Το 2022 αναμένεται να είναι ένα έτος μετάβασης από την πανδημική κρίση στην πορεία προς ένα νέο σημείο ισορροπίας ενδημικής συμβίωσης με τον κορωνοϊό, ενώ αν και δεν υπάρχει κάποιο πλήρες οικονομικό εγχειρίδιο για τις πανδημίες, εν τούτοις 7 γκουρού των αγορών σκιαγραφώντας το επενδυτικό παζλ του 2022 θεωρούν πως μία ομαλή επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας, εν μέσω ελεγχόμενης νομισματικής σύσφιγξης και ελέγχου της μετάλλαξης Ομικρον ως την ερχόμενη άνοιξη, θα συντηρήσει ένα σχετικά θετικό οικονομικό τοπίο.
Διατήρηση της αξίας
Καθώς οδεύουμε πάντως προς ένα περιβάλλον λιγότερο επεκτατικής πολιτικής και υψηλότερων επιτοκίων, οι επενδυτές θα πρέπει να προετοιμαστούν για μία περίοδο αυξημένης μεταβλητότητας, όπου η διατήρηση της αξίας των χαρτοφυλακίων είναι ζωτικής σημασίας, καθώς τα εύκολα κέρδη για τις μετοχές, τα κρατικά και εταιρικά ομόλογα έχουν τελειώσει, ενώ ορισμένοι ανησυχούν ότι δεν υπάρχει πια κανένα περιουσιακό στοιχείο το οποίο να μην ενσωματώνει κάποια μορφή κινδύνου.
Αναμένεται αύξηση των αποδόσεων στη λήξη των κρατικών ομολόγων (οι τιμές θα υποχωρήσουν), με τα ομόλογα που είναι συνδεδεμένα με τον πληθωρισμό να ξεχωρίζουν, ενώ οι προσδοκώμενες αποδόσεις για τις μετοχές συγκριτικά με τα ιδιαίτερα ισχυρά κέρδη των χρηματιστηρίων της διετίας 2020-2021 θα είναι χαμηλότερες, σε μονοψήφια επίπεδα. Υστερα από τα μεγάλα κέρδη του 2021 ορισμένα από τα εμπορεύματα ενδεχομένως να χάσουν τη λάμψη τους.
Κορυφαίες επιλογές
Οι υψηλές πραγματικές αποδόσεις επιβαρύνουν τις τιμές του χρυσού, ενώ οι τιμές του χαλκού και του ψευδαργύρου μπορεί να πιεστούν από τη βελτίωση της προσφοράς, με το αλουμίνιο να αποτελεί για τους αναλυτές εκ των κορυφαίων επιλογών για τη νέα χρονιά. Το πετρέλαιο επίσης προσφέρει τον καλύτερο συνδυασμό αποτιμήσεων και θεμελιωδών μεγεθών και αναμένεται να ξεπεράσει τα 90 δολάρια το βαρέλι το 2022, ενώ από τα νομίσματα, το δολάριο ΗΠΑ αναμένεται να παραμείνει ισχυρό.
Υψηλές αποδόσεις
Για ελληνικά περιουσιακά στοιχεία, με την ανάπτυξη να εκτιμάται στο 4,5%-5,5% το 2022, το Χρηματιστήριο της Αθήνας θα ξεπεράσει τις 1.000 μονάδες, ενώ τα ελληνικά ομόλογα έχοντας τη στήριξη της ΕΚΤ θα συνεχίσουν να προτιμώνται από τους ξένους επενδυτές, μια και θα προσφέρουν υψηλότερες αποδόσεις έναντι άλλων χωρών της ευρωζώνης.
