Η Ρωσία δεν θέλει πόλεμο και για αυτό πρότεινε την διεξαγωγή συνομιλιών με την Δύση για να διασφαλισθεί η ίση ασφάλεια στην Ευρώπη, δήλωσε ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν, κατά την διάρκεια της συνέντευξης τύπου με τον Γερμανό καγκελάριο Ολαφ Σολτς στο Κρεμλίνο, μετά το πέρας των συνομιλιών που είχαν σήμερα οι οποίες διήρκεσαν περισσότερο από τρεις ώρες και στις οποίες κυριάρχησαν η ουκρανική κρίση και ο αγωγός Nord Stream 2.
«Θέλουμε ένα πόλεμο ή όχι; Φυσικά όχι», ήταν η απάντηση του Ρώσου προέδρου, όταν ρωτήθηκε από την Deutsche Welle, αν αποκλείει το ενδεχόμενο ενός πολέμου στην Ευρώπη.
«Για αυτόν ακριβώς το λόγο και καταθέσαμε τις προτάσεις μας για μια διαδικασία συνομιλίων, που θα πρέπει να καταλήξουν σε μια συμφωνία που θα εξασφαλίζει ίση ασφάλεια για όλους περιλαμβανομένης της χώρας μας δήλωσε, ο Ρώσος πρόεδρος. Εκφράζοντας τη λύπη του για το ότι η Μόσχα δεν πήρε μια εποικοδομητική απάντηση από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ στις προτάσεις που έκανε για τις εγγυήσεις ασφαλείας, είπε ότι παρόλα αυτά η Ρωσία βλέπει στις απαντήσεις που έλαβε από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ «μερικά στοιχεία, τα οποία μπορούν να συζητηθούν». Προσέθεσε ωστόσο ότι «είμαστε έτοιμοι να το κάνουμε αυτό μόνο συζητώντας συνολικά εκείνα τα βασικά ζητήματα τα οποία είναι για μας πρωταρχικής σημασίας».
Σύμφωνα με τον Πούτιν, η Μόσχα υπολογίζει ότι ο διάλογος θα διαμορφωθεί με τον ακόλουθο τρόπο. «Ανάλογα με το πως θα εξελίσσεται ο διάλογος, θα εξελίσσεται και η κατάσταση και σε όλα τα υπόλοιπα ζητήματα, τα οποία ανησυχούν και εσάς και εμάς», είπε.
Ο Ρώσος πρόεδρος δήλωσε επίσης ότι η Ρωσία ενημερώθηκε για το ότι η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ στο εγγύς μέλλον, αλλά ότι η Μόσχα δεν θεωρεί ότι αυτή η διαβεβαίωση είναι αρκετά καλή και ότι θέλει να επιλυθεί το θέμα στο σύνολό του τώρα.
Διατυπώνοντας τις επιφυλάξεις του για την προοπτική ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και για τον ρόλο του, υπενθύμισε τον πόλεμο του ΝΑΤΟ κατά της Γιουγκοσλαβίας, λέγοντας ότι «ήμασταν μάρτυρες ενός πολέμου στην Ευρώπη, που έκανε το ΝΑΤΟ κατά της Γιουγκοσλαβίας», προσθέτοντας ότι «υπήρξε πόλεμος χωρίς την έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ» και πως «ήταν ένα κακό παράδειγμα, που όμως υπήρξε»
Ο Πούτιν αναφερόμενος στον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2, είπε ότι αναμένει την έγκριση της γερμανικής ρυθμιστικής αρχής, τονίζοντας ότι είναι ένα καθαρά εμπορικό έργο το οποίο θα ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης.
Ο Πούτιν επανέλαβε επίσης ότι η Ρωσία είναι έτοιμη να συνεχίσει τις εξαγωγές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη μέσω της Ουκρανίας μετά το 2024, όταν λήξει η ισχύουσα συμφωνία για την διαμετακόμιση φυσικού αερίου.
Σολτς: «Είναι υποχρέωσή μας να αποτρέψουμε στρατιωτική κλιμάκωση»
«Να πάρει η ευχή, είναι υποχρέωσή μας να αποτρέψουμε μια πολεμική κλιμάκωση!», δήλωσε ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς από το Κρεμλίνο και κάλεσε τον ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν σε απευθείας συνομιλίες για τη διένεξη με την Ουκρανία. Περιέγραψε ως «καλό σημάδι» τη μερική απόσυρση ρωσικών στρατευμάτων από τα ουκρανικά σύνορα και τόνισε ότι τα προβλήματα ασφάλειας στην Ευρώπη μπορούν να λυθούν «μόνο με τη Ρωσία και όχι εναντίον της». Προειδοποίησε ωστόσο και ότι «σε περίπτωση ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία, σίγουρα ξέρουμε τι να κάνουμε».
