«Κάλλιστος (ο ομορφότερος), λυσιμελής (αυτός που σου παραλύει τα μέλη), πυρίδρομος (που το διάβα του βγάζει φωτιά), διφυής (που έχει δύο φύσεις), γλυκύπικρος (γλυκός και πικρός συνάμα), αβρός (τρυφερός), τακερός (που σε κάνει να λιώνεις), αλγεσίδωρος (που φέρνει πόνο), σχέτλιος (σκληρός, ανελέητος), ανίκατος (ακαταμάχητος)». Αυτοί είναι μερικοί μόνο από τους επιθετικούς προσδιορισμούς που είχαν επιστρατεύσει οι αρχαίοι Ελληνες για να περιγράψουν τον Ερωτα και τους οποίους μάθαμε όταν είδαμε την έκθεση «Ερως. Από τη Θεογονία του Ησιόδου στην ύστερη αρχαιότητα» στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης στα τέλη του 2009 και τους πρώτους μήνες του 2010 σε επιμέλεια του καθηγητή και τέως διευθυντή του Μουσείου Νικολάου Χρ. Σταμπολίδη και του επιμελητή αρχαιοτήτων Γιώργου Τασούλα. Πρόκειται για λέξεις που δεν χρησιμοποιούμε πλέον αλλά που σίγουρα αντιλαμβανόμαστε σε τι αναφέρονται και μας κάνουν να ανατρέχουμε σε προσωπικά βιώματα.
Ερωτική μύθοι
Αγάπη, επιθυμία, πάθος. Ο Ερως και η Ψυχή που συναντιούνται στον ελληνικό μύθο και φέρνουν στον κόσμο την Ηδονή. Μια ιστορία που αγάπησαν οι καλλιτέχνες και φαντάστηκαν με διαφορετικούς τρόπους. O Αντόνιο Κανόβα (1757-1822), εκπρόσωπος του νεοκλασικισμού στη γλυπτική, έφτιαξε δύο διαφορετικές εκδοχές αυτής της σύνθεσης. Η πρώτη βρίσκεται στο Μουσείο του Λούβρου, η δεύτερη στο Μουσείο Ερμιτάζ στην Αγία Πετρούπολη. Το «Ερως και Ψυχή» ή «Η Ψυχή αναβιώνει με το φιλί του Ερωτα» δείχνει τους δύο μυθολογικούς εραστές που ταλαιπωρήθηκαν ιδιαίτερα από τη ζήλια της μητέρας του Ερωτα, θεάς Αφροδίτης, τη στιγμή που η ηρωίδα Ψυχή ξυπνάει από τον μαγικό ύπνο στον οποίο την είχε ρίξει η μετέπειτα, όπως αποδείχθηκε, πεθερά της στην αγκαλιά του αγαπημένου της μαζί με τον οποίο ξεπέρασαν όλες τις δοκιμασίες και αντιξοότητες και έμειναν για πάντα μαζί ενωμένοι σε σώμα και πνεύμα.
Ο μύθος του Πυγμαλίωνα και της Γαλάτειας όπως τον αφηγείται ο Οβίδιος στις «Μεταμορφώσεις» του ενέπνευσε και εκείνος με τη σειρά του πολλούς καλλιτέχνες. Για παράδειγμα, ο γάλλος ζωγράφος και γλύπτης Ζαν-Λεόν Ζερόμ (1824-1904) φιλοτέχνησε τόσο πίνακες όσο και γλυπτά με τη συγκεκριμένη θεματική στην οποία ο Πυγμαλίωνας εμφανίζεται σύμφωνα με την εκδοχή του Οβιδίου ως γλύπτης και όχι ως βασιλιάς της Κύπρου. Σε έναν πίνακα που χρονολογείται γύρω στο 1890 ο Ζερόμ εικονοποιεί τη στιγμή που το άγαλμα της Γαλάτειας ζωντανεύει ύστερα από παρέμβαση της θεάς Αφροδίτης – η οποία όταν δεν πρόκειται για τη δική της οικογένεια φαίνεται ιδιαίτερα γενναιόδωρη με τους εραστές – και έτσι η επιθυμία του γλύπτη Πυγμαλίωνα πραγματοποιείται: θα μπορεί να έχει μια σύζυγο τόσο όμορφη όσο και το γλυπτό που φιλοτεχνούσε κοπιωδώς και το οποίο στην πορεία ερωτεύτηκε απεγνωσμένα.
