Γνωστό είναι ότι ο Εμανουέλ Μακρόν, που η χώρα του ασκεί το εξάμηνο αυτό την προεδρία της ΕΕ, είχε εδώ και καιρό καταγγείλει το ΝΑΤΟ ως «κλινικά νεκρό» στην προσπάθειά του να πείσει ότι είναι αναγκαία η «στρατηγική αυτονομία» της Ευρώπης και η δημιουργία μιας ευρωπαϊκής δύναμης ταχείας αντίδρασης 5.000 ανδρών για την αντιμετώπιση περιφερειακών κρίσεων. Μόνο που ήλθε η εξαιρετικά επικίνδυνη «περιφερειακή κρίση» της Ουκρανίας – στα σύνορα της ίδιας της ΕΕ – για να αποδείξει ότι τελικά «κλινικά νεκρή» είναι η ΕΕ και όχι το ΝΑΤΟ (όπου διαφεντεύουν οι Αμερικανοί) και στο οποίο τώρα όλοι προσφεύγουν (ακόμη και ο ίδιος ο Μακρόν) για την επίλυση του ζητήματος. Και όλα αυτά υπό την πίεση των πρώην μελών του Συμφώνου της Βαρσοβίας, που εντάχθηκαν τόσο στην ΕΕ όσο και στο ΝΑΤΟ και επιμένουν στην ανάγκη της αμερικανικής ομπρέλας προστασίας.
Δεν υπάρχει όμως αμφιβολία ότι στην εξέλιξη αυτή συνέβαλε και η πολιτική του Βλαντίμιρ Πούτιν, ο οποίος αρχικά αγνόησε τους Ευρωπαίους, επιδιώκοντας να συνεννοηθεί ως ίσος προς ίσον με τον αμερικανό πρόεδρο. Ο οποίος αποφάσισε να εγκαταλείψει τις αρχικές του προθέσεις για βαθμιαία αποχώρηση των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων από τις διάφορες περιοχές κρίσεων και στέλνει τώρα 3.000 πρόσθετους αμερικανούς στρατιώτες σε Γερμανία, Πολωνία και Ρουμανία, ενώ επανέλαβε και τις αεροπορικές επιδρομές στη Βορειοδυτική Συρία με στόχο τους τρομοκράτες του ISIS. Αντιλαμβανόμενος λοιπόν ο Μακρόν ότι χωρίς συνεννόηση με τους Αμερικανούς δεν μπορεί να επιλυθεί η κρίση της Ουκρανίας, τηλεφώνησε ο ίδιος στον Μπάιντεν, πριν επικοινωνήσει τηλεφωνικά με τον Πούτιν, με σκοπό να πραγματοποιήσει μια μεσολαβητική προσπάθεια επισκεπτόμενος τη Μόσχα.
Προσπαθεί δηλαδή ο ίδιος προσωπικά, εφόσον δεν έχει επιτευχθεί κοινή ευρωπαϊκή στάση, να αποφύγει τη στρατιωτική αντιπαράθεση, που πέραν όλων των άλλων θα είχε αρνητικές συνέπειες στο εσωτερικό της Γαλλίας, εν όψει των προεδρικών εκλογών του ερχόμενου Απριλίου. Και δεν είναι βέβαια δύσκολο να αντιληφθεί κανείς ποια θα είναι η θετική ανταπόκριση των γάλλων εκλογέων στην περίπτωση που οι προσπάθειές του αποβούν επιτυχείς. Οσο για το όραμα της αυτόνομης στρατηγικά Ευρώπης, αυτό μπορεί να περιμένει να έλθουν καλύτερες ημέρες. Λίγο δύσκολο όμως, αν σκεφθεί κανείς ότι οι Ευρωπαίοι δεν μπορούν να συμφωνήσουν ούτε σε μια κοινή στάση για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, που γιγαντώνεται και πλήττει τα νοικοκυριά όλων ανεξαιρέτως των χωρών-μελών. Αυτό τουλάχιστον έδειξε η αντίδραση ορισμένων χωρών στην απόφαση για τη χρήση του φυσικού αερίου και ο συνεχιζόμενος καβγάς για την πυρηνική ενέργεια. Για να μη μιλήσουμε και για το καυτό μεταναστευτικό ζήτημα, που μας αφορά ιδιαίτερα.