Αν κάποιος ήθελε να συνοψίσει σε μία φράση όλα όσα συμβαίνουν τις τελευταίες εβδομάδες στο Ουκρανικό Ζήτημα και στο μέτωπο της ευρωπαϊκής ασφάλειας, θα κατέληγε μάλλον στο ακόλουθο ερώτημα: Τι ακριβώς έχει στο μυαλό του και τι επιδιώκει ο Βλαντίμιρ Πούτιν; Πρόκειται για ένα ερώτημα στο οποίο η απάντηση μοιάζει «σκοτεινή». Την περασμένη Τετάρτη, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ παρέδωσαν στη Μόσχα τις γραπτές απαντήσεις τους στις ρωσικές προτάσεις, όπως αυτές έχουν διατυπωθεί στα δύο προσχέδια συμφωνιών που η Μόσχα έχει δημοσιοποιήσει ήδη από τον Δεκέμβριο για την ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφαλείας και το ΝΑΤΟ. Η αρχική αντίδραση εκ μέρους του Κρεμλίνου περιβαλλόταν από τον παραδοσιακό «σιβυλλικό μανδύα» που αφήνει ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα. Η απόπειρα αποκρυπτογράφησης των σκέψεων και προθέσεων του ρώσου προέδρου οδηγεί τους Δυτικούς στην επόμενη ερώτηση. Θα εισβάλει ή όχι ο ρωσικός στρατός στην Ουκρανία;
Καχυποψία και ανησυχίες
«Αν η πιθανότητα πολέμου στην Ουκρανία εξαρτάται από τη Ρωσία, δεν θα υπάρξει πόλεμος. Δεν επιθυμούμε πόλεμο» δήλωσε την Παρασκευή ο υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ. Η καχυποψία είναι όμως τόσο εκτεταμένη που δύσκολα πείθονται οι αντίπαλοι. Αλλωστε, λίγο αργότερα, ο κ. Πούτιν φέρεται να είπε στον γάλλο ομόλογό του Εμανουέλ Μακρόν ότι οι κύριες ρωσικές ανησυχίες δεν έχουν ληφθεί υπόψη στην αμερικανική απάντηση επί των εγγυήσεων ασφαλείας. Από την πλευρά του, ο Ουκρανός Πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι ζήτησε από τη Δύση να μη δημιουργεί πανικό, καθώς η Ουάσιγκτον εκπέμπει μηνύματα ότι επίκειται ρωσική εισβολή. Την ίδια ώρα, οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις έχουν επιδοθεί σε μια πρωτοφανή κινητικότητα τόσο στα ρωσοουκρανικά σύνορα όσο και στα σύνορα Λευκορωσίας – Ουκρανίας, όπου ρωσικές και λευκορωσικές δυνάμεις πραγματοποιούν ασκήσεις. Αυτές οι κινήσεις προδιαγράφουν μια «κίνηση-λαβίδα». Από τη Λευκορωσία, ο στόχος είναι το Κίεβο. Από την άλλη πλευρά, ο στόχος μπορεί να είναι τόσο μια οριστική προσάρτηση των ανατολικών περιοχών της Ουκρανίας όσο και η δημιουργία μιας «χερσαίας γέφυρας» που θα ενώνει την Κριμαία με το ρωσικό έδαφος, μέσω της κατάληψης της Μαριούπολης και γειτονικών περιοχών.
Υπάρχει χώρος για τη διπλωματία;
Στη θεωρία των διαπραγματεύσεων, η διεύρυνση της «πίτας» που μπορεί να μοιραστεί μεταξύ των εμπλεκομένων αποτελεί μια τακτική που επιτρέπει την εξεύρεση συμβιβασμών καθώς διευρύνει τα περιθώρια να κερδίσουν όλες οι πλευρές από κάτι. Αυτή την τακτική φαίνεται ότι ακολούθησαν, μέχρι ενός σημείου, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ στις γραπτές απαντήσεις τους προς τη Μόσχα. Στα δύο προσχέδια συμφωνιών που είχε δώσει η ρωσική πλευρά στους Αμερικανούς, το Κρεμλίνο ζητούσε νομικά δεσμευτικές εγγυήσεις ότι η Ουκρανία δεν θα γίνει μέλος του ΝΑΤΟ και ότι η Συμμαχία θα απομακρύνει όλες τις δυνάμεις και τα πυρηνικά όπλα από πρώην σοβιετικές δημοκρατίες που πλέον είναι μέλη της. Ηδη, με δημόσιες δηλώσεις τους, κορυφαίοι αμερικανοί και νατοϊκοί αξιωματούχοι είχαν ξεκαθαρίσει ότι αυτά δεν αποτελούν σημεία εκκίνησης (non starters) μιας διαπραγμάτευσης. Στις αμερικανικές και νατοϊκές γραπτές απαντήσεις δίνεται μεγάλη έμφαση στη δυνατότητα συνομιλιών σε θέματα ελέγχου εξοπλισμών (συμβατικών και πυρηνικών), αλλά και στην αναζήτηση τρόπων περισσότερης διαφάνειας στην πραγματοποίηση στρατιωτικών ασκήσεων.