Τόσο ελληνικές μετοχές και όσο και τα ελληνικά ομόλογα θα μπορούσαν να αλλάξουν επίπεδο όταν η χώρα αποκτήσει πάντως την «επενδυτική βαθμίδα» (πιθανώς το 2023), καθώς θα δοθεί η δυνατότητα σε μια τεράστια δεξαμενή διεθνών κεφαλαίων να επενδύσουν στην Ελλάδα, μια και το καταστατικό τους επιτρέπει να επενδύουν μόνο σε χώρες με αξιολόγηση «investment grade». Σε μία τέτοια περίπτωση, πέρα από το όφελος για το κόστος δανεισμού της χώρας και το ελληνικό χρηματιστήριο θα μπορούσε να κινηθεί προς τις 1.300 μονάδες, λένε οι αναλυτές.
Να σημειωθεί πως η Ελλάδα σύμφωνα με τον ΟΔΔΗΧ θα βγει στις αγορές με εκδόσεις μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων τίτλων ύψους 12 δισ. ευρώ, ενώ θα προχωρήσει και στην έκδοση του πρώτου πράσινου ομολόγου της.
Η αγορά κατοικίας
Για τους αναλυτές, οι επενδυτές στο ΧΑ θα επικεντρωθούν και το 2022 σε επιμέρους τίτλους (stock picking), καθώς και σε (ESG) εταιρείες που δίνουν έμφαση σε θέματα που αφορούν το περιβάλλον (Environment), την κοινωνία (Social) και την εταιρική διακυβέρνηση (Governance). Από την άλλη πλευρά, ο ανοδικός κύκλος στην εγχώρια αγορά κατοικίας θα συνεχιστεί.
Εξάλλου, αν και η σωρευτική αύξηση των τιμών την τελευταία τετραετία (2018-2021) ξεπερνά σε μέσα επίπεδα σύμφωνα με εκτιμήσεις της Εθνικής Τράπεζας το 24%, οι τιμές παραμένουν περίπου 30% χαμηλότερα από την κορύφωση της αγοράς το γ’ τρίμηνο του 2008, πριν δηλαδή τη 10ετή κρίση χρέους, στη διάρκεια της οποίας υπήρξε συρρίκνωση των τιμών των ακινήτων κατά 42%-46%. Αυξήσεις τιμών σημειώνονται σε όλες τις περιφέρειες της χώρας, με την ανοδική τάση να είναι ισχυρότερη σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, όπου οι σωρευτικές αυξήσεις των τιμών κατοικιών την τελευταία τετραετία ανέρχονται σε 35% και 25% αντίστοιχα.
Marko Kolanovic, JPMorgan Chase
«Η χρονιά του τέλους της πανδημίας»
Το 2022 θα είναι η χρονιά της πλήρους παγκόσμιας ανάκαμψης, του τέλους της πανδημίας και της επιστροφής στην κανονικότητα στις οικονομίες και στις αγορές που είχαμε πριν από το ξέσπασμα της COVID-19, αποφάνθηκε ο Marko Kolanovic, επικεφαλής στρατηγικός αναλυτής της JPMorgan Chase. Αναμένει πως ο δείκτης σηματωρός των παγκόσμιων μετοχικών τάσεων S&P 500 θα σημειώσει κέρδη 8% φθάνοντας τις 5.050 μονάδες, με τις μετοχές των αναδυόμενων αγορών να υπεραποδίδουν με κέρδη 18%, ενώ οι αποδόσεις του 10ετούς ομολόγου των ΗΠΑ, που αποτελεί σημείο αναφοράς του παγκόσμιου κόστους δανεισμού, θα αυξηθεί στο 2,25% κατά το τέλος του 2022. Για την JPMorgan υπάρχει πιθανότητα η Fed να αποδειχθεί περισσότερο υπομονετική από ό,τι αναμένουν οι αγορές (προβλέπουν τρεις αυξήσεις επιτοκίων το 2022 και άλλες τρεις το 2023). Η έναρξη του ανοδικού κύκλου των επιτοκίων πάντως δεν αποτελεί πρόβλημα αφού πρώτιστα σημαίνει πως τα επιτόκια αυξάνουν επειδή η οικονομία είναι υγιής. Θα αρχίσουμε να ανησυχούμε όταν η Fed σταματήσει να αυξάνει τα επιτόκια επειδή θα αρχίζει να βλέπει ότι οι αγορές και οι οικονομίες δεν μπορούν να διαχειριστούν τις αυξήσεις αυτές. Ωστόσο δεν πιστεύουμε ότι αυτό θα συμβεί για αρκετό καιρό, αναφέρει.
