Το ότι ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος 1946-49 θα γινόταν… viral στο Τwitter κανείς δεν το φανταζόταν. Αρκούσε η δημοσίευση από τον ρώσο καθηγητή της Johns Hopkins School of Advanced International Studies Σεργκέι Ραντσένκο, ο οποίος ασχολείται με την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, τεσσάρων «αποχαρακτηρισμένων εγγράφων» της επίμαχης περιόδου που αποτυπώνουν πτυχές του ρόλου και της ανάμειξης των Σοβιετικών στην ένοπλη σύγκρουση των δυνάμεων του ΔΣΕ με τον εθνικό στρατό. Αν και η δημοσιοποίηση των εγγράφων αυτών δεν κόμισε κάτι άκρως αποκαλυπτικό στην ιστοριογραφία, ωστόσο προκάλεσε ένα ενδιαφέρον στο ευρύ κοινό του Διαδικτύου λόγω της δημοσιότητας που έλαβαν οι αναρτήσεις του ρώσου ιστορικού, ενώ έφερε στην επιφάνεια τις διαφορετικές αναγνώσεις για μια ιστορική περίοδο που έχει αφήσει μέχρι τις μέρες μας βαθιά τα σημάδια της.
Απροσπέλαστα τα ντοκουμέντα
Ταυτόχρονα ανέδειξε, αν και δεν ήταν αυτός προφανώς ο σκοπός του, το κενό που υπάρχει στο πεδίο της ιστορικής έρευνας εξαιτίας της διατήρησης στο σκοτάδι του κρισιμότερου μέρους των αρχειακών τεκμηρίων που αφορούν τη συγκεκριμένη περίοδο και όχι μόνο, υλικό που παραμένει απροσπέλαστο στα αρχεία της Ρωσικής Ομοσπονδίας – κληρονόμων των αρχείων του ΚΚ Σοβιετικής Ενωσης και της ΕΣΣΔ. Χρειάστηκαν επίμονες προσπάθειες – πολλές φορές με το αζημίωτο – των ιστορικών ερευνητών που επιδίωξαν να αποκτήσουν πρόσβαση στο τεράστιο αυτό πρωτογενές υλικό, προκειμένου να έχουμε στη διάθεσή μας σήμερα ένα μόνο μέρος του αρχείου, που φυλάσσεται ως επτασφράγιστο μυστικό παρά την παρέλευση τόσων δεκαετιών.
Παρά τις αντιξοότητες υπήρξαν έρευνες και μελέτες που έφεραν στο φως αρχειακά ντοκουμέντα. Ενδεικτικά είναι τα βιβλία «Οι σχέσεις ΚΚΕ και ΚΚ Σοβιετικής Ενωσης στο διάστημα 1953-1977», συλλογικό έργο των εκδόσεων Παρατηρητής (1999), η ογκώδης ιστορική μελέτη του Νίκου Παπαδάτου «Ακρως απόρρητο. Οι σχέσεις ΕΣΣΔ – ΚΚΕ / 1944-1952», εκδόσεις ΚΨΜ (2019), το βιβλίο του Φοίβου Οικονομίδη «Η διεθνής συγκυρία και το ΚΚΕ 1939-1954», εκδόσεις ΚΨΜ (2020) κ.ά.