Το κλειδί των προτάσεων
Σύμφωνα με τις πληροφορίες του «Βήματος» από πηγές που ενημερώθηκαν για το περιεχόμενο των αμερικανικών προτάσεων (τις οποίες η Ουάσιγκτον αποφάσισε να μη δημοσιοποιήσει), σημείο-κλειδί στις πιθανές μελλοντικές συνομιλίες είναι η αμοιβαιότητα. Η αμερικανική πλευρά εκφράζει την ετοιμότητά της να εμπλακεί σε ευρύτερο διάλογο με τη Ρωσία τόσο διμερώς (στο πλαίσιο του διμερούς στρατηγικού διαλόγου) όσο και σε επίπεδο ΝΑΤΟ (Συμβούλιο ΝΑΤΟ – Ρωσίας, NRC) και Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ). Καθίσταται όμως σαφές ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα δεχθούν την αναίρεση της «πολιτικής των ανοικτών θυρών» (open door policy) για ένταξη στο ΝΑΤΟ. Επιπλέον, η Μόσχα δεν μπορεί να έχει ένα ιδιότυπο βέτο για την παρουσία δυνάμεων και εξοπλισμού στη συμμαχική επικράτεια.
Οι Αμερικανοί σημειώνουν ότι η Ρωσία υπονομεύει με τις προτάσεις της μία σειρά θεμελιωδών συνθηκών της ευρωπαϊκής ασφάλειας, όπως η Τελική Πράξη του Ελσίνκι και η Χάρτα των Παρισίων, αλλά και η Ιδρυτική Πράξη (Founding Act) ΝΑΤΟ – Ρωσίας του 1997. Σε αυτά τα κείμενα προβλέπεται ότι κάθε ευρωπαϊκή χώρα είναι ελεύθερη να επιλέξει σε ποια συμμαχία θα ανήκει. Η Μόσχα όμως, όπως προκύπτει και από πρόσφατη συνέντευξη του υφυπουργού Εξωτερικών Αλεξάντρ Γκρουσκό στην εφημερίδα «Kommersant», θεωρεί ότι το ΝΑΤΟ «διαστρεβλώνει την αρχή του αδιαιρέτου (indivisibility) της ασφάλειας, τονίζοντας μόνο ένα μέρος της, δηλαδή την ελευθερία επιλογής τρόπων που θα εγγυώνται την ασφάλεια, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής σε στρατιωτικές συμμαχίες. Ταυτόχρονα, αγνοεί όλα τα άλλα στοιχεία που συνδέονται άρρηκτα με αυτή την αρχή, συγκεκριμένα την υποχρέωση να μην ενισχύεις την ασφάλειά σου εις βάρος της ασφάλειας των άλλων, καθώς και την αρχή που ορίζει ότι όλες ανεξαιρέτως οι δεσμεύσεις που ανελήφθησαν στο πλαίσιο του ΟΑΣΕ ισχύουν εξίσου για όλα τα συμμετέχοντα κράτη».
