Από το φθινόπωρο του 2008, από την εκδήλωση δηλαδή της πολυσήμαντης διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης, που εκθεμελίωσε την ελληνική οικονομία και την οδήγησε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και της απομάκρυνσης από τη ζώνη του ευρώ, οι Ελληνες τελούν σε κατάσταση σχεδόν μόνιμης προσπάθειας απεμπλοκής και απελευθέρωσης από τα δυσβάσταχτα δεσμά των ελλειμμάτων και του χρέους.
Εχουν περάσει από τότε 14 ολόκληρα χρόνια και η χώρα δεν καταφέρνει να ισορροπήσει παρά τους ατέλειωτους κόπους και τις απροσμέτρητες θυσίες του ελληνικού λαού. Κατά καιρούς ανελήφθησαν επίπονες προσπάθειες εξόδου από την κρίση, χωρίς ωστόσο να εξασφαλιστεί η διεκδικούμενη ανασυγκρότηση και ανόρθωση της οικονομίας και της χώρας. Και αυτό επειδή κάθε φορά οι πολιτικές συνθήκες άλλαζαν και μαζί τους αναθεωρούνταν οι σκοποί και οι στόχοι.
Το 2015, εξαιτίας ακριβώς της τότε πολιτικής αλλαγής και των αναθεωρητικών αντιλήψεων που επικράτησαν στο πεδίο της οικονομικής πολιτικής, παρ’ ολίγον να ανατιναχθεί στην κυριολεξία η χώρα.
Την τελευταία στιγμή σώθηκε η παρτίδα και η πατρίδα, αλλά έναντι της νέας διάσωσης χρειάστηκε να αναληφθούν καινούργιες δεσμεύσεις και υποχρεώσεις που καθυστέρησαν πέντε ολόκληρα χρόνια την εξασφάλιση υποτυπώδους σταθερότητας.
Η εξ αυτού του λόγου επελθούσα το 2019 πολιτική αλλαγή δεν ευτύχησε ωστόσο να εκπληρώσει τους διακηρυγμένους στόχους και σκοπούς της, καθώς μεσολάβησε η αποδιοργανωτική των πάντων υγειονομική κρίση και όσα προβληματικά τη συνόδευσαν.
Δυόμισι χρόνια μετά η χώρα συνεχίζει να παλεύει με την πανδημία, αντιμετωπίζοντας ταυτόχρονα παρεμπίπτουσες συνέπειες από την εξ αυτής προκληθείσα διαταραχή της διεθνούς εφοδιαστικής αλυσίδας, από την εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου, του ηλεκτρικού ρεύματος, των καυσίμων και πλήθους άλλων ευθέως επηρεαζομένων αγαθών και υπηρεσιών, των μεταφορών συμπεριλαμβανομένων. Εσχάτως δε η διευρυνόμενη παγκοσμίως πληθωριστική πίεση επιδεινώνει τις νομισματικές συνθήκες διεθνώς, αναγκάζοντας τις κεντρικές τράπεζες σε εσπευσμένες αυξήσεις επιτοκίων, εκθέτοντας την ελληνική οικονομία σε νέους κινδύνους.
Η Ελλάδα, παρότι το 2021 επέτυχε ταχεία ανάκαμψη και είδε τις επενδύσεις και την οικονομική δραστηριότητα να αυξάνονται εντυπωσιακά, κινδυνεύει και πάλι να περιπέσει σε κατάσταση αμφισβήτησης από τις δύσκολες και απαιτητικές αγορές, οι οποίες αποτιμούν εκ νέου τους πολιτικούς κινδύνους που πηγάζουν κυρίως από το άνοιγμα του πολιτικού κύκλου, από αυτή την ατμόσφαιρα έντασης που επικρατεί στην ελληνική πολιτική σκηνή και από το αναπτυσσόμενο ισχυρό κύμα διεκδικήσεων, που μοιάζει ικανό να εκτρέψει τα δημόσια οικονομικά και να αναδείξει και πάλι σε κυρίαρχη την παράμετρο του έτσι κι αλλιώς υψηλού δημοσίου χρέους.
Με άλλα λόγια, η χώρα μας συνεχίζει να κινείται στο όριο. Δεν αντέχει την επανάληψη ενός κύκλου άγονων αντιπαραγωγικών πολιτικών συγκρούσεων και ενός κατεδαφιστικού λαϊκισμού. Υπάρχει γνώση και εμπειρία πια.
Η Ελλάδα δεν θα επιβιώσει αν δεν καταφέρει να βγει από αυτόν τον αέναο κύκλο διαρκούς κρίσης. Γι’ αυτό και οι πολιτικές δυνάμεις επιβάλλεται να αυτοσυγκρατηθούν, να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων, μετρώντας και ξαναμετρώντας τα λόγια τους. Η υιοθέτηση των πάντων και η άκριτη αποδοχή του πλήθους των αιτημάτων, δεν οδηγεί πουθενά. Ζούμε άλλωστε, ας μην ξεχνούμε, σε καθεστώς περιορισμένων πόρων.
Τούτη την ώρα προέχει η δημιουργία νέου πλούτου, η εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών και ο έλεγχος του δημοσίου χρέους. Κανονικά, τούτο τον καιρό η Ελλάδα θα έπρεπε να δονείται στην κυριολεξία από τις προσπάθειες ταχείας αξιοποίησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και κινητοποίησης του συνόλου των παραγωγικών δυνάμεων. Αυτό είναι το μόνο αντίδοτο στις πολλαπλές κρίσεις που αντιμετωπίζει η χώρα και ο λαός μας.