Τα έγγραφα εμφανίστηκαν στον λογαριασμό του ρώσου καθηγητή χωρίς κάποια ξεχωριστή αφορμή (επέτειο κ.λπ.), αλλά για όσους ενδιαφέρονται για τον εμφύλιο πόλεμο στην Ελλάδα, αν και από κάποια σχόλια που αναρτήθηκαν δεν φαίνεται να υπάρχει πλήρης γνώση της ιστορικής πραγματικότητας («Πότε ήταν ο Κόκκινος Στρατός στην Ελλάδα;» ρωτάει κάποιος – «Νοέμβριο 1945» απαντά ο ιστορικός, που αργότερα το διορθώνει σε «Νοέμβριος 1944», ενώ στην ίδια ανταλλαγή σχολίων εμφανίζεται και μια φωτογραφία του περιοδικού «LIFE» με μέλη της σοβιετικής στρατιωτικής αποστολής στην Αθήνα από το 1944-45 υπό τον Γκριγκόρι Ποπόφ στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία»). Πάντως έχει τη σημασία του το ότι τα εν λόγω έγγραφα εμφανίζονται ως άρτι αποχαρακτηρισθέντα από τη Μόσχα, οπότε αυτό από μόνο του συνιστά ικανή αφορμή για τη δημοσιοποίησή τους, έστω και από κάποιον που δεν είναι γνωστός στη χώρα μας για την ενασχόλησή του με τη μελέτη της σύγχρονης ιστορίας της.
Τα έγγραφα περιλαμβάνουν: μια αναφορά ενός σοβιετικού αντισυνταγματάρχη ονόματι Νιτσάγεφ, στην οποία περιγράφει τη θερμή υποδοχή που τους επιφύλαξαν οι χιλιάδες οπαδοί του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ όταν πέρασαν τα σύνορα με τη Βουλγαρία και βρέθηκαν σε διάφορες περιοχές (Σέρρες, Δράμα, Καβάλα, Ξάνθη, Κομοτηνή, Διδυμότειχο, Σουφλί κ.α.) ζητωκραυγάζοντας: «Ζήτω η Σοβιετική Ρωσία! Ζήτω ο Κόκκινος Στρατός! Ζήτω η Αμερική! Ζήτω το Κομμουνιστικό Κόμμα! Ζήτω ο Ρούζβελτ! Ζήτω ο Νίκος Ζαχαριάδης! Ζήτω ο φίλος και πατέρας μας σύντροφος Στάλιν!». Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν τα έγγραφα που αναφέρονται στον οπλισμό που έστελναν οι Σοβιετικοί στην αρχή του Εμφυλίου, γερμανικής προέλευσης – και όχι σοβιετικής -, που είχε περιέλθει στα χέρια τους από τους ναζί.
Η αναφορά στον Στάλιν
Η πιο αξιοσημείωτη είναι η αναφορά του Μολότοφ, κομισάριου επί των Εξωτερικών προς τον Στάλιν, που τον ενημερώνει ότι τα αιτήματα του Ζαχαριάδη, πλην κάποιων εξαιρέσεων, «ικανοποιήθηκαν πλήρως». Αντί των 60 ορεινών πυροβόλων που είχε ζητήσει ο Ζαχαριάδης και τα οποία οι Σοβιετικοί δεν είχαν, όπως πληροφορεί ο Μολότοφ τον Στάλιν, «αποστέλλονται ισάριθμα γερμανικά αντιαρματικά πυροβόλα των 37 χιλιοστών και οβίδες για αυτά», με την επισήμανση ότι «παρόμοια πυροβόλα είχαν ήδη σταλεί στους Ελληνες και έμειναν ικανοποιημένοι», ενώ τον ενημέρωνε ότι «δεν υπάρχει δυνατότητα να ικανοποιηθεί το αίτημα για βοήθεια σε υποδήματα και ρουχισμό λόγω έλλειψης στολών και υποδημάτων ξένων προδιαγραφών» και ότι «100 χιλιάδες δολάρια θα σταλούν στον Ζαχαριάδη μέσω του μηχανισμού του συντρόφου Σουσλόφ».
