Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών κ. Θ. Σκυλακάκης δεν είναι ένας τυπικός πολιτικός, σαν κι αυτούς που κατά καιρούς έχουν υπηρετήσει τα δημόσια οικονομικά. Γίνεται εξ αρχής φανερό στους συνομιλητές του ότι κυριαρχείται από τις φιλελεύθερες πεποιθήσεις του, αλλά και από έναν σχεδόν απόλυτο ορθολογισμό, που καθορίζει τη συμπεριφορά του και το έργο του στη δύσκολη και ευαίσθητη, από κάθε άποψη, περιοχή που του ανατέθηκε να υπηρετεί.
Προσέχει τα λόγια του, δεν παρασύρεται από τα όποια σήματα, θετικά ή αρνητικά, κάθε περιόδου, παρά διακρίνεται για τις σταθερές, οι οποίες είναι απαραίτητο να χαρακτηρίζουν ένα πρόσωπο που διαχειρίζεται δημόσιες οικονομικές υποθέσεις.
Στο μεταίχμιο μιας κρίσιμης περιόδου
Για τον κ. Σκυλακάκη, οι παρούσες συνθήκες, υγειονομικές, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές, είναι «έντονα μεταβατικές». Και εξηγεί ότι «είμαστε στο μεταίχμιο μιας κρίσιμης περιόδου, με την υγειονομική κρίση παρούσα, την ενεργειακή εξελισσόμενη, τον πληθωρισμό απειλητικό, αλλά στον αντίποδα με καλές προοπτικές ανάπτυξης, τις οποίες οφείλουμε να ενισχύουμε συνεχώς με τις πράξεις και τις επιλογές μας, τηρώντας προσεκτική πορεία στη διαχείριση της οικονομίας».
Κοινώς, σύμφωνα πάντα με τον ίδιο, «επιβάλλεται να προσπαθούμε κάθε μέρα ώστε να πείθουμε τους πάντες, τους επενδυτές, τους εταίρους και τις ευμετάβλητες αγορές, ότι εμμένουμε και υπηρετούμε ως χώρα τις προοπτικές της σταθεροποίησης, της μεταρρύθμισης, της ανάκαμψης και της διαρκούς ανάπτυξης».
Διευκρινίζει χαρακτηριστικά ότι «ιδιαιτέρως οι αγορές στον επόμενο κύκλο ανόδου των επιτοκίων θα είναι απαιτητικές και κατά πάσα βεβαιότητα διαφορετικές, καθώς επηρεάζονται από αντίρροπες δυνάμεις όπως ο πληθωρισμός, η ενέργεια, η αλλαγή της τεχνολογίας και η δυναμική των οικονομιών».
Η αγωνία για τις τιμές της ενέργειας
Είναι προφανές ότι τρέφει ξεχωριστό ενδιαφέρον για τις τιμές της ενέργειας και δεν κρύβει ότι πρώτη δουλειά που κάνει κάθε πρωί είναι να βλέπει τις διεθνείς τιμές του φυσικού αερίου με την ελπίδα να διαπιστώσει ότι οδεύουν προς σχετικό έλεγχο και υποχώρηση. Ωστόσο δεν τρέφει αυταπάτες. Γνωρίζει ότι οι τιμές της ενέργειας θα διακρίνονται για τα σκαμπανεβάσματά τους, στο άμεσο μέλλον τουλάχιστον, και αυτό γιατί, όπως λέει, ο χρόνος μετάβασης από τα ορυκτά καύσιμα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα είναι μεγάλος, ενώ οι ισχυρές ευρωπαϊκές οικονομίες της Γαλλίας και της Γερμανίας, κυρίως, εφαρμόζουν αποκλίνουσες μεταξύ τους ενεργειακές πολιτικές – η πρώτη στηρίζεται στα πυρηνικά, η δεύτερη τα έχει αποκλείσει και κινείται με ένταση προς τις ανανεώσιμες πηγές. Το δυστύχημα, κατά τον κ. Σκυλακάκη, είναι ότι σε αυτή τη μεταβατική φάση η Ευρώπη επηρεάζεται σε ότι αφορά το φυσικό αέριο από σημαντικές γεωπολιτικές αβεβαιότητες.
