Είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση ενός δύσκολου διλήμματος. Η Δύση θεωρεί τους Ταλιμπάν ένα κίνημα και πλέον κυβέρνηση που παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα. Άλλωστε, για είκοσι χρόνια τους πολεμούσε επικαλούμενη και αυτό ως λόγο.
Την ίδια στιγμή γνωρίζει ότι ο μόνος τρόπος για να αποφευχθεί μια χωρίς προηγούμενο ανθρωπιστική κρίση στο Αφγανιστάν, που με τη σειρά της θα μπορούσε να οδηγήσει τη χώρα σε αποδιάρθρωση και κατάρρευση(που θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέο γύρο τρομοκρατικών επιθέσεων), είναι να συνομιλήσει με τους Ταλιμπάν και να λάβει από αυτούς εγγυήσεις, προσφέροντας σε αντάλλαγμα ανθρωπιστική βοήθεια.
Επιπλέον, όλοι παραδέχονται ότι αυτή τη στιγμή η μόνη δύναμη που μπορεί όντως να κυβερνήσει το Αφγανιστάν είναι οι Ταλιμπάν, καθώς αποδείχτηκε ότι είκοσι χρόνια ενός ιδιαίτερα κοστοβόρου ‘nation building’ στη χώρα της Κεντρικής Ασίας απλώς κατέρρευσαν ταχύτατα στις 15 Αυγούστου 2021 όταν οι Ταλιμπάν κατέλαβαν την Καμπούλ και την εξουσία με μια ευκολία που ούτε οι ίδιοι δεν πίστευν.
Η σημασία των συνομιλιών στο Όσλο
Αυτό εξηγεί και τη σημασία των συνομιλιών που έγιναν στο Όσλο στις 23 και 24 Ιανουαρίου ανάμεσα σε αντιπροσωπεία των Ταλιμπάν και εκπροσώπους, στη μία περίπτωση οργανώσεων πολιτών του ίδιου του Αφγανιστάν και την άλλη εκπροσώπων της Νορβηγίας και άλλων δυτικών κρατών.
Παρότι οι ξένες αντιπροσωπείες επέμειναν ότι οι συναντήσεις αυτές δεν αποτελούσαν νομιμοποίηση της κυβέρνησης των Ταλιμπάν, εντούτοις τόσο οι εκπρόσωποι των Ταλιμπάν όσο και οι εκπρόσωποι άλλων χωρών είδαν αυτή τη συζήτηση ως ένα βήμα σε αυτή την κατεύθυνση.
Προφανώς και η διαδικασία αναγνώρισης θα πάρει καιρό και στο μεταξύ η συζήτηση θα είναι για άμεσα ζητήματα, όπως είναι αυτό της ανθρωπιστικής βοήθειας, όμως μια πολιτική διαδικασία έχει ανοίξει.
Η αναζήτηση… σολομώντειας λύσης από τον Μπάιντεν
Σε μια άλλη εξέλιξη, η αμερικανική κυβέρνηση κατέληξε στο τι θα κάνει με τα «παγωμένα» αποθεματικά της Κεντρικής Τράπεζας του Αφγανιστάν στην Αμερική. Αυτά ανέρχονταν σε περίπου 7 δισεκατομμύρια δολάρια και είχαν σχηματιστεί τα προηγούμενα χρόνια, όταν στο Αφγανιστάν προσφερόταν μεγάλη βοήθεια από τις ΗΠΑ και άλλες χώρες. Όταν κατέρρευσε η αφγανική κυβέρνηση και πήραν την εξουσία οι Ταλιμπάν και η τότε διοίκηση της Κεντρικής Τράπεζας του Αφγανιστάν έφυγε από τη χώρα, η Fed «πάγωσε» τα ποσά αυτά.
Τότε ξέσπασε μια πολιτική και νομική διελκυστίνδα για το τι θα γίνει με τα ποσά αυτά. Οι Ταλιμπάν, που διόρισαν δικό τους στέλεχος ως κεντρικό τραπεζίτη, τα ζήτησαν, επικαλούμενοι και την ανθρωπιστική κρίση στο Αφγανιστάν.
Όμως, ομάδες συγγενών των θυμάτων των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου, που είχαν κερδίσει τελεσίδικες αγωγές σε βάρος των Ταλιμπάν ενώπιον αμερικανικών δικαστηρίων και που τώρα αξίωναν αυτά τα χρήματα.