Το non-paper των πολωνών
Οι Αμερικανοί εμφανίζονται επίσης να δίνουν μεγάλη έμφαση σε συζητήσεις για τον έλεγχο των εξοπλισμών αλλά και για την προώθηση ορισμένων μέτρων εμπιστοσύνης στο πλαίσιο του ΟΑΣΕ. Ηδη άλλωστε η Πολωνία, η οποία ασκεί την εκ περιτροπής προεδρία του Οργανισμού, έχει κυκλοφορήσει στα κράτη-μέλη non-paper για μια συζήτηση επί του ευρωπαϊκού συστήματος ασφαλείας που επικεντρώνεται, όπως «Το Βήμα» πληροφορείται, σε τρία σημεία: α) στην ύπαρξη διαφάνειας και στην αναζήτηση τρόπων πρόληψης συμβάντων στη θάλασσα και στην ξηρά, β) στη διαχείριση και πρόληψη συγκρούσεων και γ) στις μη στρατιωτικές πτυχές της ασφάλειας. Μεγάλο μέρος των μέτρων εμπιστοσύνης σε στρατιωτικό επίπεδο (π.χ. ασκήσεις) καλύπτεται από το Κείμενο της Βιέννης, επί του οποίου ο ΟΑΣΕ έχει αρμοδιότητα και για το οποίο οι Αμερικανοί προτείνουν τον εκσυγχρονισμό του. Οι σχετικές συζητήσεις όμως, στην αναγκαιότητα των οποίων έχει αναφερθεί και ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ, παραμένουν βαλτωμένες επί χρόνια.
Περιορισμοί στα πυρηνικά όπλα
Η αμερικανική πλευρά εμφανίζεται πάντως ανοιχτή σε αμοιβαίους περιορισμούς στα ζητήματα των πυρηνικών όπλων μικρού και μεσαίου βεληνεκούς, ενδεχομένως και μέσω της επανενεργοποίησης της Συμφωνίας για τις Πυρηνικές Δυνάμεις Μέσου Βεληνεκούς (INF), η οποία αφορά πυραύλους με βεληνεκές 500-1.500 χιλιομέτρων. Οπως σημειώνει στο «Βήμα» η Ρόουζ Γκοτμέλερ, πρώην αναπληρώτρια Γενική Γραμματέας του ΝΑΤΟ και μία εκ των κορυφαίων ειδικών σε θέματα ελέγχου εξοπλισμών παγκοσμίως, «η ρωσική πλευρά ήταν πρόθυμη το 2020 να συζητήσει την επιστροφή στην INF», ωστόσο η υπόθεση με τον πύραυλο τύπου 9Μ729 (που φέρεται να παραβιάζει τις προβλέψεις της παλαιάς INF) είχε οδηγήσει το ΝΑΤΟ να απορρίψει μια τέτοια συζήτηση. «Νομίζω ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα έπρεπε να είναι έτοιμες να ξαναπιάσουν το νήμα αυτών των συνομιλιών» εκτιμά η κυρία Γκοτμέλερ και φαίνεται ότι αυτή η συζήτηση έγινε ήδη στην τελευταία συνάντηση του διμερούς αμερικανορωσικού διαλόγου στη Γενεύη μεταξύ των Γουέντι Σέρμαν και Σεργκέι Ριαμπκόφ.
Οπως έγραψε πάντως ο Αντρέι Κορτούνοφ, ένας από τους σημαντικότερους ρώσους αναλυτές και γενικός διευθυντής του Ρωσικού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων (RIAC), σε πρόσφατη ανάλυση του για το Carnegie Moscow Center, θα έμοιαζε λογικό για τη Μόσχα «να αποκόψει τη ρωσοαμερικανική ατζέντα των συνομιλιών για τα στρατηγικά όπλα από ζητήματα σχετικά με την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Κάθε μέτρο οικοδόμησης εμπιστοσύνης θα βοηθούσε στη σταθεροποίηση της ασταθούς κατάστασης στο έδαφος». Η έμφαση, κατά τον κ. Κορτούνοφ, θα έπρεπε να δοθεί στις νατοϊκές υποδομές στην Ανατολική Ευρώπη και όχι τόσο στην πιθανή νέα διεύρυνση του ΝΑΤΟ που δεν μοιάζει και τόσο πιθανή.
