Τα πρώτα έξι από τα συνολικά 24 Rafale που θα προμηθευτεί η ελληνική Πολεμική Αεροπορία από τη Γαλλία αφίχθησαν την περασμένη Τετάρτη στην 114 Πτέρυγα Μάχης στην Τανάγρα. Η έναρξη της απόκτησης των δικινητήριων γαλλικών μαχητικών αεροσκαφών – με άλλα έξι να φθάνουν στα τέλη του 2022 – θεωρείται το πρώτο από τα «μεγάλα βήματα» ενίσχυσης των Ενόπλων Δυνάμεων, η οποία κρίθηκε απαραίτητη από την κυβέρνηση μετά το θερμό καλοκαίρι του 2020, όταν η αναθεωρητική Τουρκία δοκίμασε τις αντοχές της Αθήνας. Παράλληλα, αναμένεται «να τρέξει» το πρόγραμμα της προμήθειας των 3+1 φρεγατών Belh@rra, ενώ οι συζητήσεις για την προσθήκη κορβετών στο ελληνικό ναυτικό οπλοστάσιο συνεχίζονται με αμείωτο ενδιαφέρον, καθώς ακόμα και οι Ηνωμένες Πολιτείες επανήλθαν μετά την αποτυχία τους στο σκέλος των φρεγατών. Η αμερικανική πλευρά φέρεται να επιδιώκει να επηρεάσει την εξέλιξη του «Φακέλου Κορβέτες» μέσω πιθανής ιδιωτικοποίησης των Ναυπηγείων Ελευσίνας, αλλά ακόμη δεν υπάρχουν οριστικές αποφάσεις.
Ο παράγοντας EastMed
Η ελληνική αμυντική ενίσχυση δεν λαμβάνει χώρα εν κενώ. Κυβερνητικοί κύκλοι επεδίωκαν τις τελευταίες ημέρες να ρίξουν τους τόνους στο ζήτημα του αμερικανικού non-paper που ουσιαστικά «τορπίλισε» τα όποια σχέδια υπήρχαν για τον αγωγό φυσικού αερίου EastMed. Το παρασκήνιο αυτής της ιστορίας όμως είναι ευρύτερο και θα επηρεάσει τις μελλοντικές ενεργειακές εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο. Ηδη, στην Κύπρο υπήρξαν αναταράξεις μεταξύ του προέδρου Νίκου Αναστασιάδη και του επανακάμψαντος στο υπουργείο Εξωτερικών Γιαννάκη Κασουλίδη, με τον δεύτερο να λέει ουσιαστικά ότι ο αγωγός δεν ήταν τίποτα περισσότερο από «όνειρο θερινής νυκτός».
Η αμερικανική παρέμβαση θα μπορούσε να συζητηθεί στη συνάντηση μεταξύ των γενικών γραμματέων των υπουργείων Εξωτερικών Ελλάδος, Κύπρου, Ισραήλ που ήταν προγραμματισμένη για αυτές τις ημέρες, αλλά τελικά έπεσε «θύμα» της COVID-19. Προς το παρόν, οι επαφές μένουν στο παρασκήνιο. Ωστόσο, οι γνωρίζοντες παραδέχονται ότι η απόφαση της Ιταλίας να μη συμμετάσχει στο έργο, αποφεύγοντας την υπογραφή της διακυβερνητικής συμφωνίας του Ιανουαρίου 2020 στην Αθήνα, ήταν η τροχιοδεικτική βολή που έδειχνε τι θα ακολουθήσει. Από τον Ιούνιο του 2020, όταν τα σύννεφα της τουρκικής επιθετικότητας είχαν αρχίσει να μαζεύονται στην Ανατολική Μεσόγειο, το ζήτημα της ασφάλειας του αγωγού είχε απασχολήσει τους πρωθυπουργούς Ελλάδας και Ισραήλ, Κυριάκο Μητσοτάκη και Μπέντζαμιν Νετανιάχου, στη συνάντηση που είχαν στην Ιερουσαλήμ.
