Πολυγραφότατος, με επιστημονικές μελέτες, αστυνομικά διηγήματα, αλλά και ποιήματα στο ενεργητικό του, ο Γιάννης Πανούσης (Αθήνα, 1949) σπούδασε στη Νομική Αθηνών, δίδαξε ως καθηγητής εγκληματολογικά μαθήματα στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Θράκης, όπου είχε εκλεγεί πρύτανης, ενώ υπήρξε βουλευτής και διετέλεσε υπουργός Δημόσιας Τάξης. Το βιβλίο του Δίκαιο και άδικο, αθώοι και ένοχοι, καλό και κακό στην αστυνομική μυθοπλασία έρχεται να προστεθεί στις μελέτες του που αφορούν την αστυνομική λογοτεχνία. Στην εισαγωγή του, αναρωτιέται «αν διαβάζοντας αστυνομική/εγκληματική λογοτεχνία» γινόμαστε ηθικότεροι ταυτιζόμενοι με θετικούς ήρωες ή αν μένουμε αδιάφοροι «ως προς τα κίνητρα και τις αιτιολογήσεις των εμπλεκομένων».
Γιάννης Πανούσης
Δίκαιο και άδικο, αθώοι και ένοχοι, καλό και κακό στην αστυνομική μυθοπλασία. Ζητήματα ηθικής, δεοντολογίας και ύφους
Εκδόσεις Παπαζήση, 2021, σελ. 248, τιμή 15,90 ευρώ
Στην παρούσα μελέτη ο συγγραφέας θέτει ζητήματα που συνδέονται με το συγκεκριμένο – και δημοφιλές, εν πολλοίς – λογοτεχνικό είδος. Μπορεί το αστυνομικό μυθιστόρημα να διαπαιδαγωγήσει; Μπορεί η αναζήτηση των ορίων της ηθικής του Καλού και του Κακού από τον λογοτεχνικό εγκληματία ή τον ντετέκτιβ να συγκροτήσει πλαίσιο συνειδητοποίησης και ευαισθησίας; Αν η ανάγνωση ενός λογοτεχνικού έργου, σημειώνει, αποσκοπεί στην παιδεία μέσω της αισθητικής απόλαυσης, αλλά και της ηθικής κάθαρσης, αυτό επιβάλλει μια ρεαλιστική αποτύπωση της εγκληματικής πραγματικότητας. Δεν είναι δυνατόν, καταλήγει, να διδάσκουμε εγκληματολογία μέσα από λογοτεχνικά κείμενα, αν η λογοτεχνικότητα εξαντλείται στο στυλ και δεν μπαίνει στην ουσία.
Κατ’ αυτόν, η μυθοπλασία είναι ένα μέσο για να βρούμε την αλήθεια αυτού του κόσμου και όχι για να μας παρασύρει στον κόσμο του συγγραφέα. Επειδή, όμως, τονίζει, η ψυχή του ανθρώπου-εγκληματία ταλανίζεται από τα επιστημονικά λάθη και από τα «λογοτεχνικά φληναφήματα», πρέπει εκείνοι που θα αναλάβουν να εισάγουν την αστυνομική/εγκληματολογική λογοτεχνία στα σχολεία και αλλού να έχουν αποβάλει τις όποιες προκαταλήψεις τους.
Ενα από τα πρώτα ερωτήματα που θέτει ο Γιάννης Πανούσης στη μελέτη του είναι αν σήμερα το αστυνομικό μυθιστόρημα πρέπει να διατηρήσει τα χαρακτηριστικά του μύθου ή να εμπλακεί σε πραγματικές ιστορίες της πολιτικής συγκυρίας, λόγου χάρη, τα μνημόνια. Θεωρώντας ότι από τον Οιδίποδα Τύραννο μέχρι το Εγκλημα και τιμωρία η αστυνομική ατμόσφαιρα παραμένει η ίδια, πιστεύει πως η εγκατάλειψη της μυθοπλασίας και η ενασχόληση με αληθινές ιστορίες της μη μυθοπλασίας δεν ωφελεί την αστυνομική λογοτεχνία. Για να στηρίξει την άποψή του προβάλλει και ένα λογικοφανές επιχείρημα: «Aφού μπορείς να διαβάσεις από την εφημερίδα και τα social media κάποιες περιγραφές και γεγονότα, γιατί ν’ αγοράσεις ένα αστυνομικό βιβλίο που λέει τα ίδια αλλά με διαφορετικό τρόπο; That’s the question».
Μία από τις διαπιστώσεις του είναι το ότι η αστυνομική λογοτεχνία δεν μας κάνει ηθικότερους, ότι ο συγγραφέας δεν διδάσκει, απλώς μας παρέχει αντικλείδια για ν’ ανοίξουν «πόρτες και παράθυρα της τύχης, του χώρου και του χρόνου, των σχέσεων και των ψυχών». Η μελέτη ολοκληρώνεται ως εξής: «H αστυνομική λογοτεχνία οφείλει να βρίσκεται σε διαρκή κίνηση. Προς ποια κατεύθυνση άραγε; Υπάρχει το σκοτεινό μοντέλο του Κάφκα και του Πόε, το μοντέλο των συνωμοσιολόγων, το υπαρξιακό μοντέλο, το (αντι)ρατσιστικό μοντέλο, το «αιμοσταγές» μοντέλο, το πολιτικό κ.ο.κ. Στα χέρια του κάθε συγγραφέα είναι να επιλέξει».
Το βιβλίο – το αφιερωμένο στους συγγραφείς της Ελληνικής Λέσχης Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας, της οποίας ο Γιάννης Πανούσης είναι ιδρυτικό μέλος – έχει πολλές υποσημειώσεις-παραπομπές σε συγγραφείς, βιβλία και δημοσιεύματα. Ετσι, ο αναγνώστης μπορεί να κατανοεί κάθε φορά το σκεπτικό του συγγραφέα, ο οποίος παρουσιάζει μια συνολική εικόνα των προβληματισμών του σχετικά με την πορεία και το μέλλον της αστυνομικής λογοτεχνίας.