Μεσούντος του χειμώνα στην Ευρώπη διαπιστώνει κανείς ότι ο τρόμος της Ομικρον σταδιακά υποχωρεί, αφού η παραλλαγή αποδεικνύεται λιγότερο απειλητική από όσο όλοι φοβούνταν όταν εμφανίστηκε.
Η μία μετά την άλλη χώρα σε κάθε γωνιά του πλανήτη ανοίγει τα σύνορά της στους επισκέπτες – στις αρχές Φεβρουαρίου η Βρετανία επέτρεψε στους πλήρως εμβολιασμένους να εισέρχονται στη χώρα δίχως περαιτέρω διαδικασίες και προϋποθέσεις (αρνητικό τεστ, ας πούμε).
Ευλόγως ο ευρωπαϊκός τουριστικός κλάδος αναθαρρεί και ελπίζει ότι το καλοκαίρι που έρχεται θα πλησιάσει ακόμα περισσότερο στην πολυπόθητη κανονικότητα.
Δεν είναι βέβαια και τόσο ρεαλιστικό να πιστεύει κανείς ότι θα την «πιάσει» την προπανδημική κανονικότητα, διότι χώρες με ισχυρή τουριστική παρουσία στην Ευρώπη, όπως η Κίνα και η Ιαπωνία που εφαρμόζουν πολιτικές μηδενικής ανοχής έναντι της COVID, εξακολουθούν να κρατούν τα σύνορά τους ερμητικά κλειστά.
Δικαιούνται όμως οι εκατομμύρια απασχολούμενοι στον εν ευρεία εννοία τουριστικό κλάδο να ελπίζουν ότι η εφετινή χρονιά θα είναι καλύτερη από την περυσινή. Με αφορμή την κατάργηση των τουριστικών περιορισμών στη Βρετανία, το BBC με διάφορα ρεπορτάζ και αναλύσεις περιγράφει μια ρόδινη προοπτική, διότι πρόκειται για μία από τις κορυφαίες χώρες υποδοχής ξένων επισκεπτών, ενώ ταυτόχρονα οι βρετανοί ταξιδιώτες συγκαταλέγονται μεταξύ των πλέον «κινητικών» παγκοσμίως.
Ευνοημένοι οι αερομεταφορείς
Το TUI, το μεγαλύτερο βρετανικό τουριστικό γραφείο και από τα κορυφαία στον κόσμο, ανησυχεί, όπως και άλλοι τουριστικοί πράκτορες, επειδή οι βρετανοί τουρίστες παραμένουν ανεπιθύμητοι από κάποιες τουριστικές αγορές λόγω των αυστηρών ταξιδιωτικών οδηγιών. Αλλά πιστεύουν ότι, επειδή είναι όλα ακόμη ρευστά σε κανονιστικό επίπεδο, οι κρατήσεις της τελευταίας στιγμής θα αποτελέσουν και εφέτος τον κανόνα. Πιο τυχεροί, οι ευρωπαίοι αερομεταφορείς ετοιμάζονται για «τρελές μπίζνες», αφού εκμεταλλεύονται τη λαχτάρα για… φευγιό και του εγχώριου πληθυσμού και των ξένων που θέλουν να επισκεφθούν την κάθε χώρα.
Για τα βρετανικά νησιά, βάσει των ρεπορτάζ του BBC, ο Μάικλ Ο’ Λίρι της Ryanair ήταν ο τελευταίος μάνατζερ που εξέφρασε την αισιοδοξία του ότι οι δουλειές της αεροπορικής του εταιρείας θα απογειωθούν. Είπε ότι το καλοκαίρι του 2022 η Ryanair αναμένει επιβατική κίνηση της τάξεως του 115% συγκριτικά με εκείνη που είχε το 2019, την τελευταία θερινή περίοδο προτού ξεσπάσει η πανδημία δηλαδή.
Για τον λόγο αυτόν η ιρλανδική αεροπορική εταιρεία χαμηλού κόστους (η κορυφαία σε επιβατική κίνηση στην Ευρώπη) σπεύδει να προσλάβει και να εκπαιδεύσει στα αεροσκάφη της 1.000 νέους πιλότους και 2.000 ιπτάμενες συνοδούς και φροντιστές.
Εντάξει, θα πει κανείς. Ο Ο’ Λίρι είναι εκ φύσεως ένας ρηξικέλευθος μάνατζερ και ιδιόρρυθμος ως χαρακτήρας που δύσκολα ανθίσταται στον ίλιγγο της υπερβολής. Αλλά και ο Γιόχαν Λούντγκρεν της EasyJet θεωρεί ότι, με βάση τη μέχρι στιγμής ζήτηση, η πληρότητα των αεροσκαφών της δεύτερης (μετά τη Ryanair) εταιρείας χαμηλού κόστους στην Ευρώπη θα πλησιάσει το καλοκαίρι τα επίπεδα του 2019. Γι’ αυτό και η EasyJet προσλαμβάνει 1.500 εποχικούς εργαζομένους για πληρώματα καμπίνας και σχεδιάζει να προσλάβει επίσης 1.000 πιλότους την επόμενη πενταετία.