«Δεν πρέπει να καταλήξουμε σε αδιέξοδο, αυτό θα ήταν καταστροφή. Και δεν βλέπω εύλογο λόγο για την ανάπτυξη στρατευμάτων στα σύνορα με την Ουκρανία, δήλωσε ο Όλαφ Σολτς κατά την κοινή συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε με τον Πρόεδρο της Ρωσικής Ομοσπονδίας Βλαντιμίρ Πούτιν σήμερα στο Κρεμλίνο, υπογραμμίζοντας ότι οι διπλωματικές δυνατότητες «δεν έχουν εξαντληθεί». Αρνούμαι να περιγράψω την παρούσα κατάσταση ως «απελπιστική», συνέχισε. «Για τη δική μου γενιά ένας πόλεμος στην Ευρώπη έχει καταστεί αδιανόητος. Οι πολιτικοί πρέπει να διασφαλίσουμε ότι θα παραμείνει και έτσι», είπε χαρακτηριστικά.
Απαντώντας σε ερωτήσεις σχετικά με την αντίδραση της Δύσης σε περίπτωση ρωσικής επίθεσης εναντίον της Ουκρανίας, ο γερμανός καγκελάριος επανέλαβε ότι οι σύμμαχοι «γνωρίζουν σίγουρα τι πρέπει να γίνει», για να προσθέσει«Η εντύπωσή μου είναι ότι το γνωρίζουν και όλοι οι άλλοι». Σχετικά με τον ρόλο του αγωγού Nord Stream 2 στη διένεξη, ο κ. Σολτς περιορίστηκε να απαντήσει: «Σε ό,τι αφορά τον ίδιο τον αγωγό, όλοι ξέρουν τι συμβαίνει». Σε ερώτηση σχετικά με τον ρόλο του πρώην Καγκελάριου Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο οποίος εργάζεται για ρωσικούς ενεργειακούς κολοσσούς, δήλωσε εκ νέου ότι ο κ. Σρέντερ εκφράζει προσωπικές του απόψεις, οι οποίες δεν αντιπροσωπεύουν τη θέση της γερμανικής κυβέρνησης. Ο καγκελάριος διαβεβαίωσε ακόμη ότι θα τηρηθούν οι δεσμεύσεις που αφορούν τον Nord Stream 1 για τη μεταφορά φυσικού αερίου στην Ευρώπη, μέσω Ουκρανίας, Λευκορωσίας και Πολωνίας.
Κατά την κοινή συνέντευξη Τύπου, ο Όλαφ Σολτς αναφέρθηκε στις ιστορικές και πολιτισμικές σχέσεις των δύο χωρών, αλλά και «στα μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης των οικονομικών σχέσεων», επικρίνοντας όμως ταυτόχρονα το γεγονός ότι «στενεύει ο χώρος για την κοινωνία των πολιτών». Δήλωσε ότι αναμένει η Deutsche Welle –η οποία ανέστειλε τη λειτουργία της στη Ρωσία έπειτα από σχετική απόφαση των ρωσικών αρχών, ως αντίποινα για τη διακοπή λειτουργίας του ρωσικού RT στη Γερμανία– να συνεχίσει να λειτουργεί κανονικά και αναφέρθηκε στην υπόθεση της φυλάκισης του επικριτή του Κρεμλίνου Αλεξέι Ναβάλνι. «Αυτό δεν είναι συμβατό με το κράτος δικαίου», ανέφερε. Όπως είπε, κανένα θέμα δεν έμεινε εκτός των συζητήσεων.
Οι δύο ηγέτες κάθισαν στο γνωστό πλέον λευκό οβάλ τραπέζι στο οποίο ο Βλαντιμίρ Πούτιν είχε υποδεχθεί την προηγούμενη εβδομάδα και τον γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, καθώς και ο Όλαφ Σολτς αρνήθηκε να υποβληθεί σε μοριακό τεστ PCR για κορονοϊό από τις ρωσικές αρχές. Όπως έγινε γνωστό από την Καγκελαρία, ο καγκελάριος υποβλήθηκε σε δύο διαγνωστικά τεστ πριν από την αναχώρησή του από το Βερολίνο και σε ένα ακόμη τεστ κατά την άφιξή του στη Ρωσία, από τη γιατρό που υπηρετεί στη γερμανική πρεσβεία στη Μόσχα, με εξοπλισμό που μεταφέρθηκε ειδικά με την αποστολή του κ. Σολτς. Οι ρωσικές αρχές προσκλήθηκαν μάλιστα να παρακολουθήσουν τη διαδικασία και ο καγκελάριος παρέμεινε στο αεροσκάφος του επί 40΄. Όπως ανέφεραν κυβερνητικές πηγές, «τρία τεστ θα πρέπει να είναι αρκετά».
Πριν φθάσει στο Κρεμλίνο, ο γερμανός Καγκελάριος κατέθεσε στεφάνι στο Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, ενώ μετά τις συνομιλίες με τον Βλαντιμίρ Πούτιν είχαν προγραμματιστεί συναντήσεις με εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών, μεταξύ των οποίων και με οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά και ενημέρωση του κ. Σολτς στους πρέσβεις των κρατών-μελών της ΕΕ στη Ρωσία.