Ενημερωνόταν και για τις λεπτομέρειες
Είναι επίσης αξιοσημείωτο το γεγονός ότι ο Στάλιν ενημερωνόταν προσωπικά ακόμα και για αυτές τις λεπτομέρειες, κάτι που καταδεικνύει το μεγάλο ενδιαφέρον που είχε για την εξέλιξη του ένοπλου αγώνα στην Ελλάδα, για την πορεία του οποίου πάντως έτρεφε επιφυλάξεις και ενδοιασμούς (είναι γνωστή η προτροπή του για «αναδίπλωση» την οποία είχε θέσει στους βούλγαρους και γιουγκοσλάβους κομμουνιστές σε συνάντηση μαζί τους στη Μόσχα το 1948). Αλλωστε η Σοβιετική Ενωση προσέγγιζε το ζήτημα της ένοπλης σύγκρουσης στην Ελλάδα υπό το πρίσμα των διεθνών γεωπολιτικών και γεωστρατηγικών εξελίξεων και συσχετισμών της περιόδου και σε συνάρτηση με τον (ενεργό) ρόλο του αμερικανικού παράγοντα που είχε άμεση εμπλοκή στον Εμφύλιο στηρίζοντας τις κυβερνητικές δυνάμεις με όλα τα μέσα.
Για «γνωστές αναφορές» κάνει λόγο το ΚΚΕ
Η δημοσιοποίηση των εγγράφων αυτών δεν πέρασε απαρατήρητη από το ΚΚΕ, το οποίο σχολίασε: «Δεν ξέρουμε τι σχέση έχει κατ’ αρχάς ο Σεργκέι Ραντσένκο με την ελληνική ιστορία. Μπορεί για αυτόν να πρόκειται για συγκλονιστικά νέα στοιχεία, όμως εδώ στην Ελλάδα οι αναφορές που παρουσιάζονται όχι μόνο είναι γνωστές, αλλά περιλαμβάνονται στην ουσία τους σε αναφορές του “Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ” στον σχετικό τόμο και στις αντίστοιχες σελίδες». Παράλληλα, ασκείται κριτική σε όσους «αξιοποιούν τα “στοιχεία” προκειμένου να αναπαράγουν τα γνωστά αντικομμουνιστικά εμφυλιοπολεμικά περί “ξενοκίνητης ανταρσίας που είχε ως στόχο απόσπαση εδάφους της Ελλάδας προς άλλα κράτη”».
Παράπονα για τη στάση των αλβανών «συντρόφων»
Από τα έγγραφα που ήρθαν στο φως, ενδιαφέρον έχει και η δισέλιδη αναφορά (της 7ης Ιουλίου 1948) που υπογράφουν ο Μάρκος Βαφειάδης και ο Νίκος Ζαχαριάδης προς την Κεντρική Επιτροπή του Μπολσεβικικού Κόμματος σχετικά με τη στάση των «συντρόφων» της Αλβανίας και τα εμπόδια που έθεταν στους έλληνες κομμουνιστές: «Στις 5 Ιουλίου το βράδυ οι υπεύθυνοι αλβανοί σύντροφοι ανακοίνωσαν στον σ. Ζαχαριάδη ότι σε συμφωνία και μαζί σας αποφάσισαν να σταματήσουν για δυο μήνες οποιαδήποτε ενίσχυσή τους σε μας, καθώς και κάθε μεταφορά υλικού ή ανθρώπων μέσα από το έδαφός τους» αναφερόταν, ενώ σε άλλο σημείο τονιζόταν ότι «το ταξίδι του σ. Ζαχαριάδη σε σας, με την κατανόηση και τη βοήθεια που δείξατε προς την υπόθεσή μας, στερέωσε ακόμα πιο πολύ την πίστη μας και την απόφασή μας να χτυπήσουμε εξοντωτικά τον μοναρχοφασισμό και να δυσκολέψουμε πιο πολύ τις επιδιώξεις του αμερικανικού ιμπεριαλισμού στη χώρα μας» και ζητούσαν να τους δώσουν οι αλβανοί «σύντροφοι» 15 μέρες προθεσμία ώστε «να παραλάβουν όλα τα υλικά από σας, απ’ τις άλλες λαϊκές δημοκρατίες και όσα έχουμε αποθηκευμένα στην Αλβανία και Γιουγκοσλαβία».