Αχώριστοι στον καμβά
Το «happily ever after» της πορείας επιθυμία-πόθος-έρωτας-αγάπη είναι το θέμα του πίνακα «Στον κήπο της αγάπης» (The Garden of Love, περ. 1633) του Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς (1577-1640). Ο συμβολισμός στο έργο είναι έντονος και αφορά τον γάμο και τη μακροημέρευσή του, εξάλλου υποτίθεται ότι το κεντρικό ζευγάρι της σύνθεσης είναι ο φλαμανδός ζωγράφος και η δεύτερη σύζυγός του, Χέλενα Φούρμαντ. Στον πίνακα, ο οποίος βρίσκεται στο μουσείο Πράδο της Μαδρίτης, βλέπουμε λοιπόν τους φτερωτούς έρωτες που αποτέλεσαν – θα υποθέσουμε – το εφαλτήριο για αυτή την ένωση και που εξακολουθούν να εξακοντίζουν τα βέλη τους για να διατηρείται άσβεστο το πάθος ανάμεσα στο ζευγάρι, δύο κορόνες από λουλούδια – ενδεχομένως τα στέφανα που ενώνουν τους δύο ανθρώπους -, σκυλιά, που αντιπροσωπεύουν την αφοσίωση και την πίστη. Ολα αυτά βέβαια διαδραματίζονται μέσα σε έναν ολάνθιστο κήπο ο οποίος συμβολίζει τον παράδεισο που είναι ο έγγαμος βίος, αλλά και τη γονιμότητα, απαραίτητο συστατικό για να συμπληρωθεί η ευτυχία ενός ζευγαριού στο οποίο ο άνδρας ήταν 53 ετών και η γυναίκα 16.
O Mαρκ Σαγκάλ (1887-1985) ήταν εξίσου αν όχι περισσότερο ερωτευμένος με τη σύζυγό του Μπέλα Ρόζενφελντ (1895-1944). Στο έργο του είναι συνηθισμένη η θεματική αναπαράστασης των δυο τους, συνήθως να πετούν στον ουρανό και εκείνος να την κρατάει τρυφερά, όπως στον πίνακα με τίτλο «Over the Τown» (1913) όπου ίπτανται πάνω από τo Bιτσέμπσκ, τη γενέτειρα του ρωσοεβραίου ζωγράφου, είτε καθώς αγκαλιάζονται και δίνουν ένα ηδυπαθές φιλί στους «Μπλε εραστές» (Blue Lovers, 1914). Ενας έρωτας κόντρα στις προσδοκίες και φιλοδοξίες των γονιών της πλούσιας Μπέλα, η οποία ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα τον φτωχό ζωγράφο όταν τον πρωτοαντίκρισε το 1909 και έζησε μαζί του ως σύντροφος και μούσα μέχρι τον θάνατό της.
Μαν Ρέι, Λοτρέκ, Μαγκρίτ
Στο «Observatory time – The Lovers» (1936) ή αλλιώς «Τα χείλη», ένα έργο που θεωρείται η πεμπτουσία της σουρεαλιστικής τέχνης, ο αμερικανός καλλιτέχνης Μαν Ρέι (1890-1976) αφήνει μήνυμα αγάπης στην ερωμένη του, Λι Μίλερ, με την οποία συνδέθηκαν για ένα σύντομο διάστημα, αρχικά ως δάσκαλος και μαθήτρια και στη συνέχεια ως εραστές. Τα χείλη είναι εκείνα της Μίλερ, αν και ανάλογα με το πώς κοιτάζει κανείς τον πίνακα θυμίζουν και τον εναγκαλισμό δύο εραστών. Ο Μαν Ρέι χρειάστηκε δύο χρόνια σχολαστικής, καθημερινής δουλειάς για να φέρει τον πίνακα στο επίπεδο που ήθελε, έτσι ενσωμάτωσε τον χρόνο στη σύνθεση όπως το έθετε η Γερτρούδη Στάιν.
Ο Ανρί ντε Τουλούζ-Λοτρέκ (1864-1901), ζωγράφος του Μουλέν Ρουζ και της βραδινής ζωής του Παρισιού, ζωγράφισε το «In Bed: The Κiss» (1892), το οποίο θεωρούνταν από τον γάλλο ζωγράφο η επιτομή της αισθησιακής απόλαυσης. Δύο γυναίκες απεικονίζονται σε μια παθιασμένη περίπτυξη πλήρως απορροφημένες στο πάθος τους και στην απόλυτα προσωπική τους στιγμή, η οποία βέβαια θα μπορούσε να είναι και ένα παρατεταμένο τρυφερό φιλί καληνύχτας ή και ένας εναγκαλισμός στον οποίο έχει παρεισφρήσει μια υποψία αγωνίας για έναν επικείμενο αποχωρισμό – πάντα όλα εξαρτώνται από το βλέμμα του θεατή. Το σίγουρο είναι ότι το ζευγάρι βρίσκεται στη δική του σφαίρα οικειότητας ή και απόλαυσης και αδιαφορεί για την αποδοκιμαστική κρίση του συντηρητικού ανθρώπου της εποχής του, όταν ο έρωτας μεταξύ γυναικών δεν ήταν κοινωνικά αποδεκτός. Πιστεύεται ότι οι δύο γυναίκες εργάζονταν σε οίκο ανοχής όπου ιδίως την εποχή εκείνη, αλλά όχι μόνο, δεν είχαν καθεμιά το δικό της κρεβάτι, γεγονός που οδηγούσε αναπόφευκτα στη σύσφιγξη των σχέσεων μεταξύ των ομοκλίνων.
