Η πίστη του στην Ορθόδοξη Εκκλησία είναι βαθιά. Ο προπάππος του ήταν ιερέας στην Πελοπόννησο και η γιαγιά του τον οδήγησε, από μικρό, στον χώρο της εκκλησίας και της θρησκείας, καθώς φιλοδοξούσε να τον δει ιερέα. Εκείνος όμως δεν της έκανε τη χάρη και ασχολήθηκε με την υποκριτική. Ή μήπως τελικά η απόφασή του αυτή δεν πρόδωσε τα θέλω της; «Εγώ υπηρέτησα τη θρησκεία από μια άλλη μεριά» θα πει στη συνέντευξή του στο «Βήμα» ο κ. Νικήτας Τσακίρογλου. Ο σπουδαίος ηθοποιός του θεάτρου και της τηλεόρασης, από την ερχόμενη Πέμπτη, 10 Φεβρουαρίου, στις 22.30, θα ενσαρκώνει τον Αγιο Αρσένιο τον Καππαδόκη στη νέα σειρά του Mega «Αγιος Παΐσιος: Από τα Φάρασα στον Ουρανό».
Πρωταγωνιστείτε στη νέα ιστορική-βιογραφική σειρά του Mega για τη ζωή του Αγίου Παϊσίου. Πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία;
«Αυτή η συνεργασία προέκυψε κατ’ αρχάς από τη βαθιά θέληση που έχω εγώ για τη θρησκεία μας, την Ορθοδοξία και τους αγίους μας. Χαίρομαι πολύ γιατί μου δόθηκε η ευκαιρία να λάβω μέρος σε αυτή τη σειρά. Μια θρησκευτική, θα έλεγα, σειρά, που μας δίνει το κουράγιο να συνεχίσουμε την πορεία μας και να διατηρήσουμε την αισιοδοξία μας μέσα στον χώρο της θρησκείας μας».
Η σχέση σας με τη θρησκεία είναι βαθιά. Αν δεν κάνω λάθος, ο προπάππος σας ήταν ιερέας;
«Ακριβώς, ο προπάππος μου, ο οποίος ήταν από τη Γορτυνία, υπήρξε παπάς και η γιαγιά μου φιλοδοξούσε να ακολουθήσω και εγώ τα βήματα του προπάππου μου, οπότε με οδηγούσε στον χώρο της θρησκείας και της εκκλησίας».
Ωστόσο εσείς δεν της κάνατε τη χάρη…
«Εγώ υπηρέτησα τη θρησκεία από μια άλλη μεριά. Γιατί θέλω να πιστεύω ότι επειδή προέρχεται το θέατρο μέσα από τη θρησκευτική παρουσία του ανθρώπου οδηγήθηκα εκεί. Βέβαια όχι συνειδητά, αυτό έγινε αργότερα».
Πώς είναι η εμπειρία να ενσαρκώνει κανείς έναν άγιο; Στην προκειμένη περίπτωση εσείς ενσαρκώνετε τον Αγιο Αρσένιο.
«Είναι ευλογία. Ο Αγιος Αρσένιος κατ’ αρχάς οδήγησε τους ανθρώπους από τα Φάρασα προς τον ελλαδικό χώρο. Αυτό τους βοήθησε να βρουν τον τρόπο της διαβίωσης, της ύπαρξής τους, θα έλεγα, μέσα από την πίστη τους. Αυτό, θέλω να πιστεύω, ωφέλησε και το κράτος μας, αλλά και τους ίδιους τους ανθρώπους που ήρθαν από τη Μικρά Ασία στην Ελλάδα, και που δεν ήταν οι μοναδικοί. Ερχονταν κατά ομάδες διωκόμενοι από τους Τούρκους. Οπότε η σειρά δεν είναι μόνο θρησκευτικού περιεχομένου αλλά και ιστορικού. Αυτή η σειρά είναι κάτι πρωτόγνωρο, μπορώ να πω, για την τηλεόρασή μας. Χαίρομαι που έγινε αυτό το εγχείρημα, ώστε να ενδιαφερθούμε και για την πορεία και άλλων αγίων που βοήθησαν την Ορθοδοξία μας και τους ανθρώπους στην πίστη τους».