Το 2022 οι επενδυτές θα πρέπει να εστιάσουν σε ποιοτικές μετοχές που χαρακτηρίζονται από ισχυρούς ισολογισμούς με καλή κερδοφορία και απόδοση ιδίων κεφαλαίων παρά σε μετοχές που δεν παράγουν κέρδη αλλά προσφέρουν «ιστορίες ανάπτυξης». Τα εταιρικά ομόλογα μικρότερης διαβάθμισης έχουν επίσης σημαντικά περιθώρια μείωσης στα spreads σε σχέση με τα ομόλογα υψηλής διαβάθμισης και προσφέρουν καλύτερες ευκαιρίες σε ένα περιβάλλον που οικονομίες θα συνεχίσουν να αναπτύσσονται. Παράλληλα, το 2022 δεν δείχνει να ευνοεί τον χρυσό αφού ο πληθωρισμός θα επιβραδυνθεί και η Fed θα αυξάνει τα επιτόκια, ενώ το δολάριο θα παραμείνει ισχυρό.
Andrew Sheets, Morgan Stanley
«Τα εύκολα κέρδη έχουν τελειώσει»
Καθώς η άνευ προηγουμένου δημοσιονομική και νομισματική στήριξη εξασθενεί, τα θεμελιώδη μεγέθη θα κυριαρχούν, εκτίμησε ο Andrew Sheets, επικεφαλής στρατηγικής στη Morgan Stanley, θεωρώντας πως τα εύκολα κέρδη για τις μετοχές, αλλά και για τα κρατικά και εταιρικά ομόλογα, έχουν τελειώσει.
Ενώ ο πληθωρισμός θα κινηθεί σε επίπεδα υψηλότερα από ό,τι πολλοί επενδυτές έχουν δει στο παρελθόν, οι οικονομολόγοι της Morgan Stanley πιστεύουν ότι οι τιμές σύντομα «θα κορυφωθούν και μετά θα υποχωρήσουν», καθώς οι πιέσεις στην αλυσίδα εφοδιασμού θα χαλαρώσουν και οι τιμές σε πολλά εμπορεύματα θα ομαλοποιούνται. Συνολικά προτείνει μείωση των τοποθετήσεων σε μετοχές των ΗΠΑ, καθώς οι αναλυτές της τράπεζας αναμένουν πως ο δείκτης S&P 500 θα «βρεθεί» 5% χαμηλότερα στο τέλος του 2022, ενώ άλλες ανεπτυγμένες αγορές μπορούν να κινηθούν υψηλότερα. Ο ίδιος «βλέπει» αξία το 2022 στις ευρωπαϊκές και στις ιαπωνικές μετοχές, συστήνοντας «αύξηση θέσεων», καθώς το χρηματιστήριο της Ιαπωνίας θα μπορούσε να σημειώσει άνοδο κατά 12% το 2022, ενώ κέρδη 8% αναμένονται και για τον δείκτη MSCI Europe, οι δε επιμέρους επιλογές μετοχών (stock picking) αποτελούν την ενδεδειγμένη στρατηγική. Συστήνει επίσης «μειωμένες θέσεις» στα αμερικανικά κρατικά ομόλογα, καθώς και στα εξασφαλισμένα με στεγαστικά δάνεια ομόλογα των ΗΠΑ. Το χρέος των αναδυόμενων αγορών φαίνεται ενδιαφέρον, αλλά καθώς το δολάριο θα είναι ισχυρό το πρώτο εξάμηνο, θα υπάρξουν καλύτερα σημεία εισόδου. Τα μέταλλα ενδεχομένως να χάσουν τη λάμψη τους, ενώ οι υψηλές πραγματικές αποδόσεις επιβαρύνουν τις τιμές του χρυσού, με τις τιμές του χαλκού και του ψευδαργύρου ενδεχομένως να πιεστούν από τη βελτίωση της προσφοράς, με το αλουμίνιο πάντως να αποτελεί την κορυφαία επιλογή για τη νέα χρονιά. Το πετρέλαιο επίσης προσφέρει τον καλύτερο συνδυασμό αποτιμήσεων και θεμελιωδών μεγεθών, ενώ αναμένεται να ξεπεράσει τα 90 δολάρια το βαρέλι το 2022.
