Δυσκολεύει η κατάσταση στην Ουκρανία ενώ πλέον δεν είναι μακρινό το ενδεχόμενο εισβολής από την Ρωσία.
Οι ΗΠΑ διαβεβαίωσαν χθες, Πέμπτη, ότι ο αγωγός φυσικού αερίου Nord Stream 2 δεν θα τεθεί σε λειτουργία στην περίπτωση ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και κάλεσαν τη Ρωσία «να επανέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων» παρά την πρώτη ως επί το πλείστον ψυχρή αντίδρασή της στην απόρριψη από τις ΗΠΑ των βασικών της αξιώσεων.
Η τύχη αυτού του επίμαχου γερμανορωσικού αγωγού, τον οποίο η Ουάσινγκτον δεν ήθελε ποτέ, αλλά ο οποίος έχει πλέον ολοκληρωθεί με τις ευλογίες του Βερολίνου, θα βρεθεί σίγουρα στο επίκεντρο της προσεχούς επίσκεψης του Γερμανού καγκελαρίου Όλαφ Σολτς στον Λευκό Οίκο στις 7 Φεβρουαρίου για να συναντήσει τον Αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν.
Κατηγορούμενη για συστολή και αναβλητικότητα, η γερμανική κυβέρνηση προσπάθησε χθες να ξεκαθαρίσει τη θέση της. Οι «ισχυρές κυρώσεις» που προετοιμάζονται από τους Δυτικούς στην περίπτωση ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία περιλαμβάνουν επίσης τον Nord Stream 2, ο οποίος εξακολουθεί να αναμένει την ενεργοποίησή του, δήλωσε η υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Αναλένα Μπέρμποκ.
Στηριζόμενη σε αυτές τις δηλώσεις και σε «συνομιλίες» με τη Γερμανία, η αμερικανική κυβέρνηση φάνηκε ακόμη πιο κατηγορηματική.
«Θέλω να είμαι σαφής μαζί σας σήμερα: εάν η Ρωσία εισβάλει στην Ουκρανία, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, ο Nord Stream 2 δεν θα προχωρήσει», προειδοποίησε η υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Βικτόρια Νούλαντ.
Οι ΗΠΑ ζήτησαν χθες εξάλλου τη σύγκληση τη Δευτέρα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ λόγω της «σαφούς απειλής» που αντιπροσωπεύει «για την διεθνή ειρήνη και ασφάλεια» η συγκέντρωση ρωσικών στρατευμάτων στα σύνορα με την Ουκρανία.
«Σαφής η πιθανότητα» εισβολής
Ο Αμερικανός πρόεδρος μίλησε τηλεφωνικώς χθες με τον Ουκρανό ομόλογό του Βολοντίμιρ Ζελένσκι και του επαναβεβαίωσε ότι οι ΗΠΑ θα απαντήσουν «με αποφασιστικότητα» στην περίπτωση ρωσικής εισβολής, ενώ οι δύο ηγέτες συζήτησαν επίσης την πιθανότητα αυξημένης οικονομικής βοήθειας, σύμφωνα με ανακοίνωση της αμερικανικής κυβέρνησης.
Ο Μπάιντεν αναφέρθηκε επίσης στην «σαφή πιθανότητα ότι οι Ρώσοι θα μπορούσαν να εισβάλουν στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο», ημερομηνία που έχουν ήδη αναφέρει οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών, διευκρίνισε στο Twitter η εκπρόσωπος του αμερικανικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας.
Οι Δυτικοί συνεχίζουν ως εκ τούτου να ασκούν πιέσεις στη Ρωσία, η οποία φάνηκε τουλάχιστον επιφυλακτική την επομένη της λήψης των γραπτών απαντήσεων των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στα αιτήματά της για να υπάρξει έξοδος από το σημερινό αδιέξοδο.
«Η μπάλα βρίσκεται στο δικό τους γήπεδο», «ελπίζουμε ότι η Μόσχα θα μελετήσει αυτό που τους προτείνουμε και θα επανέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων», σημείωσε η Νούλαντ, επαναλαμβάνοντας ότι στην περίπτωση «απόρριψης» αυτής της «προσφοράς διαλόγου», οι κυρώσεις θα είναι «πολύ επώδυνες».
Περίπου 100.000 Ρώσοι στρατιωτικοί στρατοπεδεύουν στα σύνορα με την Ουκρανία μαζί με τα θωρακισμένα τους από τα τέλη του 2021.