Επειδή είναι η πρώτη τηλεοπτική σειρά που έχει ως κεντρικό πρόσωπο έναν άγιο, θεωρείτε ότι είναι ριψοκίνδυνη κίνηση ή είναι μια σειρά που έχουμε ανάγκη, δεδομένων και των συνθηκών;
«Νομίζω ότι αυτή η σειρά ανοίγει έναν δρόμο προς τις πνευματικές σειρές, είδος που λείπει από την ελληνική τηλεόραση. Το θέμα είναι να αντιμετωπίσει κανείς αυτή τη θεματική έντιμα. Πιστεύω ότι αυτό έγινε και από το σενάριο που υπογράφει ο κ. Γιώργος Τσιάκκας και από τη σκηνοθεσία του κ. Στάμου Τσάμη. Είναι μια παραγωγή που έγινε με πολύ σεβασμό και με πολλή προσήλωση, και αυτό θα φανεί και στο αποτέλεσμα. Εμείς προσπαθήσαμε να αποδώσουμε τους ρόλους μας και μέσω αυτών, αλλά και με τη συμβολή όλων των συντελεστών πίσω από τις κάμερες, να βγει ένα καλό αποτέλεσμα για την τηλεόρασή μας. Το οποίο θέλω να πιστεύω ότι υπάρχει».
Απέχετε από τη μικρή οθόνη αρκετά χρόνια, αν δεν κάνω λάθος η τελευταία σας δουλειά ήταν η «Απαγορευμένη αγάπη» στο Mega που ολοκληρώθηκε το 2005. Ηταν επιλογή σας να κάνετε ένα βήμα πίσω;
«Από τη στιγμή που ανέλαβα μια ευθύνη, τη διεύθυνση του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, δεν μου έμενε χρόνος ώστε να ασχοληθώ και με την τηλεόραση. Ηταν περιορισμένος ο χρόνος και ιδιαίτερα όταν βρίσκεσαι στη Θεσσαλονίκη».
Πώς σχολιάζετε την πορεία της ελληνικής τηλεόρασης; Παρακολουθείτε;
«Βεβαίως, από τη στιγμή που είμαι ενεργό μέλος παρακολουθώ τηλεόραση. Θετικά τη βλέπω. Πολλές φορές βάζω τον εαυτό μου στη θέση των ηθοποιών ή των ιθυνόντων των καναλιών και των συντελεστών, που φτιάχνουν ένα πρόγραμμα, και σκέφτομαι τι άλλο θα μπορούσαμε να κάνουμε. Στην Ελλάδα αυτό μπορούμε να κάνουμε και το θέμα είναι να το κάνουμε έντιμα και με ειλικρινή προσπάθεια».
Θεατρικά σάς συναντάμε στην παράσταση «Οι μάγισσες του Σάλεμ». Μια διαχρονική καταγγελία των δεισιδαιμονιών, των προκαταλήψεων και του φανατισμού. Ενα έργο επίκαιρο θα λέγαμε…
«Πρέπει να είναι επίκαιρο ένα έργο, και αυτό το δείχνει και το ενδιαφέρον του κόσμου που έρχεται στο θέατρο. Είμαστε ικανοποιημένοι, παραγωγή και ηθοποιοί, που βλέπουμε από κάτω τον κόσμο να μας παρακολουθεί και είναι καθημερινό το ενδιαφέρον του κόσμου για αυτή την παράσταση. Υπάρχει μια συγκυρία ποιότητας, θα έλεγα, και για το θέατρό μας και για την τηλεόραση, και αυτό είναι καλό γιατί σιγά-σιγά βοηθάμε τους συνανθρώπους μας ώστε να γίνουν καλύτεροι».
Ποια ήταν τα πρώτα σας συναισθήματα όταν είδατε την πλατεία του θεάτρου γεμάτη μάσκες;
«Μάσκες φοράμε και εμείς στην καθημερινή μας ζωή, ήταν επιβεβλημένο να φορούν και οι θεατές μας, οπότε δεν είναι κάτι ασυνήθιστο. Βέβαια, δεν είναι καλό το θέαμα και για τον ηθοποιό αλλά και για τον θεατή, γιατί το σώμα δεν είναι ελεύθερο, αυτό για εμένα είναι πολύ σημαντικό. Στερούμαστε κάποιες ελευθερίες έκφρασης, γιατί εμένα με ενδιαφέρει να βλέπω τα μάτια, αλλά θέλω να αισθάνομαι και την ανάσα του κοινού την ώρα που παίζω. Αυτό το συναίσθημα της αμεσότητας, αυτή τη στιγμή, το στερούμαι. Αυτό δεν είναι καλό. Εύχομαι όλα αυτά να είναι σύντομα παρελθόν και με πολλή προσοχή να συνεχίζουμε να υποστηρίζουμε τα θέματα αυτά τα οποία αφορούν την ανθρώπινη ύπαρξη».