Ευρωπαϊκή αμφισημία
Επισήμως, η Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) εμφανίζει ενιαία στάση. Στο παρασκήνιο, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η Γαλλία επιδιώκει έναν πιο διακριτό, ηγετικό ρόλο, στο πλαίσιο και της προώθησης της ιδέας της στρατηγικής αυτονομίας. Το Παρίσι βρίσκεται σε συνεννόηση με το Βερολίνο για μια διπλωματική προσπάθεια του «Σχήματος της Νορμανδίας» από το οποίο είχαν προκύψει οι Συμφωνίες του Μινσκ. Ωστόσο, ο ηγετικός αμερικανικός ρόλος δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Εντονη ενόχληση εκφράζεται για τη στάση του Βερολίνου, το οποίο αρνήθηκε να δώσει άδεια σε Εσθονία και Φινλανδία ώστε να στείλουν πυροβόλα τύπου howitzer στη Ουκρανία, αλλά και εξαιτίας της αμφίσημης στάσης του στην ενεργειακή εξάρτηση από το ρωσικό αέριο (λόγω και του αγωγού Nord Stream). Η ΕΕ φέρεται να έχει ζητήσει από τους Αμερικανούς συνδρομή ώστε να καλυφθεί ενεργειακά σε περίπτωση σκληρών κυρώσεων εναντίον της Μόσχας και οι ΗΠΑ προσπαθούν να πείσουν χώρες όπως το Κατάρ να συνδράμουν. Δεν είναι επίσης σαφές αν ΗΠΑ και ΕΕ έχουν κοινή στάση αναφορικά με τον πιθανό αποκλεισμό της Ρωσίας από το διεθνές σύστημα συναλλαγών SWIFT, μια κίνηση που πολλοί χαρακτηρίζουν αμφιλεγόμενη και ίσως έφερνε ακόμα πιο κοντά Ρωσία και Κίνα. Μέσα στη γενικότερη σύγχυση πάντως η Τουρκία, που έχει ήδη προμηθεύσει με drones την Ουκρανία, εμφανίζεται διατεθειμένη να λειτουργήσει διαμεσολαβητικά μεταξύ Μόσχας και Κιέβου, αλλά μάλλον με περιορισμένες πιθανότητες επιτυχίας.
Επίσκεψη Δένδια στη Μαριούπολη
Ο έλληνας υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας επισκέπτεται σήμερα Δευτέρα τη Μαριούπολη της Ουκρανίας . Ο σκοπός θα είναι να συναντηθεί με έλληνες ομογενείς στην πόλη – η στρατηγική σημασία της οποίας δεν αμφισβητείται και στην οποία δυστυχώς εδώ και κάποια χρόνια έχει κλείσει το ελληνικό προξενείο. Η επίσκεψη του κ. Δένδια προετοιμάζεται εδώ και αρκετές ημέρες και όπως είναι σε θέση να γνωρίζει «Το Βήμα» η ουκρανική πλευρά πιέζει για μετάβαση του έλληνα υπουργού και στο Κίεβο. Η Αθήνα, δεδομένων των μηνυμάτων που θα έστελνε μια τέτοια κίνηση προς τη Μόσχα και παρά τη σαφή θέση της υπέρ της εδαφικής ακεραιότητας και κυριαρχίας της Ουκρανίας, θα ήθελε να αποφύγει μια ριψοκίνδυνη κίνηση. Την ίδια στιγμή, το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών ετοιμάζεται για διάφορα σενάρια συνεισφοράς στη μετακίνηση αμερικανικών και συμμαχικών δυνάμεων προς την Ανατολική Ευρώπη μέσω της Αλεξανδρούπολης, ενώ αναμφίβολα η κινητικότητα στη βάση της Σούδας θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Αλλωστε, το αμερικανικό αεροπλανοφόρο «USS Harry Truman» βρίσκεται στη Μεσόγειο και ετέθη υπό νατοϊκή διοίκηση στο πλαίσιο της άσκησης «Neptune Strike 2022».
Τα σενάρια εισβολής στην Ουκρανία
Ευρωπαϊκή διπλωματική πηγή έλεγε στο «Βήμα» πριν από λίγες ημέρες πως «αρχικά η πρόβλεψη ήταν ότι οι Ρώσοι μπορεί να εισβάλουν στην Ουκρανία μεταξύ 10 και 17 Ιανουαρίου, λόγω του παγωμένου χιονιού. Αυτή η χρονική προθεσμία μεταφέρθηκε για τις 17-24 Ιανουαρίου και πλέον “έχει σπρωχθεί” για ακόμα πιο πίσω». Η περιγραφή αυτή είναι χαρακτηριστική της σύγχυσης που επικρατεί για τις ρωσικές προθέσεις, την ώρα που άλλοι αναλυτές θεωρούν ότι ο κ. Πούτιν δεν θα θελήσει να… χαλάσει τη γιορτή των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων στην Κίνα, την οποία μάλιστα θα επισκεφθεί στις 4 Φεβρουαρίου για να συναντήσει τον κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ – σε άλλη μία ένδειξη ότι οι σχέσεις των δύο χωρών ενισχύονται έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών.
