Μειώνονται οι ελπίδες άμεσης εκτόνωσης στην κρίση στα σύνορα Ρωσίας – Ουκρανίας, αφού ο διάλογος μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ φαίνονται, τουλάχιστον προς το παρόν, να έχουν φτάσει σε αδιέξοδο.
«Το κύριο πρόβλημα είναι ότι οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους στον ΝΑΤΟ δεν είναι έτοιμοι για κανένα λόγο και υπό καμία μορφή να συζητήσουν τα βασικά μας αιτήματα για τη μη διεύρυνση του ΝΑΤΟ, τη μείωση των υποδομών της συμμαχίας και την επιστροφή της στα σύνορα του 1997. Και φυσικά και στο θέμα που αφορά τις δεσμευτικές νομικές εγγυήσεις για τη μη εγκατάσταση αντίστοιχων συστημάτων σε άμεση εγγύτητα με τα σύνορά μας», δήλωσε σήμερα ο ρώσος υφυπουργός εξωτερικών, Σεργκέι Ριαμπκόφ.
«Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία»
Ο Ριαμπκόφ είπε ότι δεν υπάρχει βεβαιότητα για το ότι οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ θα κάνουν υποχωρήσεις στα ζητήματα των εγγυήσεων ασφαλείας και δεν βλέπει λόγο να οργανωθεί νέος γύρος συνομιλιών στο εγγύς μέλλον για τις εγγυήσεις ασφαλείας, καθώς, όπως είπε, ο διάλογος οδηγήθηκε σε αδιέξοδο.
«Σε κάποιο βαθμό είναι αδιέξοδο ή διαφορά προσεγγίσεων… Δεν βλέπω τον λόγο, τις επόμενες μέρες, να συναντηθούμε και πάλι και ν’ αρχίσουμε τις ίδιες συζητήσεις», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Ριαμπκόφ.
Ωστόσο επανέλαβε ότι «ο διάλογος δεν σταματάει: συνεχίζεται σε διάφορα επίπεδα και σε διάφορες κατευθύνσεις».
Απαντώντας στο ερώτημα αν η Μόσχα ελπίζει ότι οι ΗΠΑ και οι εταίροι τους στο ΝΑΤΟ θα προβούν σε κάποιες υποχωρήσεις, ο Ριαμπκόφ απάντησε λέγοντας ότι «η ελπίδα πεθαίνει τελευταία».
«Ανεπιτυχείς» οι συνομιλίες Ρωσίας-ΝΑΤΟ
Αναφερόμενος στο ζήτημα της Ουκρανίας, ο Ριαμπκόφ είπε ότι οι Ρώσοι στρατιωτικοί ειδικοί προτείνουν στον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν επιλογές για την περίπτωση που η κατάσταση γύρω από την Ουκρανία επιδεινωθεί, αλλά τόνισε ότι πρέπει να δοθεί μια ευκαιρία στη διπλωματία.
Το Κρεμλίνο έκανε νωρίτερα μια ζοφερή αποτίμηση των συνομιλιών της Ρωσίας για την ασφάλεια με τις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ αυτή την εβδομάδα, χαρακτηρίζοντάς τες «ανεπιτυχείς» και επισημαίνοντας ότι υπήρχαν διαφωνίες σε θεμελιώδη ζητήματα.
Παράλληλα, ο εκπρόσωπος του ρώσου προέδρου, Ντμίτρι Πεσκόφ, προειδοποίησε ότι τυχόν επιβολή κυρώσεων από τις ΗΠΑ στο πρόσωπο του ίδιου του προέδρου, Βλαντίμιρ Πούτιν, θα ισοδυναμούσε με διακοπή των σχέσεων των δύο χωρών, σημειώνοντας ότι «είναι ένα μέτρο που ξεπερνά το όριο».
Αφορμή για την αυστηρή αυτή προειδοποίηση αποτέλεσε νομοσχέδιο που παρουσίασαν την Τετάρτη Δημοκρατικοί Γερουσιαστές στις ΗΠΑ, με τη στήριξη του Λευκού Οίκου. Στο νομοσχέδιο περιλαμβάνεται πρόβλεψη για επιβολή κυρώσεων σε ρώσους ανώτερους κυβερνητικούς αξιωματούχους, μεταξύ των οποίων και ο Πούτιν, σε περίπτωση εισβολής στην Ουκρανία.