Αρνείται τα πάντα η Ρωσία
Η Ρωσία αρνείται ότι σχεδιάζει οποιαδήποτε εισβολή, αλλά κρίνει ότι απειλείται από την διεύρυνση του ΝΑΤΟ εδώ και 20 χρόνια, όπως και από την υποστήριξη των Δυτικών στην γειτονική της Ουκρανία.
Η Μόσχα ζήτησε να δοθεί επισήμως τέλος στη διεύρυνση της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, κυρίως προς την Ουκρανία, και μια επιστροφή της ανάπτυξης δυτικών στρατιωτικών δυνάμεων στα σύνορα του 1997.
Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ απέρριψαν επισήμως την Τετάρτη τις βασικές αυτές αξιώσεις της Μόσχας, ανοίγοντας ξανά την πόρτα σε διαπραγματεύσεις για αμοιβαία όρια στην ανάπτυξη πυραύλων μικρού και μεσαίου βεληνεκούς των δύο αντίπαλων πυρηνικών δυνάμεων στην Ευρώπη, όπως και στις στρατιωτικές ασκήσεις κοντά στο αντίπαλο στρατόπεδο.
«Δεν μπορούμε να πούμε ότι οι απόψεις μας ελήφθησαν υπόψη», δήλωσε χθες εκφράζοντας τη λύπη του ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ.
Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ διαπίστωσε επίσης την απουσία «θετικής απάντησης» στην κύρια διεκδίκηση του Κρεμλίνου.
Ωστόσο δεν έκλεισε την πόρτα στον διάλογο, σημειώνοντας ότι μπορούν «να ελπίζουν στην έναρξη μιας σοβαρής συζήτησης σε δευτερεύοντα ζητήματα».
Σήμερα Παρασκευή, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ δήλωσε εξάλλου πως η Μόσχα δεν θέλει πόλεμο με την Ουκρανία και μίλησε θετικά για τις προτάσεις ασφαλείας που έλαβε από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι αμερικανικές προτάσεις είναι καλύτερες από τις προτάσεις που διατυπώθηκαν από το ΝΑΤΟ, σημείωσε ο Λαβρόφ, ο οποίος πρόσθεσε πως περιμένει ότι θα συναντηθεί με τον αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες.
Ο Λαβρόφ επισήμανε επίσης πως ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν θα αποφασίσει πώς θα απαντηθούν οι προτάσεις.
Το Πεκίνο υποστηρίζει τη Μόσχα
Ο πρόεδρος Ζελένσκι χαιρέτισε από την πλευρά του χθες την «εποικοδομητική» άσκηση της διπλωματίας την προηγούμενη ημέρα στο Παρίσι, όπου Ρώσοι και Ουκρανοί διαπραγματευτές συναντήθηκαν για πρώτη φορά εδώ και μήνες, υπό την αιγίδα των Γάλλων και των Γερμανών, για να μιλήσουν για την σύγκρουση μεταξύ του Κιέβου και φιλορώσων αυτονομιστών στο ανατολικό τμήμα της Ουκρανίας.
Σημειώνοντας αργή πρόοδο, οι απεσταλμένοι ανακοίνωσαν ένα νέο ραντεβού στις αρχές Φεβρουαρίου στο Βερολίνο.
Η Γαλλία το θεώρησε αυτό μια «καλή ένδειξη» από τη Ρωσία, πριν από την τηλεφωνική συνομιλία του Γάλλου προέδρου με τον Ρώσο ομόλογό του.
Την ίδια ώρα η Ρωσία πιστεύεται ότι θα έμεινε ικανοποιημένη από την ρητή υποστήριξη της Κίνας, η οποία υπερασπίστηκε τις «λογικές ανησυχίες» του Κρεμλίνου.
Ωστόσο η Ουάσινγκτον κάλεσε και το Πεκίνο «να χρησιμοποιήσει την επιρροή του στη Μόσχα» για να αποφευχθεί μια σύγκρουση στην Ουκρανία, η οποία «δεν θα ήταν καλή ούτε για την Κίνα», λόγω του «σημαντικού αντικτύπου της στην παγκόσμια οικονομία» και «τον ενεργειακό τομέα».
Στους δρόμους του Κιέβου, οι Ουκρανοί ελπίζουν ότι η διπλωματία και η δυτική στρατιωτική βοήθεια θα αποτρέψουν μια ρωσική εισβολή.
«Δεν πιστεύω ότι η Ρωσία θα περάσει στη δράση, αλλά είναι σημαντικό να εξασφαλίσουμε από τώρα την υποστήριξη των δυτικών εταίρων μας, συμπεριλαμβανομένων όπλων», δήλωσε στο AFP ο Αντρίι Σιφρούκ, ένας υπεύθυνος για τις συμβάσεις που συνάπτονται από το δημόσιο.
Πηγή: ΑΠΕ