Εδώ και πολλά χρόνια στη Δύση πιστεύουν ότι το βασικό πράγμα στα διεθνή είναι να «ελέγξεις το αφήγημα».
Αυτό οδήγησε σε μια πραγματική εμμονή με την επικοινωνία, τον έλεγχο της ενημέρωσης, την κατευθυνόμενη πληροφόρηση, ενίοτε ακόμη και την «κατασκευή της πραγματικότητας».
Αυτό κάποιες φορές είχε και πολύ επικίνδυνες συνέπειες, όπως για παράδειγμα, όταν επέλεξαν να κάνουν πόλεμο στο Ιράκ για όπλα μαζικής καταστροφής που γνώριζαν ότι δεν υπήρχαν.
Όμως, πέρα από τα «αφηγήματα» υπάρχουν και οι πραγματικοί συσχετισμοί και οι πρωτοβουλίες στο ίδιο το πεδίο.
Και αυτοί κάποιες στιγμές είναι καθοριστικοί.
Η Ρωσία θέλει να επιβάλει τους δικούς τους όρους στο γεωπολιτικό πεδίο.
Κάποιοι είναι εύλογοι και αφορούν το να μην υπάρχει υπερσυσσώρευση επιθετικών οπλικών συστημάτων στα σύνορά της, να συζητηθούν οι όροι της συλλογικής ασφάλειας στην Ευρώπη και να εφαρμοστούν διεθνείς συμφωνίες που ήδη υπάρχουν για το Ουκρανικό.
Κάποιοι είναι λιγότεροι εύλογοι, όπως η αντίληψη ότι γενικά η Ουκρανία είναι τμήμα ενός ευρύτερου «ρωσικού χώρου», που παραβλέπει ότι μεγάλο μέρος των Ουκρανών δεν θέλουν να ανασυσταθεί μια «ρωσική αυτοκρατορία» ή να αποτελέσουν τμήμα της.
Ο Πούτιν θεωρεί ότι η Δύση τον αντιμετωπίζει πλέον ως αντίπαλο και από τη μεριά του αποφάσισε να δείξει τι σημαίνει αυτό στην πράξη.
Από την περασμένη άνοιξη μετέφερε αρκετές ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις κοντά στην Ουκρανία για να στείλει το μήνυμα ότι όποτε θέλει μπορεί να της επιφέρει πολύ σημαντικά στρατιωτικά χτυπήματα και με σκοπό να πιέσει και την Ουκρανία και τη Δύση σε μια διαπραγμάτευση, με βασική «κόκκινη γραμμή» να μην μπει η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ.
Η αντίδραση της Δύσης ποια ήταν;
Να επιμένει διαρκώς ότι επίκειται εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, να προσπαθεί να την παρουσιάσει ως κάτι που μπορεί να γίνει από τη μια στιγμή στην άλλη, να παρουσιάζει εικόνες, δορυφορικές λήψεις, βίντεο, «διαρροές» που επέμεναν ότι αυτή τη στιγμή η Ρωσία απλώς ετοιμάζεται για εισβολή.
Για κάποιους στη Δύση όλα αυτά ήταν ένας τρόπος να «ελεγχθεί το αφήγημα» και έτσι να «ασκηθεί πίεση» στη Ρωσία και έτσι να αποτραπεί η εισβολή (ακόμη και εάν δεν επρόκειτο να γίνει).
Για κάποιους άλλους ήταν ένας τρόπος να εξωθηθεί η Ρωσία να προχωρήσει σε εισβολή (για να μην φανεί «υποχωρητική») και άρα να ενεργοποιηθούν οι «αυστηρές κυρώσεις» και να βαθύνει το ρήγμα και να πάμε ακόμη πιο βαθιά στον Νέο Ψυχρό Πόλεμο – που για κάποιους σημαίνει και «δουλειές» μην το ξεχνάμε.
Και τι έκανε ο Πούτιν;
Αντί να επικεντρώνει στο «αφήγημα», επένδυσε στο να ελέγξει τις ίδιες τις εξελίξεις.
Κλιμάκωσε τη στρατιωτική παρουσία, για να δείξει ότι δεν αστειεύεται, αλλά όταν έπρεπε μονάδες αποχώρησαν από τη «θερμή» περιοχή για να διαψευστούν όσοι ανακοίνωναν «εισβολή στις 16 Φεβρουαρίου».
Σκλήρυνε τη ρητορική, αλλά με αυτούς που έπρεπε – τον Μακρόν και τον Σολτς – μίλησε για διπλωματία και συγκεκριμένα μέτρα.
Την ώρα που τα δυτικά ΜΜΕ έλεγαν «εισβολή ανά πάσα στιγμή» εμφανίστηκε με τον Λαβρόφ να λένε ότι πρέπει να συνεχιστεί η διπλωματία.
Απέρριψε τις μέχρι τώρα απαντήσεις των Δυτικών στα ζητήματα συλλογικής ασφάλειας, αλλά είπε ότι υπάρχουν και σημεία που μπορούν να συζητηθούν.
Και όλα αυτά την ώρα που έχει εξασφαλίσει μια βασική παράμετρο: ότι αυτός έχει όρους για εισβολή (παρότι γνωρίζει τους κινδύνους και το κόστος), την ώρα που η Δύση απλώς απειλεί με κυρώσεις, γιατί στρατεύματα στην Ουκρανία δεν θα στείλουν.
Και κυρίως δείχνει έτοιμος να κάνει κανονική διαπραγμάτευση. Δηλαδή, συζήτηση, εκβιασμούς και υποχωρήσεις ταυτόχρονα, «παζάρι» αλλά και προσπάθεια για να βγει κάτι.
Ενώ οι δυτικές κυβερνήσεις δείχνουν περισσότερο διατεθειμένες απλώς να επιβεβαιώσουν τη ρητορική τους και να δείξουν ότι υπερασπίζονται «τις αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας», έστω και εάν απλώς προωθούν τα συμφέροντά τους.
Δεν έχω κάποια συμπάθεια στον Πούτιν. Δεν μου αρέσουν οι αυταρχικοί ηγέτες, ούτε οι κυνικοί.
Και μπορεί να έσωσε τη Ρωσία από τη διάλυση της εποχής Γιέλτσιν, αλλά η σύγχρονη Ρωσία δεν είναι και κοινωνία πρότυπο.
Όμως, θεωρώ ότι αντί να τον αντιμετωπίζουμε απλώς ως τον «εχθρό» ή ως το μόνο φιλοπόλεμο, είναι προτιμότερο να το δούμε ως αυτό που είναι και αυτό που αντιπροσωπεύει. Μια μεγάλη χώρα, που για να μπορείς να της πεις «στοπ, αυτό δεν μπορείς να το επιβάλεις» θα πρέπει πρώτα να τη σεβαστείς και να αναγνωρίσεις τη θέση της στον κόσμο.
Και προφανώς καλύτερα παζάρι και συμβιβασμοί, παρά πόλεμος.