«Οι εραστές» (1928) του Ρενέ Μαγκρίτ (1898-1967) με τα καλυμμένα με πανί πρόσωπα έγιναν οι μασκότ της πανδημίας και σε κάθε περίπτωση προσφέρουν μια διαφορετική οπτική πάνω στη φύση και στο βίωμα του έρωτα. Τα σκεπασμένα κεφάλια στο έργο του Μαγκρίτ προκαλούσαν ανέκαθεν πολλές διαφορετικές συνδηλώσεις. Ισως ότι δεν μαθαίνεις και δεν μπορείς ποτέ να ξέρεις αληθινά το πρόσωπο του ανθρώπου με το οποίο βρίσκεσαι σε τόσο κοντινή επαφή ή ότι οι πράξεις πάθους μπορεί να οδηγήσουν ορισμένες φορές στην απογοήτευση και στην απομόνωση. Η ρίζα της έμπνευσης του δημιουργού τους υποτίθεται ότι ήταν πολύ διαφορετική, καθώς μόλις στα 14 του χρόνια ο Μαγκρίτ είχε δει να ανασύρουν τη μητέρα του από τα νερά όπου είχε επιλέξει να αυτοκτονήσει διά πνιγμού, με το νυχτικό της τυλιγμένο στο κεφάλι της. «Ανοησίες» συνήθιζε να λέει o ίδιος. «Οι εικόνες μου προκαλούν μυστήριο και όταν τις βλέπει κανείς μπορεί να αναλογιστεί: «Τι σημαίνουν;». Δεν σημαίνουν τίποτα, γιατί ούτε το μυστήριο σημαίνει τίποτα, είναι άδηλο».
Νέον και ρολόγια
Η έμπλεη παθών Τρέισι Εμιν ξέρει πολύ καλά ότι «Love Ιs What You Want», όπως ήταν ο τίτλος μιας μεγάλης αναδρομικής έκθεσής της στη Hayward Gallery του Λονδίνου το 2011 και ένα έργο με νέον στο οποίο το συγκεκριμένο μήνυμα περικλειόταν μέσα σε μια καρδιά αυτή η πανανθρώπινη αλήθεια. Αυτό εξάλλου μαρτυρά όλο το αυτοαναφορικό της έργο, με τους έρωτές της, τις ματαιώσεις, τις στιγμιαίες χαρές, τα πάθη και τα ανεπούλωτα τραύματα που συνηγορούν υπέρ της ορθότητας του μηνύματος μέσα στην καρδούλα.
Ενας από τους αγαπημένους καλλιτέχνες της, ο Εντβαρντ Μουνκ (1863-1944), είχε φιλοτεχνήσει «Το φιλί» (1897) ως μέρος της σειράς πινάκων «Frieze of Life» όπου αναπαριστά τα στάδια στη σχέση ενός ζευγαριού αλλά και τη ζωή ενός ανθρώπου. Ο νορβηγός ζωγράφος είχε καταλήξει στη συγκεκριμένη εικονογραφία του «Φιλιού» του ύστερα από πολλές δοκιμές, και τελικά είχε αποφασίσει να θολώσει τα όρια ανάμεσα στα δύο πρόσωπα ως ένα δείγμα της ενότητας και της απόλυτης ταύτισης των εραστών.
Δύο ολόιδια, κοινότατα ρολόγια τοίχου τα οποία δείχνουν ακριβώς την ίδια ώρα. Θα κάνουν τον κύκλο τους, θα ξεγελάσουν τον χρόνο αλλά στο τέλος θα αποσυντονιστούν και τελικά μάλλον θα σταματήσουν να λειτουργούν εντελώς. Οπως συμβαίνει συνήθως με τα έντονα πάθη στα οποία οι εραστές καίγονται τελικά από την ίδια τους τη φωτιά. Ή ίσως πάλι όχι. Το έργο «Untitled (Perfect Lovers)», του 1991, από τον Φέλιξ Γκονζάλεθ-Τόρες (1957-1996) δεν δείχνει δύο εραστές αγκαλιασμένους και ούτε αποτυπώνει βέβαια το οποιοδήποτε συναίσθημα στα πρόσωπά τους που θα μπορούσε να προϊδεάσει τον θεατή για την έκβαση της σχέσης τους. Οπότε η συνέχεια μπορεί να είναι εκείνη που θα επιλέξει ο καθένας μας. Στο κάτω-κάτω, τα δύο ρολόγια μπορούν να ρυθμιστούν ξανά στη σωστή ώρα και να ξαναβρούν τη συγχρονικότητά τους.