Joachim Fels, PIMCO
«Ερχεται αυξημένη μεταβλητότητα»
Υστερα από μία 10ετία σταθερής ανάπτυξης και ελεγχόμενου πληθωρισμού περιορισμένης μεταβλητότητας και ισχυρών αποδόσεων για τα περιουσιακά στοιχεία παγκοσμίως, ο κόσμος που έχει μεταμορφωθεί από την πανδημία, εισέρχεται πλέον στην «εποχή του μετασχηματισμού», υποστηρίζει ο Joachim Fels, Global Economic Advisor στην κορυφαία εταιρεία διαχείρισης κεφαλαίων PIMCO
Η «νέα κανονικότητα» (new normal), που αναμένεται να κυριαρχήσει για τουλάχιστον την επόμενη πενταετία, θα χαρακτηρίζεται από υψηλότερη μακροοικονομική αστάθεια και αυξημένη μεταβλητότητα στις αγορές, με χαμηλότερες αποδόσεις για τις μετοχές και τις αγορές σταθερού εισοδήματος, ενώ οι επενδυτές θα πρέπει πρώτιστα να εστιάσουν στη διατήρηση του κεφαλαίου τους.
Η πανδημία αποτέλεσε πάντως τον καταλύτη για την επιτάχυνση των τεσσάρων παραμέτρων που κυριαρχούσαν στον κόσμο και αφορούσαν την αντιπαλότητα της Κίνας με τις ΗΠΑ, τον λαϊκισμό, την άνοδο της τεχνολογίας και την κλιματική αλλαγή. Αυτές οι παράμετροι, μαζί με τρεις κυρίαρχες τάσεις – τη μετάβαση στην πράσινη ενέργεια, την ταχύτερη υιοθέτηση των νέων τεχνολογιών και τουλάχιστον τη μεγαλύτερη διάθεση περιορισμού των ανισοτήτων – θα καθορίσουν τη νέα «εποχή του μετασχηματισμού», επηρεάζοντας τις οικονομίες και τις αγορές.
Για το 2022 η PIMCO εμφανίζεται θετικότερη για τη μετοχική αγορά των ΗΠΑ, αλλά και την Ιαπωνία σε σχέση με τις ευρωπαϊκές μετοχές που εμπεριέχουν μεγαλύτερο ρίσκο λόγω των τομέων παραγωγής στις οποίες βασίζεται η ευρωπαϊκή οικονομία, της ενεργειακής κρίσης και της ανασφάλειας που προκαλεί το νέο κύμα της πανδημίας. «Βλέπει» ευκαιρίες στους κλάδους της τεχνολογίας και του εξοπλισμού αλλά και στους τομείς βιωσιμότητας και ψηφιοποίησης, ιδιαίτερα στις εταιρείες κατασκευής ημιαγωγών, βιομηχανικής αυτοματοποίησης, πράσινης ενέργειας και μεταφορών. Αναμένει αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων (οι τιμές θα υποχωρήσουν) επιλέγοντας ομόλογα που είναι συνδεδεμένα με τον πληθωρισμό, αλλά και εξασφαλισμένα ομόλογα (κυρίως με στεγαστικά δάνεια εκτός ΗΠΑ) όπου τα spreads είναι ελκυστικότερα των εταιρικών ομολόγων. Στα νομίσματα επιλέγει το δολάριο ΗΠΑ, ιδιαίτερα έναντι των νομισμάτων των αναπτυσσόμενων χωρών.
