Ηταινία «Don’t Look Up», από τον σκηνοθέτη Adam McKay και τον συγγραφέα David Sirota, σκιαγραφεί ένα ζοφερό πορτρέτο ακόρεστης απληστίας και απεριόριστης χαζομάρας. Είναι μια αλληγορία για την κλιματική αλλαγή που γίνεται ακόμα πιο έντονη υπό το φως της συνεχιζόμενης πανδημίας. Στην ταινία παρουσιάζονται δύο αστρονόμοι που προσπαθούν (μάταια) να προειδοποιήσουν την ανθρωπότητα για την έλευση ενός καταστρεπτικού κομήτη, με το μήνυμά τους να αγνοείται και να περιφρονείται από την κοινωνία. Ο πανικός και η απόγνωση που αισθάνονται αντικατοπτρίζουν τον πανικό και την απόγνωση που αισθάνονται πολλοί ευαισθητοποιημένοι, ενεργοί πολίτες από τον κόσμο της επιστήμης, της κοινωνίας, της πολιτικής, των οργανώσεων, προσπαθώντας να γνωστοποιήσουν την ανάγκη άμεσης δράσης.
Και πώς να μην αισθάνονται έτσι, όταν με βάση την τελευταία έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, οι κυβερνήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο επιδότησαν το 2020 τα ορυκτά καύσιμα (η καύση των οποίων είναι η βασική αιτία της ανθρωπογενούς κλιματική αλλαγής) με 5,9 τρισ. €, που ισοδυναμεί με το 6,8% του παγκόσμιου Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ). Ο ίδιος οργανισμός εκτιμά πως οι επιδοτήσεις θα φθάσουν στο 7,4% του ΑΕΠ μέχρι το 2025. Μεγάλες εφημερίδες και τηλεοπτικά δελτία εξακολουθούν να προβάλλουν διαφημίσεις εταιρειών ορυκτών καυσίμων, με τις ειδήσεις για το κλίμα να αποτελούν κατά βάση ολιγόλεπτες lifestyle ενημερώσεις, πριν ή μετά από ποδοσφαιρικά / αθλητικά νέα. Εκπρόσωποι του επιχειρηματικού κόσμου ταυτόχρονα προωθούν τεχνολογικά ανώριμες λύσεις ως «πανάκεια» (όπως η δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα), ενώ δισεκατομμυριούχοι πωλούν τις παράλογες φαντασιώσεις τους (πως η λύση της ανθρωπότητας είναι απλά να μετακομίσει στο Διάστημα).
Είναι αλήθεια πως το ευρύ κοινό και οι παγκόσμιοι ηγέτες υποτιμούν πόσο ταχεία, σοβαρή και μόνιμη θα είναι η κλιματική και οικολογική κατάρρευση εάν η ανθρωπότητα αποτύχει να κινητοποιηθεί. Και αυτό παρόλο που οι μελέτες καταδεικνύουν πως απομένουν μόνο πέντε χρόνια, με τους σημερινούς ρυθμούς εκπομπών, μέχρι η ανθρωπότητα να δαπανήσει τον υπόλοιπο «προϋπολογισμό άνθρακα» για να παραμείνει κάτω από το όριο του 1,5°C της παγκόσμιας θέρμανσης. Οποιοδήποτε επίπεδο θέρμανσης πάνω από αυτό το όριο, ακόμα και μικρό, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα είναι συμβατό με τον πολιτισμό μας, όπως τον γνωρίζουμε μέχρι σήμερα. Επιπλέον, κανένας ερευνητής δεν μπορεί να προδιαγράψει αν τα οικοσυστήματα του τροπικού δάσους του Αμαζονίου ή του στρώματος πάγου της Ανταρκτικής έχουν ήδη περάσει σε μη αναστρέψιμο επίπεδο υποβάθμισης.
Κι ενώ το κλιματικό σύστημα καταρρέει, οι επιστήμονες για το κλίμα έχουν μεγαλύτερη δυσκολία δημόσιας επικοινωνίας από τους αστρονόμους στο «Don’t Look Up». Και αυτό γιατί η καταστροφή του κλίματος, παρόλο που εκτυλίσσεται εδώ και δεκαετίες και είναι αστραπιαία όσον αφορά στις ταχύτητες του πλανήτη, είναι τρομακτικά αργή όσον αφορά στον κύκλο των ειδήσεων και όχι τόσο άμεσα ορατή όσο ένας κομήτης στον ουρανό, όπως στην ταινία.
Αν όπως λένε η τέχνη σε όλες τις μορφές της δεν μπορεί να αλλάξει τις αποφάσεις, μπορεί εν τούτοις να συμβάλει στην αλλαγή του τρόπου της ανθρώπινης σκέψης. Πολλές φορές «η αλήθεια είναι πολύ πιο καταθλιπτική», θα πει η ηρωίδα Kate Dibiasky στο «Don’t Look Up», για εκείνες τις άβολες αλήθειες που δεν δημιουργούν παρηγορητική απόσταση από τον σοβαρό κίνδυνο στον οποίο βρισκόμαστε. Η τέχνη έχει όμως τη μοναδική δύναμη να αναδεικνύει «ιστορίες» που φτάνουν πέραν των συμβατικών ορίων. Σκεπτόμαστε «ιστορίες» στις οποίες έρχονται στην επιφάνεια κοινωνικές, ανθρωπιστικές όψεις των πλανητικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Δεν μπορούμε να αποφύγουμε να φανταστούμε έναν Κιούμπρικ, έναν Πολάνσκι, έναν Κάμερον σε ένα «Avatar» της «κλιματικής διάσωσης», να ξετυλίγουν σενάρια μιας μετα-αποκαλυπτικής αλληγορίας στο μεταίχμιο πραγματικότητας – φαντασίωσης, εγείροντας με τον τρόπο τους παγκόσμια ερωτήματα για την ανθρώπινη μοίρα.
Σήμερα, ούτε τα περισσότερα και καλύτερα επιστημονικά δεδομένα ούτε η έλλειψη τεχνολογίας είναι αυτά που μας εμποδίζουν. Το πρόβλημα εντοπίζεται στο γεγονός ότι η ανθρωπότητα αδυνατεί να ενεργοποιηθεί για να δράσει συλλογικά και αποτελεσματικά σε συνθήκες παγκόσμιας αλληλεξάρτησης και απουσίας συνεκτικών θεσμών κοινής δράσης.
Μπορεί επιστήμη και τέχνη να είναι διαφορετικοί τρόποι προσέγγισης του κόσμου, μπορούν όμως να συγκλίνουν στην υποστήριξη μιας νέας πλανητικής και κλιματικής ενσυναίσθησης. Αυτή η σύγκλιση ίσως αποτελέσει το σημείο καμπής για την ανθρώπινη ενεργοποίηση στην αναγκαία διασύνδεση φυσικών – ανθρωπογενών συνθηκών ζωής.
Ο κ. Χάρης Δούκας είναι αναπληρωτής καθηγητής στο ΕΜΠ.