
Ο γράφων επισκέφθηκε πολλές φορές το Κάστρο του Ντουίνο. Και όσοι αγαπούν το μεγάλο έργο του Ρίλκε και το επισκέπτονται, εκείνο που τους έρχεται αμέσως στον νου είναι ο διάσημος αρχικός στίχος από την πρώτη Ελεγεία: «Ποιος, αν κραύγαζα, θα μ’ άκουγε απ’ των αγγέλων τις τάξεις;». Νομίζω πως η τοπογραφία έπαιξε σημαντικό ρόλο στη δημιουργία του έργου, δεδομένου ότι η έμπνευση στον Ρίλκε ήταν πάντα αιφνίδια. Οταν στέκεσαι εκεί, πάνω στην απόκρημνη ακτή, με το υδάτινο πλατό της Αδριατικής να ανοίγεται μπροστά σου, συλλαμβάνεις ενστικτωδώς αυτό που κατάφερε ο ποιητής: να «ενώσει» τον ουρανό με τη γη, όπως σμίγει στο βάθος του ορίζοντα η θάλασσα με τον ουρανό, που τον φαντάστηκε ν’ ανοίγει αποκαλύπτοντάς του τα τάγματα των αγγέλων.
Ο Γουίλιαμ Γκας, παθιασμένος μελετητής και μεταφραστής στ’ αγγλικά των Ελεγειών (που στο magnum opus του, Το Τούνελ, η επίδραση του Ρίλκε είναι εμφανέστατη), αναρωτιέται αν η «κραυγή» αυτή είναι πραγματική ή εσωτερική, αν οι άγγελοι την ακούν ή αδιαφορούν, και συμπεραίνει πως πρόκειται για εσωτερική κραυγή. Ο Ρίλκε απευθύνεται στους αγγέλους του και τους μιλά με «ανθρώπινη» γλώσσα. Αλλά δεν υπήρξε θρησκευτικός ποιητής. Ηταν ρωμαιοκαθολικός, όμως ο καθολικισμός στην εποχή του είχε χρεοκοπήσει. Αλλωστε, η δική του θρησκεία ήταν η ποίηση και θεότητά της η ομορφιά. «Δεν είσαι ο ποιητής που αγαπώ περισσότερο, γιατί το περισσότερο προϋποθέτει τη σύγκριση. Εσύ είσαι η ίδια η ποίηση» του έγραψε, το 1926, τη χρονιά που ο Ρίλκε πέθανε από λευχαιμία στα 51 του χρόνια, μια άλλη σπουδαία ποιήτρια που τον θαύμαζε: η Μαρίνα Τσβετάγεβα. Δεν ήταν επίσης φιλοσοφικός ποιητής, αφού, σύμφωνα με τον ίδιο, ο ποιητής υπηρετεί την ομορφιά και ο φιλόσοφος την αλήθεια – μολονότι είπε κάποτε πως ποίηση και φιλοσοφία αρχίζουν να πλησιάζουν η μία την άλλη. Ομως γι’ αυτόν τον εστέτ (ο Τόμας Μαν μάλιστα τον είχε αποκαλέσει «αρχι-εστέτ») η αισθητική ήταν ένα είδος ηθικής – και τούτο είναι ολοφάνερο για όποιον διαβάσει προσεκτικά τις Ελεγείες.
Ο Ρίλκε ήταν μοναχικός ποιητής, γι’ αυτό και δεν εντάχθηκε σε κανένα από τα μοντερνιστικά κινήματα. Ακούγεται ωστόσο σήμερα εκπληκτικά μοντέρνος, σε σημείο μάλιστα που πολλοί να χαρακτηρίζουν τις «Ελεγείες» «μυθικό μοντερνισμό»
Το δέος της καρδιάς
Η ποίηση του Ρίλκε πηγάζει από τα βαθύτερα στρώματα της ύπαρξής του, όπου «η ομορφιά δεν είναι παρά η αρχή του τρομερού». Αυτό το δέος το μεταβιβάζει και στον αναγνώστη που διαβάζοντάς τον συναρπάζεται γιατί ανακαλύπτει πως προέρχεται κι από τα βαθύτερα στρώματα της δικής του ύπαρξης. Δεν υπάρχει άνθρωπος, κατά τον Ρίλκε, που να μην έχει σταθεί με δέος «μπρος στην αυλαία της καρδιάς του». Οι Ελεγείες, επομένως, δεν είναι θρησκευτικά αλλά υπαρξιακά και ευρύτερα υπερβατικά και κοσμολογικά ποιήματα. Ο Βιτγκενστάιν έλεγε πως «η αίσθηση του κόσμου πρέπει να βρίσκεται πέρα από τον κόσμο». Και αυτό αποκομίζει κανείς διαβάζοντας τις Ελεγείες.