Mark Haefele, UBS Global Wealth
«Ετος ανακαλύψεων το 2022»
Ο Mark Haefele, επικεφαλής επενδύσεων στη UBS Global Wealth Management, εκτιμά πως το 2022 θα είναι «έτος ανακαλύψεων», το οποίο θα δείξει ποια μορφή έχει πλέον η νέα «κανονικότητα», μετά από δύο χρόνια τόσο από περιόδους lockdown, όσο και από φάσεις επαναλειτουργίας. Αν και οι κεντρικές τράπεζες θα μειώσουν τις νομισματικές διευκολύνσεις έκτακτης ανάγκης, η αυστηρότερη πολιτική δεν αναμένεται να αποτρέψει τις θετικές αποδόσεις της αγοράς μετοχών. Στον τομέα του σταθερού εισοδήματος, εν μέσω χαμηλών επιτοκιακών αποδόσεων και στενών spreads, οι ευκαιρίες είναι περιορισμένες, ενώ στα νομίσματα το δολάριο ΗΠΑ θα ενδυναμωθεί περαιτέρω καθώς η Fed θα προχωρήσει σε νομισματική σύσφιγξη ταχύτερα από τις άλλες ισχυρές κεντρικές τράπεζες. Διατηρεί θετική στάση και στο πετρέλαιο, καθώς η ζήτηση θα φτάσει σε νέα υψηλά και αρνητική για τον χρυσό λόγω της ανόδου των επιτοκίων στις ΗΠΑ (υπάρχει ιστορικά αρνητική συσχέτιση με το δολάριο), αλλά και της πρόβλεψης ότι ο πληθωρισμός θα αποκλιμακωθεί μερικώς. Βλέπει επίσης επενδυτικές ευκαιρίες εντός του 2022, σε ανατρεπτικές (disruptive) τεχνολογίες, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, τα μεγάλα δεδομένα (big data) και η κυβερνοασφάλεια, ενώ την επόμενη δεκαετία, οι επενδυτές θα πρέπει να αναζητήσουν ευκαιρίες στη διαδικασία μετάβασης προς μια οικονομία με καθαρές μηδενικές εκπομπές άνθρακα, καθώς και στις ανατρεπτικές (disruptive) τεχνολογίες. Γενικά θεωρεί ότι οι επενδυτές θα πρέπει να προχωρούν σε ενεργή διαχείριση του χαρτοφυλακίου των ρευστών διαθεσίμων τους, καθώς σε ένα περιβάλλον υψηλού πληθωρισμού με επιτόκια κοντά στο μηδέν, η πραγματική αξία των μετρητών υποχωρεί. Για παράδειγμα, επενδυτής με χαρτοφυλάκιο 5 εκατ. δολ. που εισπράττει τόκο 0% και με ετήσια έξοδα 250.000 δολάρια που αυξάνονται με ετήσιο ρυθμό 2% λόγω πληθωρισμού, θα χάσει το 50% του χαρτοφυλακίου που διατηρεί σε μετρητά μέσα σε μία μόνο δεκαετία.
