Τάσκο Μποζατσίσκι, Άλκης Καμπανός…
Θύματα μιας δολοφονικής οπαδικής βίας.
Αίμα που κυλά και αφήνει βαθύ το στίγμα του στο ποδόσφαιρο.
Άνθρωποι που χάθηκαν σε σχέση με κάτι που πρέπει να είναι μόνο χαρά.
Γιατί το να παθιάζεσαι με μια ομάδα, να ταυτίζεσαι μαζί της, να γίνεσαι οπαδός, έχει νόημα ακριβώς για να ζεις, να χαίρεσαι και να πονάς με αυτά που γίνονται στο γήπεδο.
Για να έχεις μια πλευρά στη ζωή σου που να σου επιτρέπει να ξεφεύγεις από μια καθημερινότητα μίζερη.
Για να έχεις κάθε εβδομάδα κάτι να προσδοκάς να δεις.
Για να μπορείς να δεις τους κολλητούς και να βρεθείς μαζί τους στις κερκίδες.
Για να πανηγυρίσεις και για να γιουχάρεις.
Για να μιλάς ώρες μετά στην καφετέρια.
Για να τη λες στο συνάδελφο στο διάλειμμα – και πάλι φίλοι να είστε.
Για να έχεις το διάρκειας πάνω σου σαν παράσημο.
Για να γυρίσεις όλη την Ελλάδα και άμα μπορείς όλη την Ευρώπη, επειδή αγαπάς μια ομάδα.
Γι’ αυτό αξίζει να είσαι οπαδός – και όποιος δεν το έχει ζήσει δεν μπορεί να το κρίνει.
Όχι για να σκοτωθείς.
Ούτε για να σκοτώσεις.
Καμιά μάνα δεν πρέπει ποτέ να κλάψει το παιδί της για τη μπάλα.
Μόνο που όλα αυτά δεν συμβαίνουν εν κενώ.
Η οπαδική βία είναι βαθιά πληγή στο ελληνικό ποδόσφαιρο.
Και τροφοδοτείται από διάφορες πλευρές.
Από όσους θέλουν «οπαδικούς στρατούς» για να κάνουν και τις «δουλειές τους» και να μπορούν να εκβιάζουν, εντός και εκτός ποδοσφαίρου.
Από όσους θεωρούν ότι φτιάχνοντας «στρατιές φανατισμένων» κάνουν την ομάδα πιο δυνατή.
Από όσους θεωρούν ότι αυτόκλητα μπορούν να πάνε και να το παίξουν τιμωροί και εκτελεστές «των εχθρών».
Από όσους θεωρούν ότι το γήπεδο είναι ένα ακόμη «μεροκάματο» βίας.
Ξέρω ότι θα γραφτούν πολλά αυτές τις μέρες.
Όλοι θα ζητήσουν άμεση διερεύνηση, σύλληψη των ενόχων και παραδειγματική τιμωρία.
Και μετά όλα αυτά θα ξεχαστούν.
Και θα μετράμε απλώς θα περιμένουμε μέχρι το επόμενο αδικοσκοτωμένο παλικάρι.
Εκτός και εάν αποφασίσουμε να δούμε το πρόβλημα κατάματα.
Να μιλήσουμε για τις πραγματικές ευθύνες διοικήσεων.
Να δούμε πραγματικά γιατί στη Θεσσαλονίκη είχαμε δύο περιστατικά δολοφονικής οπαδικής βίας μέσα σε δύο χρόνια και γιατί μετά τη δολοφονία Μποζατσίσκι δεν έγινε καμία προσπάθεια να μπει φραγμός σε τέτοιες πρακτικές από αυτούς που μπορούσαν και όφειλαν να το κάνουν.
Να ασχοληθούμε με το πώς παράγοντες τροφοδοτούν και καθοδηγούν τη βία.
Να φέρουμε στη δικαιοσύνη και τους ηθικούς αυτουργούς.
Να επανεξετάσουμε συνολικά το θεσμικό πλαίσιο του ποδοσφαίρου (και όχι με όρους της κακόφημης «εξυγίανσης») για να μπορέσει να υπάρξει πραγματική πρόληψη της οπαδικής βίας.
Θα τολμήσουμε;