Φτωχότεροι κατά 1,2 δισ. ευρώ σε τέσσερις μήνες
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών έχει υπολογίσει ότι κάθε 10 ευρώ αύξησης στην τιμή του φυσικού αερίου αφαιρεί περίπου 600 εκατ. ευρώ, σε ετήσια βάση, από το ακαθάριστο εθνικό προϊόν. Οπως εξηγεί, με τις σημερινές τιμές, που απέχουν κοντά στα 50 ευρώ από εκείνες της προηγούμενης περιόδου, το δυνητικό ετήσιο κόστος μπορεί να ανέλθει ή και να ξεπεράσει τα 3 δισ. ευρώ. Η ζημιά από την εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου στους τελευταίους μήνες του 2021 υπολογίζεται σε περίπου 1,2 δισ. ευρώ. Οπως χαρακτηριστικά λέει, «εξαιτίας των τιμών του φυσικού αερίου γίναμε φτωχότεροι κατά 1,2 δισ. ευρώ στο τελευταίο τετράμηνο του 2021».
Ο ίδιος ελπίζει ότι στη διάρκεια του 2022 οι διεθνείς τιμές του φυσικού αερίου θα υποχωρήσουν σχετικά, αλλά δεν αναμένει να επανέλθουν στα προ ενεργειακής κρίσης επίπεδα, των 15-20 ευρώ ανά μετρική μονάδα. Εκτιμά ωστόσο ότι υποχωρώντας σταδιακά στη ζώνη των 40 ευρώ οι ζημιές καθίστανται διαχειρίσιμες και σε κάθε περίπτωση μπορούν να υπερκαλυφθούν από τις αναπτυξιακές προοπτικές που πηγάζουν «από την αναμενόμενη αύξηση του τουριστικού ρεύματος και το κύμα ανάπτυξης που θα μεταφέρει στην ελληνική οικονομία η προπαρασκευαζόμενη έκρηξη των δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων». «Αν ο τουρισμός» προσθέτει «κινηθεί εφέτος στα επίπεδα του 2019, θα προσθέσει δύο μονάδες στο ΑΕΠ, υπερκαλύπτοντας τις όποιες απώλειες προκαλεί η αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου».
Οι πληθωριστικές πιέσεις και το δημόσιο χρέος
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών αξιολογεί ως ιδιαιτέρως σημαντικές τις δευτερογενείς συνέπειες της ανόδου των τιμών του φυσικού αερίου. Θεωρεί ότι τρέφουν τις πληθωριστικές πιέσεις στην ελληνική οικονομία, πιέζοντας κυρίως τους ναύλους, συνολικά την εφοδιαστική αλυσίδα και βεβαίως τις τιμές των δημητριακών, οι οποίες πρωταγωνιστούν στο κόστος πολλών τροφίμων. Ο κ. Σκυλακάκης ανησυχεί κυρίως για την ενδεχόμενη ενεργοποίηση της σπειροειδούς εξέλιξης τιμών – μισθών, η οποία στον βαθμό που επιβεβαιωθεί θα πλήξει τις διαδικασίες οικονομικής ανάκαμψης, όπως έχει αποδειχθεί σε ανάλογες περιπτώσεις στο παρελθόν. Ο ίδιος πάντως αποδίδει εξαιρετική σημασία στις συνθήκες που θα επικρατήσουν προσεχώς στις αγορές και στην εκτίμηση που θα αποκομίσουν για τις ελληνικές οικονομικές εξελίξεις.