«Μεγαλύτερος κίνδυνος για την ειρήνη εδώ και 30 χρόνια»
Στο μεταξύ ο απεσταλμένος της Ρωσίας στον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) πρέσβης Αλεξάντρ Λουκασέβιτς κατά τη διάρκεια συνάντησης του ΟΑΣΕ, δήλωσε με ανάρτησή του στο Twitter ότι η Ρωσία θα δράσει για να υπερασπιστεί την εθνική της ασφάλεια, εάν δεν λάβει «εποικοδομητική απάντηση» από τη Δύση στα αιτήματά της για την ασφάλεια.
Ακόμη, προειδοποίησε ότι «θα μπορούσε να προκύψει μια κρίση στην ήπειρο με απρόβλεπτες επιπτώσεις για την ευρωπαϊκή ασφάλεια».
Από την πλευρά του, ο υπουργός εξωτερικών Ζμπίγκνιου Ράου, προειδοποίησε την Ευρώπη ότι αντιμετωπίζει τη μεγαλύτερη απειλή για την ειρήνη εδώ και 30 χρόνια.
Μιλώντας σε δημοσιογράφους σημείωσε ότι «δεν πιστεύει πως θα υπάρξει άμεσα κάποια λύση» στις συνομιλίες για την ευρωπαϊκή ασφάλεια του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη, αλλά δεσμεύτηκε πως θα φροντίσει για την έναρξη σημαντικού διαλόγου.
«Φαίνεται ότι ο κίνδυνος πολέμου στην περιοχή του ΟΑΣΕ είναι αυτή τη στιγμή μεγαλύτερος από κάθε άλλη φορά τα τελευταία 30 χρόνια», τόνισε στο πλαίσιο των συνομιλιών. «Εδώ και αρκετές εβδομάδες αντιμετωπίζουμε την προοπτική μιας σημαντικής στρατιωτικής κλιμάκωσης στην ανατολική Ευρώπη».
Κίνδυνοι και διαπραγματευτικά χαρτιά
Μιλώντας την Τρίτη στο CNBC, ο Μαξιμίλιαν Χες, ερευνητής στο Ερευνητικό Ινστιτούτο Εξωτερικής Πολιτικής παρατήρησε ότι «η Ρωσία δεν επιθυμεί απλώς να αποτρέψει την ένταξη της Ουκρανίας στη συμμαχία – πράγμα που επιδιώκει από το 2008 – αλλά και να την απομακρύνει από τη δυτική σφαίρα επιρροής, προς την οποία μετακινήθηκε μετά την Ουκρανική Επανάσταση του 2014».
«Η ένταξη στο ΝΑΤΟ έχει ειδικό συμβολικό βάρος, όμως η Ρωσία δεν θα μπορούσε να δεχτεί ούτε και μια κατάσταση στο πλαίσιο της οποίας η Δύση επεκτείνει σημαντικά τη στρατιωτική υποστήριξη που προσφέρει στην Ουκρανία».
Επιπλέον, σημείωσε ότι πιστεύει πως η Ρωσία «είναι προετοιμασμένη να κηρύξει πόλεμο, όμως δεν πιστεύω ότι το Κρεμλίνο θα επιθυμούσε έναν πόλεμο που να ξεπερνά κατά πολύ τα σημερινά μέτωπα. Ο κίνδυνος να αντιμετωπίσει μια παρατεταμένη αντάρτικη αντίσταση θα ήταν εξαιρετικά υψηλός, ιδιαιτέρως στην περίπτωση που θα προχωρούσε πέραν του Ντόνετσκ και του Λούκανσκ Όμπλαστς».
Ωστόσο, υπογράμμισε ότι η Ρωσία έχει ανάγκη από τη διατήρηση μιας «πιστευτής απειλής εισβολής», προκειμένου να κρατήσει τις ΗΠΑ στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
«Ο κίνδυνος μιας νέας ή διευρυμένης ρωσικής εισβολής – φυσικά, η Ουκρανία ήδη αντιμετωπίζει τη συνεχιζόμενη εισβολή και την κατοχή δι’ αντιπροσώπων τμημάτων του Ντόνετσκ και του Λούχανσκ – ποτέ δεν πήρε τέλος στη διάρκεια των τελευταίων οκτώ ετών, και είναι απίθανο κάτι τέτοιο να συμβεί μετά τις συγκεκριμένες διαπραγματεύσεις. Και αυτό γιατί η διατήρηση της ικανότητας περιορισμού των δυνητικών επιτυχιών της Ουκρανίας για τη μακροπρόθεσμη επιβίωση του Κρεμλίνου».