Από την άλλη ανθρωπιστικές οργανώσεις αλλά και ορισμένες ομάδες συγγενών θυμάτων της 11ης Σεπτεμβρίου υποστήριξαν ότι αυτά τα χρήματα έπρεπε στο σύνολο τους να πάνε στο λαό του Αφγανιστάν.
Τελικά, η κυβέρνηση Μπάιντεν αποφάσισε μια… σολομώντεια λύση: 3.5 δισεκατομμύρια δολάρια θα δοθούν στους συγγενείς των θυμάτων και 3,5 δισεκατομμύρια θα δοθούν στο λαό του Αφγανιστάν ως ανθρωπιστική βοήθεια.
Η μερική χαλάρωση των κυρώσεων
Μέχρι τώρα οι ΗΠΑ έχουν ένα ιδιαίτερα αυστηρό πλαίσιο κυρώσεων σε βάρος των Ταλιμπάν αλλά και δικτύου Χακάνι (μιας σχετικά αυτόνομης τάσης των Ταλιμπάν που όμως πλέον συμμετέχει στην προσωρινή κυβέρνηση), που σήμαιναν μπορούσαν να μπλοκάρουν ακόμη και την ανθρωπιστική βοήθεια που θα δινόταν προς το Αφγανιστάν εάν αυτή περιλάμβανε και συναλλαγές με τους Ταλιμπάν και το δίκτυο Χακάνι.
Τώρα αυτοί οι περιορισμοί χαλάρωσαν και είναι πιο εύκολο να φτάσει ανθρωπιστική βοήθεια στο Αφγανιστάν.
Η αναζήτηση επαφών
Το αμερικανικό ενδιαφέρον δεν περιορίζεται απλώς στο να αποφευχθεί η πλήρης ανθρωπιστική κατάρρευση. Για τις ΗΠΑ το Αφγανιστάν ήταν και ένα κρίσιμο πεδίο για να μπορούν να έχουν παρουσία στην Κεντρική Ασία. Μάλιστα, η ταχύτατη κατάρρευση του περασμένου Αυγούστου ήταν και ένα πλήγμα στη CIA που επεδίωκε να βρει τρόπο να διατηρήσει παρουσία στη χώρα θεωρώντας ότι αυτό ήταν κρίσιμο για την ευρύτερη παρουσία της στην Κεντρική Ασία.
Με αυτή την έννοια, η προσπάθεια των ΗΠΑ να βρουν σημεία επαφής με τη νέα κατάσταση δεν είναι άσχετη με αυτή την αγωνία τους. Στην ίδια κατεύθυνση αξιοποιούν και το Κατάρ, χώρα σύμμαχη των ΗΠΑ που ταυτόχρονα είναι η χώρα του Κόλπου με τους πιο στενούς δεσμούς με τους Ταλιμπάν (την πολιτική αντιπροσωπεία των οποίων στο εξωτερικό φιλοξένησε για μεγάλο διάστημα).
Για την ιστορία έχει ενδιαφέρον ότι στην εποχή που οι ΗΠΑ στήριζαν τους μουτζαχεντίν αντάρτες κατά της ΕΣΣΔ, υπήρχε η CIA είχε άμεση επαφή με το δίκτυο Χακάνι.
Η Κίνα αναβαθμίζει την παρουσία της στην περιοχή
Το γεγονός ότι μπαίνουμε σε μια φάση ανταγωνισμού ως προς την επιρροή στην ευρύτερη περιοχή μέσα στη νέα συνθήκη που διαμορφώνει η επιστροφή των Ταλιμπάν φαίνεται και από τις πρωτοβουλίες της Κίνας. Αυτό φάνηκε και στη σημασία που απέδωσε το Πεκίνο στην επίσκεψη του πρωθυπουργού του Πακιστάν Ίμραν Χαν στην Κίνα, που υπογράμμισε τόσο την οικονομική σημασία που έχει ο Οικονομικός Διάδρομος Κίνας Πακιστάν συνολικά για τη στρατηγική «Μία ζώνη – ένας δρόμος» όσο και τη σημασία που αποδίδεται στο διάλογο, σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών, ανάμεσα στη Κίνα, το Πακιστάν και το Αφγανιστάν.