Τσίμπησε το επιτόκιο κατά την έκδοση του νέου δεκαετούς ελληνικού ομολόγου με τις προσφορές να φτάνουν στα 15 δισ. Ευρώ, αντλώντας 3 δισ. Ευρώ.
Καταγράφηκε υψηλότερη απόδοση στο περίπου 1,84% από το 0,88% τον περασμένο Ιούνιο.
Η χώρα βγήκε σε μία δύσκολη συγκυρία για την αγορά διεθνώς με τα επιτόκια να έχουν αυξηθεί κυρίως λόγω του πληθωρισμού.
Ο σχεδιασμός για το 2022
Αξίζει να υπενθυμιστεί ότι με βάση τον προγραμματισμό του, ο ΟΔΔΗΧ θα κινηθεί φέτος με στόχο την άντληση 12 δισ. ευρώ, ενώ κατά το 2ο εξάμηνο του 2022 αναμένεται να προχωρήσει και στην έκδοση «πράσινου» ομολόγου.
Σύμφωνα με τη στρατηγική για τη χρηματοδότηση το 2022, θα εστιάσει στο να έχει συνεχή παρουσία στις διεθνείς αγορές χρέους και στη μείωση της σχέσης χρέους/ΑΕΠ με ενεργητική διαχείριση, ενώ θα διαφυλαχτεί το μεγάλο κεφαλαιακό μαξιλάρι (αυτή τη στιγμή είναι κοντά στα 37 δισ. ευρώ).
Με βάση τον προγραμματισμό, οι δανειακές ανάγκες ανέρχονται σε 24,8 δισ. ευρώ. Αφορούν αποπληρωμές ομολόγων (8 δισ.), τόκους (4,7 δισ.), χρηματοδότηση ελλείμματος (2,7 δισ.), πρόωρες αποπληρωμές (όπως ΔΝΤ, διμερή δάνεια, και έντοκα ύψους 5,2 δισ.) και άλλες υποχρεώσεις (4,3 δισ.).
Η χρηματοδότηση πέραν από τα 12 δισ. που θα αντληθούν από τις αγορές θα προκύψει και από άλλες πηγές, όπως RFF, CEB, ύψους 4,2 δισ., επιστροφές κερδών από τα ελληνικά ομόλογα (ANFA) 1,3 δισ. ευρώ, έσοδα ιδιωτικοποιήσεων 0,7 δισ. ευρώ, ενώ θα μειωθούν κατά 6,6 δισ. ευρώ τα διαθέσιμα στο «μαξιλάρι».
Σταϊκούρας: Στέφθηκε με επιτυχία η έξοδος
«Η Ελλάδα προχώρησε σήμερα στην έκδοση 10ετούς ομολόγου, ανοίγοντας την αυλαία του δανειακού προγράμματος για το 2022», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταιϊκούρας, κάνοντας λόγο γιαΈ«κδοση που, για ακόμη μία φορά, στέφθηκε με επιτυχία, καθώς συγκέντρωσε υψηλή ζήτηση και ποιότητα κεφαλαίων».
Επίσης ανέφερε: «Η χώρα μας άντλησε 3 δισ. ευρώ, με επιτόκιο περίπου 1,8%.
Το κόστος δανεισμού κρίνεται ιδιαίτερα ικανοποιητικό, λαμβάνοντας υπόψη την τρέχουσα, διεθνή συγκυρία.
Συγκυρία στην οποία καταγράφεται, διεθνώς, άνοδος των αποδόσεων στα κρατικά ομόλογα, εξαιτίας της υψηλής αβεβαιότητας που προκαλούν η συνεχιζόμενη υγειονομική κρίση, η αύξηση του πληθωρισμού και η επικείμενη στροφή των κεντρικών τραπεζών προς μια πιο συσταλτική νομισματική πολιτική.
Χαρακτηριστικό της ανοδικής τάσης στις αποδόσεις των κρατικών τίτλων είναι ότι τα γερμανικά ομόλογα διαπραγματεύονται, για πρώτη φορά μετά από τρία χρόνια, με θετική απόδοση.
Ωστόσο, παρά τη δύσκολη αυτή συγκυρία, η Ελλάδα δανείστηκε σήμερα με κόστος κάτω από το μισό έναντι της αντίστοιχης έκδοσης του Μαρτίου του 2019, όταν το επιτόκιο είχε διαμορφωθεί στο 3,9%.
Ενώ, και το περιθώριο επιτοκίου, το spread, του ελληνικού ομολόγου έναντι του γερμανικού έχει συρρικνωθεί σημαντικά, τόσο σε σχέση με τα προ πανδημίας επίπεδα όσο και με τα επίπεδα των αρχών του 2019.
Συνεπώς, η χώρα μας, συνεχίζοντας την – αποδεδειγμένα – επιτυχημένη εκδοτική στρατηγική και την αποτελεσματική οικονομική πολιτική των τελευταίων 2,5 ετών, καταφέρνει, μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον έντονης ρευστότητας, να κινείται αταλάντευτα, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, στην κανονικότητα κλασικού εκδότη-χώρας της Ευρωζώνης, “κλειδώνοντας” το κόστος δανεισμού της δεκαετίας σε χαμηλά επίπεδα.
Ως Κυβέρνηση, διασφαλίζουμε σταθερότητα και ασφάλεια.
Διατηρούμε τα ταμειακά διαθέσιμα της πατρίδας μας σε ασφαλές ύψος, παρά τις πρωτόγνωρες – σε ολόκληρο τον πλανήτη – δυσκολίες και προκλήσεις.
Προκλήσεις στις οποίες απαντάμε άμεσα, μεθοδικά, διορατικά και αποτελεσματικά.
Γι’ αυτό άλλωστε, οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας είναι πολύ θετικές, όπως πιστοποιήθηκε στις τελευταίες συνεδριάσεις των ευρωπαϊκών οργάνων και αναγνωρίζουν – μέσα και από τη σημερινή “ψήφο” εμπιστοσύνης τους – οι διεθνείς αγορές.
Συνεχίζουμε με υπευθυνότητα, αποφασιστικότητα και αυτοπεποίθηση, την εφαρμογή μιας συνετής δημοσιονομικής πολιτικής, τη χάραξη μιας διορατικής εκδοτικής στρατηγικής και την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων, ώστε η οικονομία μας να συνεχίσει να ισχυροποιείται, ολόπλευρα όπως είδαμε σήμερα, τόσο με την επιτυχημένη έξοδο στις αγορές όσο και με την ενίσχυση της αποτρεπτικής δύναμης της χώρας».