Παρά το γεγονός ότι έχει αποτελέσει περιοχή αυξημένης ανησυχίας για κυβερνήσεις, επιχειρήσεις και οργανισμούς τα τελευταία 30 χρόνια, το Οικονομικό Εγκλημα αποτελεί ένα αρχέγονο πρόβλημα. Μία από τις πρώτες περιπτώσεις τοποθετείται περί το 300 π.Χ., όταν ο έλληνας έμπορος Ηγέστρατος δανείστηκε χρήματα με ενέχυρο το πλοίο του και το εμπόρευμά του με σκοπό την αποπληρωμή του δανείου με την παράδοση του εμπορεύματος. Ο Ηγέστρατος σκόπευε να βυθίσει το άδειο πλοίο του, να κρατήσει τα χρήματα του δανείου και να πωλήσει το εμπόρευμα. Από τον Ηγέστρατο μέχρι σήμερα το Οικονομικό Εγκλημα έχει ανθήσει τόσο ώστε να κοστίζει τρισεκατομμύρια δολάρια στην παγκόσμια οικονομία.
Το Οικονομικό Εγκλημα περιλαμβάνει πολλές κατηγορίες εγκληματικών ενεργειών, όπως η απάτη, η δωροδοκία και η διαφθορά, το ξέπλυμα χρήματος, το ηλεκτρονικό έγκλημα, η φοροδιαφυγή και το περιβαλλοντικό έγκλημα. Αρκετά συχνά πραγματοποιούνται μελέτες εκτίμησης των διαφόρων κατηγοριών του Οικονομικού Εγκλήματος όπως:
-η μελέτη του Ινστιτούτου Κατά της Απάτης (ACFE), που υπολογίζει το Οικονομικό Εγκλημα κατά μέσο όρο στο 5% του κύκλου εργασιών επιχειρήσεων και οργανισμών,
-η κατηγοριοποίηση χωρών από τη Διεθνή Διαφάνεια βάσει του δείκτη αντίληψης διαφθοράς,
-οι εκτιμήσεις του ΟΗΕ για το ξέπλυμα χρήματος, του οποίου η αξία υπολογίζεται μεταξύ 2% και 5% του παγκόσμιου ΑΕΠ,
-η αξιολόγηση απειλών ηλεκτρονικού οργανωμένου εγκλήματος (IOCTA) από την Europol.
Για την καταπολέμηση του παρατηρείται, τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και στη χώρα μας, συνεχής αναβάθμιση του κανονιστικού πλαισίου, το οποίο ενώ αρχικά εστίαζε περισσότερο σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, πλέον επεκτείνεται και σε άλλους τομείς επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Χαρακτηριστικές ενέργειες αποτελούν η ενίσχυση του πλαισίου ώστε να συμπεριλάβει την καταπολέμηση του ξεπλύματος χρήματος και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, η προστασία των whistleblowers και ο νέος νόμος Εταιρικής Διακυβέρνησης.
Η χρήση τεχνολογικών εργαλείων αποτελεί πλέον αναπόσπαστο μέρος μιας εγκληματολογικής έρευνας για την αντιμετώπιση του και μάλιστα μονόδρομο, καθώς η συλλογή των ηλεκτρονικών πειστηρίων πρέπει να πραγματοποιείται με τρόπο εγκληματολογικά αποδεκτό, ώστε τα πειστήρια να μην έχουν υποστεί αλλοίωση κατά την ανάκτηση και εξέτασή τους.
Τα τεχνολογικά εργαλεία για την πρόληψη του είναι εξίσου σημαντικά και χρησιμοποιούν συνδυασμό τεχνολογιών Artificial Intelligence, Data Loss Prevention και Security Information and Event Management προκειμένου να συμβάλουν:
-Στη συλλογή αναφορών από whistleblowers και στη δημιουργία ασφαλούς διαύλου επικοινωνίας μαζί τους, διατηρώντας την ανωνυμία του πληροφοριοδότη.
-Στη συλλογή πληροφοριών από δημόσιες βάσεις πληροφόρησης, π.χ. οι πλατφόρμες Open-Source Intelligence.
-Στη διαρκή παρακολούθηση εκτέλεσης των διαδικασιών και τη δημιουργία ειδοποιήσεων (alerts) σε περίπτωση αποκλίσεων, π.χ. πλατφόρμες process mining.
-Στην πραγματοποίηση διαγνωστικών ελέγχων, π.χ. forensic digital investigations και forensic analytics.
-Στην παρακολούθηση συναλλαγών με σκοπό τoν εντοπισμό όσων θεωρούνται ύποπτες, π.χ. εργαλεία transaction monitoring.
Το Οικονομικό Εγκλημα είναι από τη φύση του πολυδιάστατο και χρειάζεται ολιστική και μεθοδευμένη προσέγγιση για την αντιμετώπισή του, με την τεχνολογία να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της.
Ο κ. Γιώργος Τζιάρος είναι Senior Manager, Forensics, Financial Crime & Disputes της Deloitte.