Περισσότερο ΝΑΤΟ θέλει η Εσθονία
Μιλώντας στο Politico, μετά τις συνομιλίες του με τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ την Πέμπτη, ο πρόεδρος της Εσθονίας, Αλάρ Καρίς, δήλωσε ότι το ΝΑΤΟ θα πρέπει άμεσα να αυξήσει την παρουσία του στη χώρα του, εξαιτίας της κλιμάκωσης των εντάσεων Ρωσίας-Ουκρανίας.
«Θέλουμε περισσότερα στρατεύματα του ΝΑΤΟ στην Εσθονία», δήλωσε ο Κάρις, χαιρετίζοντας παράλληλα την απόφαση της Δανίας να αυξήσει τη στρατιωτική της παρουσία στη Λιθουανία.
«Χρειαζόμαστε μια ισχυρή παρουσία για να βεβαιωθούμε ότι δεν θα μας επιτεθούν», υποστήριξε ο πρόεδρος της χώρας της Βαλτικής, που όπως και η Λιθουανία και η Ουκρανία, αποτελούσε κάποτε τμήμα της Σοβιετικής Ένωσης. «Τους θέλουμε μόνο για λόγους άμυνας».
«Ποτέ δεν ξέρεις»
Όταν ερωτήθηκε για το κατά πόσον φοβάται το ενδεχόμενο εισβολής της Μόσχας στη χώρα του, ο Καρίς εμφανίστηκε επιφυλακτικός: «Ποτέ δεν ξέρεις. Αν εξετάσετε την ιστορία, θα δείτε ότι είναι γεμάτη εκπλήξεις. Κάθε φορά που αναδύεται μια τέτοια κατάσταση, όπως αυτή στην Ουκρανία, επιστρέφουν και αυτά τα ερωτήματα».
Από την προσάρτηση της Κριμαίας και έπειτα, στρατιώτες του ΝΑΤΟ έχουν τοποθετηθεί στη Λιθουανία, τη Λετονία και την Εσθονία, όπως επίσης και στην Πολωνία, με καθεμιά από τις παραπάνω χώρες να «φιλοξενεί» περίπου 1.000 στρατιώτες.
Η Μόσχα έχει απαιτήσει τη μείωση της παρουσίας του ΝΑΤΟ στα ανατολικά σύνορα της Ευρώπης, ενώ έχει απαιτήσει και εγγυήσεις ότι η Ουκρανία και η Γεωργία δεν θα ενταχθούν ποτέ στη Βορειοατλαντική Συμμαχία.
Ο Στόλτενμπεργκ δήλωσε την Τετάρτη ότι σε περίπτωση που η Ρωσία προχωρήσει σε εισβολή στην Ουκρανία, το ΝΑΤΟ δεν θα διστάσει να αυξήσει τις άμυνές του στην περιοχή.
«Αν η Ρωσία χρησιμοποιήσει εκ νέου βία κατά της Ουκρανίας και προχωρήσει σε περαιτέρω εισβολή, τότε θα πρέπει να εξετάσουμε σοβαρά το ενδεχόμενο επιπλέον αύξησης της παρουσίας μας στο ανατολικό τμήμα της συμμαχίας», σημείωσε.
Συνεχιζόμενος πόλεμος
Η Ρωσία έχει διαψεύσει ότι προτίθεται να εισβάλλει στην Ουκρανία, όμως στα ανατολικά της χώρας η φωτιά συνεχίζει να καίει. Από το 2014, μετά και την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, πάνω από 13.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί σε αυτόν τον – εν πολλοίς αθόρυβο – πόλεμο. Η Ρωσία αρνείται την οποιαδήποτε εμπλοκή της σε αυτόν, αποκαλώντας τον «εσωτερική» σύγκρουση της Ουκρανίας, ενώ η ειρηνευτική συμφωνία του Μινσκ δεν κατόρθωσε να δώσει τέλος στην κρίση και να επαναφέρει την ανατολική Ουκρανία στον έλεγχο του Κιέβου.
Τα τελευταία χρόνια, πάντως, η Ρωσία εκδίδει διαβατήρια στους κατοίκους της περιοχής, επιτρέποντάς τους ακόμη και να ψηφίσουν στις ρωσικές εκλογές.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ, CNBC, Politico, Washington Post, Guardian