Η Citigroup ήταν η πρώτη μεγάλη τράπεζα της Wall Street που ζήτησε από τους εργαζομένους της να εμβολιαστούν υποχρεωτικά κατά της COVID-19, απειλώντας σε διαφορετική περίπτωση με απόλυση, και τώρα όλοι περιμένουν να δουν τη συνέχεια. Οι εργαζόμενοι στα γραφεία είχαν διορία μέχρι την Παρασκευή 14 Ιανουαρίου να παρουσιάσουν στοιχεία για τον εμβολιασμό τους, διαφορετικά απειλούνται να τεθούν σε άδεια άνευ αποδοχών.
Οι εργαζόμενοι στα καταστήματα της τράπεζας είχαν άλλη ημερομηνία. Η τελευταία ημέρα απασχόλησης των μη εμβολιασμένων εργαζομένων θα είναι η 31η Ιανουαρίου και στη συνέχεια θα απολυθούν, σύμφωνα με μήνυμα προς το προσωπικό της τράπεζας που επικαλείται το Bloomberg και από πληροφορίες των «Financial Times».
Επίσης οι ανεμβολίαστοι εργαζόμενοι που δικαιούνται μπόνους θα πρέπει να υπογράψουν συμφωνία που θα αναφέρει ότι δεν θα κινηθούν νομικά εναντίον της εταιρείας για να λάβουν τα χρήματα αυτά, σύμφωνα με το ίδιο μήνυμα.
Η κίνηση αυτή γίνεται καθώς ομοσπονδιακή εντολή υποχρεωτικής διενέργειας εμβολίου ή τεστ διάγνωσης αν κάποιος είναι θετικός ή αρνητικός στην COVID-19 από τους μεγάλους εργοδότες έχει φτάσει στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ μετά από προσφυγές και γενικά αποτελεί αντικείμενο αντιπαράθεσης στη χώρα – και όχι μόνο σε αυτή.
Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ μπλόκαρε χθες την προσπάθεια της κυβέρνησης Μπάιντεν να γίνει υποχρεωτικό το εμβόλιο ή τα τεστ βάζοντας έτσι όρια στην προσπάθεια της κυβέρνησης να καταπολεμήσει την πανδημία στους χώρους εργασίας. Κάτι που αφορούσε 84 εκατ. εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα. Από την άλλη πλευρά το Ανώτατο Δικαστήριο έδωσε στην κυβέρνηση μεγαλύτερο περιθώριο για τη λήψη αυστηρών μέτρων στον κλάδο της υγειονομικής περίθαλψης (10 εκατ. εργαζόμενους).
Σε αντίστοιχη κίνηση προχωρά όπως φαίνεται και η JPMorgan Chase για τη Νέα Υόρκη, όπου έχει ζητήσει να εμβολιαστούν οι εργαζόμενοι σε εννέα κτίρια γραφείων της στο Μανχάταν. «Για να πάτε στο γραφείο να δουλέψετε, πρέπει να είστε εμβολιασμένοι και εάν δεν είστε εμβολιασμένοι δεν θα μπορείτε να δουλέψετε σε αυτό το γραφείο. Και δεν θα σας πληρώνουμε για να μη δουλεύετε στο γραφείο» ανέφερε το αφεντικό της τράπεζας Τζέιμι Ντάιμον στο CNBC.
Η κίνηση της Citigroup για υποχρεωτικό εμβολιασμό είναι ιδιαίτερα περίπλοκη επειδή η παρουσία της εταιρείας επεκτείνεται σε τόσο πολλές γωνιές της χώρας – αφορά από πιο υψηλόβαθμους τραπεζίτες του Μανχάταν μέχρι ταμίες σε εκατοντάδες τοπικά υποκαταστήματα έως υπαλλήλους υποστήριξης σε τοποθεσίες από τη Φλόριντα έως το Τέξας, το Μισούρι και το Κεντάκι.