Ο Philipp Hildebrand, BlackRock
«Αρχίζει η νομισματική σύσφιγξη»
Ο Philipp Hildebrand αντιπρόεδρος της κορυφαίας εταιρείας διαχείρισης κεφαλαίων BlackRock (υπό διαχείριση κεφάλαια άνω των 9 τρισ. δολ.) και η ομάδα στρατηγικής του οίκου, εκτίμησαν πως το 2022 θα είναι η δεύτερη συνεχόμενη χρονιά που μετοχές θα σημειώσουν κέρδη (αν και «βλέπει» πιο μέτριες αποδόσεις), ενώ οι τιμές των ομολόγων θα υποχωρήσουν (οι αποδόσεις τους στη λήξη θα αυξηθούν), κάτι που έχει να συμβεί εδώ και σχεδόν πέντε δεκαετίες, καθώς οι κεντρικές τράπεζες αρχίζοντας την νομισματική σύσφιγξη θα είναι ποιο «ανεκτικές» με τον πληθωρισμό (με τον οποίο ο κόσμος θα μάθει να συνυπάρχει), ώστε να μην πληγεί η ανάκαμψη. Στο πλαίσιο αυτό, οι πραγματικές ή προσαρμοσμένες στον πληθωρισμό αποδόσεις των ομολόγων θα στηρίξουν τις αποτιμήσεις των μετοχών. Η Fed θα προχωρήσει το 2022 σε αυξήσεις επιτοκίων αλλά θα παραμείνει «ανεκτική» με τον πληθωρισμό, ενώ η ΕΚΤ θα αφήσει τα επιτόκια αμετάβλητα. Συστήνει «αυξημένες θέσεις» στις μετοχές και ειδικότερα στις ανεπτυγμένες αγορές, των ΗΠΑ, της Ευρώπης, της Ιαπωνίας, αλλά και στην Κίνα, διατηρώντας «ουδέτερη θέση» στη Βρετανία και στις μετοχές των αναδυομένων αγορών. Στα κρατικά ομόλογα διατηρεί τη σύσταση «μείωση θέσεων» σε αυτά των ΗΠΑ και της Ευρώπης και συνολικά παγκοσμίως στα ομόλογα με επενδυτική βαθμίδα (investment grade), διατηρώντας σύσταση «αύξησης θέσεων» για τα ομόλογα που είναι συνδεδεμένα με τον πληθωρισμό (κυρίως των ΗΠΑ), τα κρατικά ομόλογα της Κίνας και τα ομόλογα των αναδυομένων αγορών σε τοπικό νόμισμα. Με δύο τρόπους θα μπορούσε να πάνε στραβά τα πράγματα: είτε γιατί οι κεντρικές τράπεζες, απόρροια των πληθωριστικών πιέσεων (που ίσως συνδεθούν με μία νέα μετάλλαξη της COVID-19 ή απλώς επειδή χάνουν τον έλεγχο), προχωρούν σε επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων και οδηγούμαστε σε στασιμοπληθωρισμό, είτε γιατί αποδειχθούν λάθος όλες οι προβλέψεις σχετικά με τις προοπτικές της ανάπτυξης.
David Folkerts-Landau
«Επιστροφή σε ασφαλές λιμάνι»
Ο David Folkerts-Landau, επικεφαλής οικονομολόγος της Deutsche Bank και η ομάδα στρατηγικής της γερμανικής τράπεζας σημειώνουν πως έχουν μαζευτεί αρκετά απειλητικά σύννεφα που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην έλευση καταιγίδων στις αγορές και στις οικονομίες τη διετία 2022-2023. Ο πληθωρισμός κινείται π.χ. σε υψηλά επίπεδα, οι κεντρικές τράπεζες διατηρούν ακόμη μία σχετικά χαλαρή νομισματική πολιτική, μία νέα μετάλλαξη του κορωνοϊού τρομάζει τον κόσμο, ενώ τα ποσοστά εμβολιασμού δεν βρίσκονται ακόμη στο επιθυμητό επίπεδο, τα προβλήματα στις αλυσίδες ανεφοδιασμού παραμένουν, με τους χρόνους παράδοσης και το κόστος μεταφοράς να συνεχίζει να κινείται κοντά στα υψηλά όλων των εποχών, ενώ πιθανές πολιτικές αναταραχές που οδηγούνται από τον λαϊκισμό, η κλιματική αλλαγή και πιθανές γεωπολιτικές καταιγίδες δείχνουν επίσης να κινούνται απειλητικά.