Δεν βρίσκουν να προσλάβουν
Η British Airways, τέλος, η οποία έχει απολύσει περίπου το ένα τέταρτο των εργαζομένων της από την αρχή της πανδημίας (μιλάμε για 10.000 υπαλλήλους), σχεδιάζει και αυτή να ξεκινήσει προσλήψεις χιλιάδων πληρωμάτων καμπίνας. Πολλές θα είναι βέβαια επαναπροσλήψεις, καθώς η εταιρεία ανακοίνωσε ότι θα καλέσει εργαζομένους που έφυγαν με εθελουσία, αλλά έχουν εκφράσει το ενδιαφέρον τους να επιστρέψουν. Και η TUI επίσης, η οποία επίσης διαθέτει αεροσκάφη για να μεταφέρει τους πελάτες της, βρίσκεται σε διαδικασία αναζήτησης προσωπικού καμπίνας.
Εδώ θα πρέπει να παρατηρήσει κανείς δύο πράγματα.
Πρώτον, ότι όλες οι αεροπορικές εταιρείες ομολογούν ότι δυσκολεύονται να βρουν προσωπικό για να καλύψουν τις ανάγκες τους και δεύτερον, ότι οι αεροπορικές εταιρείες που εδρεύουν στη Βρετανία και την Ιρλανδία βγαίνουν οιονεί αλώβητες από τη γενικότερη τάση που παρατηρείται στην ηπειρωτική Ευρώπη, για αποφυγή των ταξιδιών με αεροπλάνο για περιβαλλοντικούς λόγους. Το αεροπλάνο όντως είναι ένα εξόχως ρυπογόνο μεταφορικό μέσο, αλλά δύσκολα το αποφεύγει κανείς όταν θέλει να μετακινηθεί πέραν της Μάγχης.
Το τουριστικό προϊόν ως αντιπληθωριστικό «εργαλείο»
Ολόκληρη η Ευρώπη «ποντάρει» στον τουρισμό για να αντιμετωπίσει τα οικονομικά προβλήματα που την ταλανίζουν, με κορυφαίο εκείνο της ακρίβειας. Στην τουριστική Ευρώπη συγκαταλέγεται βέβαια και η Τουρκία, η οποία ελπίζει στην ανάκαμψη των τουριστικών εσόδων της εφέτος, ώστε για περιορίσει τον πληθωρισμό και την εκτίναξη του κόστους ζωής – υπενθυμίζεται ότι ο δείκτης τιμών καταναλωτή στη χώρα εκτινάχθηκε στο 48,7% τον Ιανουάριο από 36% που ήταν τον Δεκέμβριο σε ετήσια βάση.
Ως γνωστόν, ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν απαγορεύει στην Κεντρική Τράπεζα να ασκήσει αντιπληθωριστική πολιτική ανεβάζοντας τα επιτόκια και περιορίζοντας εν γένει τη ρευστότητα. Και η καταβαράθρωση της ισοτιμίας της τουρκικής λίρας στις αγορές συναλλάγματος, που προκαλεί η πολιτική αυτή, επιδεινώνει περισσότερο την κατάσταση αφού καθιστά απαγορευτικά για τον μέσο τούρκο καταναλωτή όχι μόνο εισαγόμενα προϊόντα πολυτελείας αλλά και είδη πρώτης ανάγκης ή βασικά τρόφιμα, όπως είναι το κόκκινο κρέας.
Το συνάλλαγμα ενισχύει τη λίρα
Τα χαμηλά επιτόκια, όμως, και η υποτίμηση του εθνικού νομίσματος καθιστούν όλο και ανταγωνιστικότερο το τουρκικό τουριστικό προϊόν για τους ξένους επισκέπτες. Η φθήνια τρώει τον παρά, δηλαδή, και εφέτος τόσο η κυβέρνηση της Αγκυρας όσο και οι τουριστικοί παράγοντες ελπίζουν τα τουριστικά έσοδα να πλησιάσουν εκείνα της προπανδημικής περιόδου. Υπενθυμίζεται ότι το 2019 ο τουρισμός απέφερε 34 δισ. δολάρια στην Τουρκία (ο τουρισμός συνεισφέρει κατά 13% στη διαμόρφωση του ΑΕΠ).
Την επόμενη χρονιά η τουριστική κίνηση βυθίστηκε, όπως παντού στον κόσμο. Το 2021 ανέκαμψε κατά 85,5%, αλλά απέφερε λίγο περισσότερα από 21 δισ. δολάρια, ήταν δηλαδή κατά ένα τρίτο χαμηλότερα τα τουριστικά έσοδα συγκριτικά με το 2019. «Οταν εισρέει συνάλλαγμα σε μια χώρα, ενισχύεται το εθνικό της νόμισμα. Υπό την έννοια αυτή, η ανάκαμψη των τουριστικών εσόδων θα στηρίξει τη λίρα και συνεπώς θα βοηθήσει στη συγκράτηση του πληθωρισμού» δήλωσε στο BBC ο Ρότζερ Κέλι, επικεφαλής οικονομολόγος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας για την Ανασυγκρότηση και την Ανάπτυξη.