Οι γεωγραφικές αυτές διαφορές σημαίνουν διαφορετική σειρά κανόνων και πολιτικών απόψεων, σημειώνει το Bloomberg. Για παράδειγμα, σε Πολιτείες όπως η Νέα Υόρκη οι εργαζόμενοι υπόκεινται σε όσα ορίζει ο ιδιωτικός τομέας. Ωστόσο σε Πολιτείες όπως η Φλόριντα και το Τέξας οι κυβερνήτες έχουν εκφραστεί ενεργά κατά της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού, όπως σημειώνεται.
Περισσότερο από το 90% των εργαζομένων στη Citi, η οποία έχει περίπου 65.000 υπαλλήλους στις ΗΠΑ, είναι ήδη εμβολιασμένοι. Η πολιτική εμβολιασμού της Citi είναι πιο αυστηρή σε σύγκριση με άλλες αμερικανικές εταιρείες του κλάδου. Αλλες τράπεζες, όπως η JPMorgan Chase, έχουν αφήσει ανοιχτή την πόρτα για να καταστήσουν το εμβόλιο υποχρεωτικό, αλλά δεν το έχουν κάνει ακόμη. Η JPMorgan και η Goldman Sachs απαιτούν από το προσωπικό να εμβολιαστεί μόνο για να μπορεί να πάει στα γραφεία και όχι για να δουλεύει έξω από αυτά.
Στην Ευρώπη
Τα εμβόλια είναι πλέον το κύριο πεδίο μάχης για τον τερματισμό των προβλημάτων που δημιουργεί η πανδημία και ορισμένες εταιρείες των ΗΠΑ ακολουθούν σκληρή γραμμή. Η Citigroup ήταν η πρώτη μεγάλη τράπεζα που εξέδωσε οδηγία «όχι εμβόλιο, όχι δουλειά» τον περασμένο Οκτώβριο. Στην Ευρώπη αυτό ακούγεται σοκαριστικό, σχολιάζει στο Bloomberg ο αρθρογράφος Πολ Τζ. Ντέιβις, ο οποίος έχει διατελέσει και αρθρογράφος των «Wall Street Journal» και «Financial Times» για τον χρηματοπιστωτικό κλάδο.
«Η Citi δεν μπορεί να πει το ίδιο στο προσωπικό στο Λονδίνο ή στο Δουβλίνο. Οι αυστηρότεροι κανόνες για το προσωπικό απόρρητο και την προστασία των δεδομένων σημαίνουν ότι οι εταιρείες πρέπει να κινηθούν πολύ πιο προσεκτικά εκεί. Οι εργοδότες σε πολλές χώρες μπορούν να ρωτήσουν τους εργαζομένους εάν έχουν εμβολιαστεί, αλλά το προσωπικό συχνά δεν μπορεί να υποχρεωθεί να απαντήσει, σύμφωνα με τη Littler Mendelson, δικηγορική εταιρεία που ειδικεύεται στην απασχόληση» αναφέρει ο ίδιος.
«Οι εταιρείες πρέπει να βεβαιωθούν ότι μπορούν να λειτουργήσουν και ότι το προσωπικό τους δεν κινδυνεύει να αρρωστήσει αν εμφανιστεί (στη δουλειά). Αυτό δεν σημαίνει ότι απαιτείται εμβόλιο: ένα υγειονομικό πάσο που δείχνει αρνητικό αποτέλεσμα τεστ, πρόσφατος εμβολιασμός ή πρόσφατη ασθένεια είναι εξίσου επαρκές.
Εάν τα άτομα χωρίς νόμιμες εξαιρέσεις εξακολουθούν να είναι αποφασισμένα να αρνηθούν το εμβόλιο, μπορούν να πληρώνουν για τις καθημερινές τους εξετάσεις. Το να λέει (μια επιχείρηση) στο προσωπικό ότι δεν θα έχουν δουλειά εάν δεν κάνουν εμβόλιο είναι μεγαλύτερη ευθύνη από ό,τι θα έπρεπε να φέρει μια εταιρεία. Αλλά το να λέει ότι δεν έχουν το δικαίωμα να δουλέψουν εάν δεν συμβάλλουν στην προστασία των συναδέλφων τους είναι καθήκον κάθε εταιρείας» καταλήγει ο ίδιος.