Οι πιθανότητες ωστόσο μιας ομαλής επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας και της επιστροφής της σε «ασφαλές λιμάνι» παραμένουν, ενώ δύο παράμετροι, η πορεία της πανδημίας και η άμβλυνση των διαταραχών στην εφοδιαστική αλυσίδα, δείχνουν πως μπορούν να αποτελέσουν τους καταλύτες για το 2022 και μετά. Στις βασικές προβλέψεις της γερμανικής τράπεζας η παγκόσμια ανάπτυξη θα επιβραδύνει από το 5,6% το 2021 στο 4,4% το 2022 και στο 2,4% το 2023, στις ΗΠΑ από το 5,6% στο 4,4% και στο 2,4% και στην ευρωζώνη από το 5,1% στο 3,8% και στο 2,8% αντίστοιχα. Στην Ελλάδα ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ από το εκρηκτικό 8,7% το 2021 θα υποχωρήσει στο 4,4% το 2022 και στο 3,8% το 2023. Σε έρευνά της μεταξύ 750 κορυφαίων διαχειριστών επενδυτικών κεφαλαίων, πληθωρισμός, επιτόκια, πανδημία και γεωπολιτικές παράμετροι, αποτελούν τους μεγαλύτερους κινδύνους για το 2022, χρονιά κατά την οποία οι αποδόσεις των ομολόγων θα αυξηθούν (οι τιμές θα υποχωρήσουν), ενώ οι μετοχές θα σημειώσουν χαμηλές μονοψήφιες αποδόσεις με το Bitcoin είναι πιο πιθανό να μειωθεί στο μισό παρά να διπλασιαστεί.
Ο Joseph Davis, Vanguard
«Εύθραυστο το σκηνικό για τις μετοχές»
Ο Joseph Davis, επικεφαλής οικονομολόγος της Vanguard, με υποδιαχείριση κεφαλαίων 7 τρισ. δολ., αλλά και η ομάδα επενδυτικής στρατηγικής της εκτιμούν πως αν και η πορεία της πανδημίας θα παραμείνει κρίσιμος παράγοντας για το 2022, οι μακροοικονομικές πολιτικές θα είναι πιθανότατα πιο κρίσιμες, καθώς θα αποσύρονται τα πακέτα στήριξης θέτοντας νέες προκλήσεις για τους υπευθύνους χάραξης πολιτικής και νέους κινδύνους για τις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Με τις κεντρικές τράπεζες να ισορροπούν σε μία λεπτή γραμμή μεταξύ της διατήρησης των προσδοκιών για τον πληθωρισμό, δεδομένων των αρνητικών «κραδασμών» από την πλευρά της προσφοράς και της υποστήριξης της επιστροφής στα προ πανδημίας επίπεδα απασχόλησης, το 2022 αναμένεται επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης της παγκόσμιας οικονομίας, είτε χαλαρώσουν, είτε όχι οι προκλήσεις της εφοδιαστικής αλυσίδας. Ο πληθωρισμός στις περισσότερες ανεπτυγμένες οικονομίες θα παραμείνει υψηλός, απόρροια τόσο της υψηλότερης ζήτησης όσο και της χαμηλότερης προσφοράς, με το σενάριο της επιστροφής σε στασιμοπληθωρισμό (τύπου δεκαετίας του 1970) να μη βρίσκεται πάντως σε πρώτο πλάνο. Με τις αποτιμήσεις των μετοχών να έχουν ξεπεράσει τα υψηλά της προ πανδημίας εποχής, ο αυξημένος πληθωρισμός και η προοπτική της νομισματικής σύσφιξης δημιουργούν ένα εύθραυστο σκηνικό για τις μετοχικές αγορές, αναμένοντας πως οι τελικές αποδόσεις στα χρηματιστήρια θα είναι χαμηλότερες την επόμενη δεκαετία (πρόβλεψη για μέση ετήσια απόδοση 6,2% των μετοχών παγκοσμίως εκτός αυτών των ΗΠΑ που η εκτίμηση είναι για κέρδη 3,3% αντίστοιχα). Το παγκόσμιο ασφάλιστρο κινδύνου των μετοχών (risk premium) εκτιμάται στο 2% – 4% υψηλότερα των αποδόσεων των ομολόγων, ενώ προτιμά τις μετοχές αξίας έναντι των μετοχών ανάπτυξης.