Λίγο αργότερα όμως, οι δυσκολίες κατέστησαν ακόμα σαφέστερες στην τριμερή συνάντηση των υπουργών Αμυνας Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ (Νίκος Παναγιωτόπουλος, Χαράλαμπος Πετρίδης, Μπένι Γκαντζ) που πραγματοποιήθηκε στις 12 Νοεμβρίου 2020 στη Λευκωσία. Σύμφωνα με πληροφορίες του «Βήματος», εκεί διεφάνη ότι η αμυντική προστασία του αγωγού μεταξύ Κύπρου και Κρήτης θα επαφίετο αποκλειστικά στην ελληνική πλευρά, καθώς η ισραηλινή πλευρά εμφανίστηκε επιφυλακτική σε επέκταση της ισραηλινής εμπλοκής δυτικά της Κύπρου. Εκείνες τις ημέρες, στην Αθήνα, ο πρόεδρος της Αιγύπτου Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι συζήτησε με τον κ. Μητσοτάκη την ιδέα για πιθανή κατασκευή ενός άλλου αγωγού, από την αραβική χώρα προς την Κρήτη. Είχε προηγηθεί, στα τέλη Οκτωβρίου, η δημοσιοποίηση των σχεδίων του Ισραήλ για κατασκευή νέου αγωγού φυσικού αερίου προς την Αίγυπτο. Το ζήτημα της ασφάλειας των ενεργειακών διασυνδέσεων συζητήθηκε, όπως πληροφορείται «Το Βήμα», και στη συνάντηση που είχε, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του τον περασμένο Νοέμβριο στο Μπαχρέιν, με τον σύμβουλο εθνικής ασφαλείας του Ισραήλ Εγιάλ Χουλάτα ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας.
Γεωπολιτικό «reset» από τον Ερντογάν
Η εξέλιξη με τον πολυδιαφημισμένο EastMed αποτελεί κομμάτι γενικότερων ανακατατάξεων στην περιοχή στο πλαίσιο της απόφασης των ΗΠΑ να αποσυρθούν περισσότερο. Εμπειρος ξένος διπλωμάτης μιλώντας τις προηγούμενες ημέρες στο «Βήμα» σημείωνε ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει μεταβάλει τη διχαστική πολιτική Τραμπ, η οποία είχε κυρίως εκφραστεί με την επιθετική πολιτική του έναντι του Ιράν. Αυτό οδηγεί σε προσπάθεια πολλών περιφερειακών δρώντων να ομαλοποιήσουν τις σχέσεις μεταξύ τους.
Σε αυτό το πλαίσιο κινείται και η γειτονική Τουρκία. Η Αγκυρα εμφανίζεται να επιδιώκει τον περιορισμό του κόστους που της προκάλεσαν η επίμονη χρήση «σκληρής ισχύος» και η άσκηση μιας ιδεολογικοποιημένης εξωτερικής πολιτικής με έμφαση στην υποστήριξη του πολιτικού Ισλάμ, και δη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Δεν σημαίνει ότι θεωρεί τα προαναφερθέντα στοιχεία άχρηστα, απλώς η δοσολογία τους στο μείγμα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής έχει μεταβληθεί. Με αυτόν τον τρόπο εξηγείται κατ’ αρχήν η σαφής προσπάθειά της να τα βρει με κομβικές χώρες στον άξονα Βόρεια Αφρική – Ανατολική Μεσόγειος – Περσικός Κόλπος. Πρόκειται για χώρες όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ), η Σαουδική Αραβία, η Αίγυπτος, αλλά και το Ισραήλ, δηλαδή χώρες με τις οποίες η Αθήνα έχει επιδιώξει τη διαμόρφωση στενών δεσμών τα τελευταία χρόνια.