Ποιητής που να έχει βρεθεί στο λεγόμενο «μυστικό κέντρο της εμπειρίας» δεν έχει υπάρξει – και ούτε θα μπορούσε να υπάρξει. Κανείς όμως, πλην του Ρίλκε, δεν το πλησίασε τόσο πολύ – πολύ περισσότερο, πιστεύω, απ’ όσο ο Ελιοτ στην Ερημη χώρα. Για τον ποιητή των Ελεγειών, που πίστευε πως, αφού δεν γνωρίζουμε το περίγραμμα των αισθήσεων, παρά μόνο αυτό που το πλάθει «από μέσα», η ζωή και ο θάνατος είναι ένα, όπως και το σύμπαν. Δεν περιττεύει να αναφερθώ στο ότι το 1946, με το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το έργο του Ρίλκε πέρασε στο περιθώριο. Το εσωτερικό πάθος και το υπαρξιακό ρίγος που το διατρέχει θεωρήθηκαν «ξεπερασμένα». Αλλά το 1975, με τη συμπλήρωση εκατό χρόνων από τη γέννηση του ποιητή, το ενδιαφέρον αναζωπυρώθηκε, τόσο στον γερμανόφωνο κόσμο όσο και διεθνώς, ιδίως στις ΗΠΑ, παρά το γεγονός ότι ο Ρίλκε δεν είχε κανένα ενδιαφέρον για τον αγγλόφωνο κόσμο.
Ηταν μοναχικός ποιητής, γι’ αυτό και δεν εντάχθηκε σε κανένα από τα μοντερνιστικά κινήματα του Μεσοπολέμου. Ακούγεται ωστόσο σήμερα εκπληκτικά μοντέρνος, σε σημείο μάλιστα που πολλοί να χαρακτηρίζουν τις Ελεγείες «μυθικό μοντερνισμό». Το έργο αναλύεται συνεχώς και οι μεταφράσεις του πολλαπλασιάζονται ασταμάτητα. Το ίδιο συμβαίνει και στη χώρα μας, αποδεικνύοντας την αντοχή του αλλά και το ότι επιβεβαιώνει τη μεγάλη σημασία της ποίησης, ιδιαίτερα μάλιστα στη δική μας προζαϊκή εποχή.
Εργο αφοσίωσης και αγάπης
Η τωρινή εξαιρετική έκδοση των Ελεγειών είναι έργο αφοσίωσης και αγάπης του μεταφραστή τους Θανάση Λάμπρου, που σχετικά πρόσφατα μας έδωσε και μια θαυμάσια μετάφραση ποιημάτων του Φρίντριχ Χέλντερλιν, με τον οποίο ο Ρίλκε έχει πολλές ομοιότητες. Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη: το πρώτο αποτελείται από τα ποιήματα στο πρωτότυπο και σε μετάφραση και το δεύτερο από κείμενα του ίδιου του Ρίλκε που σχετίζονται με τις Ελεγείες, μαζί με τα σχόλια του μεταφραστή. Στο τρίτο μέρος ο Λάμπρου σχολιάζει εκ των ένδον τις Ελεγείες, προσφέροντάς μας την ενδιαφέρουσα δική του «ποιητική».
Στο κείμενό μου γράφω για «Ελεγείες» – κι όχι για «Ελεγεία», όπως τις χαρακτηρίζει ο Λάμπρου. Είναι βέβαια άποψή του, σεβαστή κατά τ’ άλλα, αλλά δεν νομίζω πως ήταν και πολύ καλή ιδέα, αφού στην ελληνική ποίηση μπορεί μεν να χρησιμοποιούνται και οι δύο λέξεις, αλλά το βιβλίο του Ρίλκε ως «Ελεγείες» έχει καθιερωθεί. Επιπλέον, και στα γερμανικά η λέξη Elegie είναι θηλυκού γένους. Αυτό φυσικά δεν ακυρώνει την ποιότητα της μετάφρασής του και τον μόχθο που κατέβαλε. Η έκδοση περιλαμβάνει χρονολόγιο, βιβλιογραφία και μια σειρά από εξαιρετικές φωτογραφίες του Ρίλκε.