100.000 στρατιώτες στα σύνορα
Τα σενάρια όμως δίνουν και παίρνουν. Αλλωστε, μια «επίθεση» μπορεί να λάβει διάφορες μορφές, ενώ η σύγχυση διευρύνεται σχετικά με τον ορισμό της επίθεσης. Εσχάτως, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ένα από τα ζητήματα που απασχολούν κοινοτικούς αξιωματούχους είναι το εξής: μια κυβερνοεπίθεση συνιστά λόγο ανταπάντησης και εντάσσεται στον κλασικό ορισμό της επίθεσης; Αυτή η «γκρίζα ζώνη» δημιουργεί έντονο προβληματισμό. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, η Ρωσία έχει κινητοποιήσει περισσότερους από 100.000 στρατιώτες στα σύνορα με την Ουκρανία. Στελέχη των μυστικών υπηρεσιών δυτικών χωρών έλεγαν πρόσφατα στη γερμανική εφημερίδα «Frankfurter Allgemeine» ότι μια μείζων εισβολή δεν είναι απαραίτητα η πρώτη επιλογή. Θα μπορούσε να επιχειρηθεί π.χ. η κατάληψη μιας παράκτιας λωρίδας από τη Μαριούπολη ως την Κριμαία ή και δυτικότερα μέσω της Οδησσού ή της Υπερδνειστερίας στη Μολδαβία – κάτι που θα απέκοπτε την πρόσβαση της Ουκρανίας στη Θάλασσα του Αζόφ. Επιπλέον, η Ρωσία θα μπορούσε να προσαρτήσει και επισήμως τα ελεγχόμενα από φιλορώσους αυτονομιστές εδάφη στο Ντονμπάς.
Εκτιμάται ότι οι ρωσικές δυνάμεις ανέρχονται σε περίπου 55-60 τάγματα μάχης, ενώ περίπου άλλα 10 φέρονται να μεταφέρθηκαν από την Ανατολική Σιβηρία στη Λευκορωσία, όπου μεταξύ 10 και 20 Φεβρουαρίου αναμένεται να διεξαχθεί, σε δύο φάσεις, η άσκηση «Allied Response», στην οποία θα συμμετάσχουν επίσης αεροσκάφη Su-35 και αντιαεροπορικά συστήματα Pantsir-S1 και S-400. Η Ρωσία φέρεται να έχει επίσης αναπτύξει πυραύλους Iskander-M, βεληνεκούς 500 χιλιομέτρων, στα σύνορα με την Ουκρανία.
Οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ
Την ίδια στιγμή, οι συζητήσεις σε επίπεδο ΝΑΤΟ για ενίσχυση των τεσσάρων battlegroups στην Ανατολική Ευρώπη (Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία και Πολωνία) είναι συνεχείς. Οι ΗΠΑ έχουν θέσει σε ετοιμότητα 8.500 στρατιώτες για να ενταχθούν στη Δύναμη Ταχείας Αντίδρασης (NATO Response Force), που όμως δεν θα αναπτυχθούν στην Ουκρανία. Εκεί βρίσκονται πάντως 15 αμερικανοί στρατιωτικοί σύμβουλοι. Η Ισπανία και η Ολλανδία ετοιμάζονται να στείλουν μαχητικά αεροσκάφη στη Βουλγαρία, η Μαδρίτη έχει ήδη μία φρεγάτα στη Μαύρη Θάλασσα, η Δανία έστειλε μία δική της στη Βαλτική Θάλασσα, καθώς και τέσσερα F-16 στη Λιθουανία. Η Εσθονία έστειλε στην Ουκρανία αντιαρματικούς πυραύλους Javelin, ενώ η Λετονία και η Λιθουανία αντιαεροπορικούς πυραύλους Stinger. Το Ηνωμένο Βασίλειο έστειλε επίσης 2.000 αντιαρματικούς πυραύλους μικρού βεληνεκούς.