Προς το παρόν, η βασική επιτυχία της Αγκυρας είναι το «σπάσιμο των πάγων» με τα ΗΑΕ, μια χώρα με την οποία η Τουρκία ήλθε σε άμεση αντιπαράθεση τα προηγούμενα χρόνια λόγω κυρίως της στήριξής της στους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Το Αμπου Ντάμπι όμως, όπως παρουσιάζει σε πρόσφατη ενδιαφέρουσα ανάλυσή του το Γερμανικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων και Ασφάλειας (SWP), μοιάζει να αφήνει πίσω του την έμφαση στη «σκληρή ισχύ» και να επιδιώκει να εκμεταλλευθεί την οικονομική του επιφάνεια για άσκηση επιρροής. Η πρόσφατη επίσκεψη του πρίγκιπα διαδόχου Μοχάμεντ μπιν Ζάγεντ, η υπόσχεση για επενδύσεις έως και 10 δισ. δολαρίων και το swap νομισμάτων ύψους 5 δισ. δολαρίων ήταν τα πρώτα βήματα.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θεωρεί ότι τα προαναφερθέντα ίσως ανοίξουν τον δρόμο για μια πιθανή επαναπροσέγγιση με το Ριάντ. Δεν είναι σαφές αν θα το επισκεφθεί, όπως έχει ανακοινώσει, αν και προηγουμένως μάλλον θα βρεθεί στο Αμπου Ντάμπι. Την ίδια στιγμή, η επιμονή να έλθει εγγύτερα με το Ισραήλ συνεχίζεται. Ο τούρκος πρόεδρος προσπαθεί να εκμεταλλευθεί την «υπόθεση EastMed», οι υπουργοί Εξωτερικών Τουρκίας και Ισραήλ, Μεβλούτ Τσαβούσογλου και Γιαΐρ Λαπίντ αντιστοίχως, μίλησαν τηλεφωνικά, ενώ επιδιώκεται οργάνωση επίσκεψης του ισραηλινού προέδρου Ισαάκ Χέρτζογκ στην Τουρκία.
Το Κάιρο και οι «κόκκινες γραμμές»
Το «μεγάλο έπαθλο» για την Αγκυρα θα ήταν η ομαλοποίηση των σχέσεων με το Κάιρο. Αυτή η εξέλιξη, όπως ομολογείται από τους γνώστες του παρασκηνίου, συνιστά «κόκκινη γραμμή» για την Αθήνα, καθώς η Αίγυπτος θεωρείται «κλειδί» στην Ανατολική Μεσόγειο, τόσο στα ενεργειακά ζητήματα όσο και στην οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών. Δεν αποκλείεται μάλιστα η Αγκυρα να αξιοποιήσει τη διαφαινόμενη προσέγγισή της με την ηγεσία της Ανατολικής Λιβύης, ώστε να καθησυχάσει τις αιγυπτιακές ανησυχίες εκεί και να έχει οφέλη στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η επιρροή στον Καύκασο και ο δύσκολος παράγοντας Ουκρανία
Η Αγκυρα κινείται και προς την ομαλοποίηση των σχέσεών της με την Αρμενία. Εφόσον αυτό συμβεί, θα πρόκειται για ιστορική εξέλιξη, η οποία φαίνεται να έχει τις ευλογίες των ΗΠΑ, της Ρωσίας και της ΕΕ και θα ενισχύσει την τουρκική επιρροή στον Καύκασο. Πιο περίπλοκη είναι η υπόθεση της Ουκρανίας. Η συνεργασία Αγκυρας – Κιέβου στον αμυντικό τομέα (με την αγορά τουρκικών drones από την Ουκρανία και την προσφορά ουκρανικής τεχνογνωσίας για την κατασκευή κινητήρων στην Τουρκία για το επονομαζόμενο «εθνικό μαχητικό») ηχεί όμορφα στα δυτικά, αμερικανικά και νατοϊκά αφτιά, αλλά στη Μόσχα η χρήση τουρκικών drones στην Ανατολική Ουκρανία δημιουργεί ενόχληση. Η Αγκυρα ίσως κληθεί να κάνει δύσκολες επιλογές στο Ουκρανικό τη δύσκολη στιγμή.