Κατ’ αυτόν, οι συνθήκες στις διεθνείς αγορές θα δυσκολέψουν αν όντως, όπως όλοι αναμένουν, εισέλθουμε σε ανοδικό κύκλο επιτοκίων. Επισημαίνει χαρακτηριστικά ότι «ναι μεν οι δαπάνες εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους είναι ελεγχόμενες στα επίπεδα των 4,8 δισ. ευρώ τον χρόνο για τουλάχιστον μία δεκαετία, αλλά η μετακύλισή του από τα κράτη στις αγορές είναι απαραίτητη στα επόμενα 20 χρόνια και θα απαιτήσει διαρκή προσοχή και εγρήγορση, γιατί απλούστατα οι επανεκδόσεις ομολόγων και η αναχρηματοδότηση του χρέους κοστίζουν».
Τα αναγκαία πλεονάσματα και η εύνοια των αγορών
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών πιστεύει ότι «ακόμη και χωρίς μνημόνιο ή ακόμη και με ένα λιγότερο αυστηρό σύμφωνο σταθερότητας η ελληνική οικονομία πρέπει να επιτυγχάνει πρωτογενή πλεονάσματα από το 2023 για να έχει τις αγορές μαζί της, επειδή τις χρειαζόμαστε». «Εστω μικρά πρωτογενή πλεονάσματα οφείλουμε να τα επιτυγχάνουμε για να είμαστε σίγουροι ότι δεν διολισθήσουμε σε νέα κρίση» δηλώνει χαρακτηριστικά και επιμένει ότι «πρέπει να χτίσουμε το δικό μας σύμφωνο σταθερότητας, με συνετή δημοσιονομική πολιτική, συνεχείς μεταρρυθμίσεις και εξελιγμένη εξωστρεφή παραγωγή». «Ακολουθώντας αυτή τη συνετή πολιτική θα αποκαταστήσουμε την εικόνα της αξιόπιστης χώρας» ξεκαθαρίζει, για να συμπληρώσει πως «από εδώ και πέρα πρέπει να εκπλήττουμε συνεχώς τις αγορές και τους εταίρους μας».
Στη βάση των παραπάνω πιστεύει ότι «οι εκλογές είναι απαραίτητο να γίνουν στην ώρα τους» και επιπλέον υπερασπίζεται την άποψη ότι «οι εκλογικοί κύκλοι στη χώρα μας πρέπει να είναι μικροί, γιατί απλούστατα δεν είμαστε Ολλανδία και επειδή οι εμπειρίες μας από μακρόσυρτους εκλογικούς κύκλους δεν είναι και οι καλύτερες».
Να μην πνιγούν οι αλλαγές του Ταμείου Ανάκαμψης
Ειδικά στην παρούσα φάση έναρξης της απορρόφησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, οι εκλογές επιβάλλεται να γίνουν στο τέλος της τετραετίας, ώστε να μην αποτελέσουν αντικείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης. Η μεγάλη του αγωνία για το Ταμείο Ανάκαμψης είναι να μην πνιγεί στη γραφειοκρατία και σε πολιτικο-επιχειρηματικούς ανταγωνισμούς, που θα μπορούσαν να περιορίσουν τη δράση του. Αποδίδει εξαιρετική σημασία στα χαμηλότοκα επενδυτικά δάνεια με επιτόκιο μόλις 0,35% που θα αρχίσουν να τρέχουν από τους πρώτους μήνες του 2022, αλλά και στο πλήθος των έργων ψηφιοποίησης του κράτους, που θα αντικαταστήσει δισεκατομμύρια χάρτινων εγγράφων με ψηφιακά data και θα περιορίσει στον μέγιστο βαθμό το κόστος συνολικά των συναλλαγών. Μόνο στα υποθηκοφυλακεία θα ψηφιοποιηθούν 600 εκατ. φάκελοι!
Η αλλαγή που θα επιφέρει το Ταμείο Ανάκαμψης στη λειτουργία του κράτους, της οικονομίας και της χώρας συνολικά είναι απίστευτη, σχολιάζει ο κ. Σκυλακάκης. Γι’ αυτό, όπως τονίζει, δεν πρέπει επ’ ουδενί να καθυστερήσει ή, πολύ περισσότερο, δεν πρέπει να υπονομευθεί για κανέναν λόγο.