Καθώς η συζήτηση για την αναδιοργάνωση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ) ανακτά πάλι επικαιρότητα, είναι χρήσιμο να δούμε την πρόσφατη εμπειρία από τον ρόλο των δομών ΠΦΥ στην αντιμετώπιση της πανδημίας και να βγάλουμε συμπεράσματα. Ας είμαστε ειλικρινείς: Το υφιστάμενο σύστημα ΠΦΥ της χώρας, συμπεριλαμβανομένου του ιδιωτικού τομέα, απέτυχε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις για την αντιμετώπιση της πανδημίας και ως έναν βαθμό αποδείχθηκε απαρχαιωμένο και ακατάλληλο για τον σκοπό αυτόν. Η πολιτεία χρειάστηκε να οικοδομήσει ένα εξ υπαρχής νέο σύστημα υπηρεσιών πρόληψης, με νέα εμβολιαστικά κέντρα, κινητά συνεργεία, δίκτυα εργαστηρίων, ψηφιακή οργάνωση, ευρεία χρήση νέων διαγνωστικών μέσων και ανεξάρτητο management. Πέτυχε έτσι εξατομικευμένη και προσωπική επαφή με τον πολίτη, κινητοποίησε μηχανισμούς ενεργητικής αυτοπροστασίας, και αξιοποίησε κρατικούς και κοινωνικούς μηχανισμούς σε μια ευρεία διατομεακή συνεργασία. Οι παραδοσιακές πρωτοβάθμιες υπηρεσίες, πέραν των εμβολιαστικών συνεργείων στα Κέντρα Υγείας, περιορίστηκαν σε ρόλο απλού παρατηρητή, με μια μικρή συμβολή στην παροχή πληροφοριών και την παραπομπή ασθενών. Κανένα από τα όπλα που απαιτούσε η αντιμετώπιση της πανδημίας δεν υπήρχε στο οπλοστάσιό τους.
Είναι φανερό ότι οι εμπειρίες της τελευταίας διετίας δεν μπορούν να αγνοηθούν στην προοπτική μιας αναδιοργάνωσης. Δεν μπορούμε πλέον να φανταζόμαστε και να σχεδιάζουμε Κέντρα Υγείας, ΤΟΜΥ ή Οικογενειακό Γιατρό χωρίς ψηφιακή και επιστημονική υποστήριξη, και σύγχρονη διαχείριση. Είναι απλώς απαρχαιωμένο και αναποτελεσματικό. Αντί λοιπόν ο σχεδιασμός να περιορίζεται στο πώς θα κατανεμηθούν δομές και ανθρώπινοι πόροι, θα έπρεπε μάλλον να επικεντρωθεί στην υποστήριξη των συγκεκριμένων λειτουργιών της ΠΦΥ, και τα ερωτήματα να διατυπωθούν διαφορετικά: Ποιες τεχνολογίες και συστήματα μπορούν να υποστηρίξουν την πρόληψη, την αγωγή υγείας, τον έλεγχο των παραγόντων κινδύνου, την παρακολούθηση των χρονίων νοσημάτων; Πώς μπορεί να υποστηριχθεί τεχνολογικά η βελτίωση της πρόσβασης των πολιτών στις υπηρεσίες υγείας, να οργανωθεί το σύστημα παραπομπών, να βελτιωθεί η ποιότητα της περίθαλψης; Η σύγχρονη τεχνολογία και οι εμπειρίες κατά την πανδημία δίνουν πλέον ριζικά διαφορετικές απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά. Ορισμένες νέες στρατηγικές επιλογές προβάλλουν πλέον ως απολύτως απαραίτητες:
Στην πρόληψη, ψηφιακά συστήματα υποστήριξης του εθνικού προγράμματος εμβολιασμών (όπως αυτό που αναπτύχθηκε για την COVID-19) του προγράμματος προληπτικών εξετάσεων (screening), τη διαχείριση των ατομικών παραγόντων κινδύνου, και την οργάνωση σε ψηφιακή βάση της εξατομικευμένης αγωγής υγείας.
Στην ιατρική φροντίδα, ψηφιακά συστήματα για τη διαχείριση του Προσωπικού ιατρού, των ραντεβού και των παραπομπών, την αυτοματοποιημένη τήρηση του ηλεκτρονικού φακέλου υγείας με τεχνολογίες block chain, την ενσωμάτωση της τηλε-ιατρικής, τηλε-νοσηλευτικής και της κινητής και απομακρυσμένης παρακολούθησης (m-health, IoΜT), τη γενικευμένη χρήση νέων βιοϊατρικών τεχνολογιών, την ενσωμάτωση συστημάτων επιστημονικής υποστήριξης της ΠΦΥ για την τεκμηριωμένη φροντίδα και τη διασφάλιση της ποιότητάς της.
Στην κατ’ οίκον φροντίδα και την αποκατάσταση, ψηφιακή οργάνωση των υπηρεσιών, ενσωμάτωση μεθόδων τηλε-ιατρικής, τηλε-επαγρύπνισης, απομακρυσμένης παρακολούθησης και επικοινωνίας των ασθενών, ανάπτυξη συστημάτων ελέγχου και διασφάλισης της ποιότητας των υπηρεσιών.
Υπάρχουν πλέον οι τεχνολογικές δυνατότητες για μια δραματική αύξηση της αποτελεσματικότητας της ΠΦΥ, και αυτό καθιστά ανεπίτρεπτο κάθε σχεδιασμό που θα τις αγνοούσε. Είναι φανερό ότι δεν αρκούν πλέον αυτά που μέχρι τώρα συζητούσαμε. Είναι καιρός να «αλλάξουμε πίστα».
Ο κ. Χρήστος Ζηλίδης είναι καθηγητής Κοινωνικής Ιατρικής και Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.