Οι επίσημες στατιστικές αποτελούν δημόσιο αγαθό απαραίτητο στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στις σύγχρονες δημοκρατίες. Εξίσου σημαντική, ωστόσο, είναι και η διαδικασία αναθεωρήσεων των επισήμων στατιστικών: Οι αναθεωρήσεις προβλέπονται ρητά από τον ευρωπαϊκό κανονισμό και λαμβάνουν χώρα σε γνωστά, στους χρήστες, προκαθορισμένα χρονικά διαστήματα.
Οπως είναι αναμενόμενο, οι αναθεωρήσεις δεν είναι πάντα ευπρόσδεκτες στους ασκούντες πολιτική αλλά ούτε και σε όσους χρήστες βασίζονται στις στατιστικές προκειμένου να προβούν σε μεσοπρόθεσμο σχεδιασμό, καθώς κάποιες φορές, ειδικά σε περιόδους εκτάκτων γεγονότων όπως η πανδημία, η ενσωμάτωση νέων δεδομένων οδηγεί σε σημαντικές αναθεωρήσεις που αναπόφευκτα επηρεάζουν τους αρχικούς σχεδιασμούς τους. Ούτε, φυσικά, είναι επιθυμητές σε εμάς τους στατιστικούς καθώς οι σημαντικές αναθεωρήσεις μας φέρνουν στην αντιδημοφιλή θέση να επικοινωνήσουμε στους χρήστες τους λόγους για τους οποίους προβήκαμε σε αυτές τις αναθεωρήσεις, που συχνά περιλαμβάνουν τεχνικά επιχειρήματα που δεν είναι πάντα εύκολο να τύχουν ευρείας επικοινωνίας και κατανόησης.
Οι ασκούντες πολιτική επιθυμούν ταχείες, ακριβείς αλλά και διαχρονικά παγιωμένες εκτιμήσεις των οικονομικών μεγεθών, συχνά παραβλέποντας την ανταλλακτική σχέση (trade-off) που νομοτελειακά συνδέει αυτές τις ιδιότητες, καθώς μια γρήγορη εκτίμηση εκ των πραγμάτων ενσωματώνει μόνο τα δεδομένα που είναι διαθέσιμα έως τη στιγμή που γίνεται. Ωστόσο στη συνέχεια, περισσότερη πληροφορία σταδιακά καθίσταται διαθέσιμη και επομένως επηρεάζει την αρχική εκτίμηση αυξάνοντας τη μεταβλητότητά της.
Ομως, η πηγή των, κάποιες φορές σημαντικών, αναθεωρήσεων δεν είναι πάντα και μόνο η μη έγκαιρη/μη τακτική διαθεσιμότητα σημαντικών, για την ακρίβεια της τελικής εκτίμησης, μεγεθών (όπως αποτελούν, π.χ., για την εκτίμηση του τριμηνιαίου ΑΕΠ από την «πλευρά της παραγωγής», τα στοιχεία φορολογικών εσόδων σε δεδουλευμένη βάση): Η πανδημία και η διαχείρισή της ενδέχεται να προκαλέσει (σε όλο τον κόσμο, ομολογουμένως) στρεβλώσεις στην ομαλή λειτουργία της «αλυσίδας εφοδιασμού» της παραγωγής των οικονομικών στατιστικών με πρωτογενή δεδομένα από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς και επιχειρήσεις και άρα, αναπόφευκτα, στην έγκαιρη ενσωμάτωση πληροφορίας κρίσιμης για την εκτίμηση βασικών δεικτών της οικονομίας, όπως το ΑΕΠ, το δημοσιονομικό ισοζύγιο, το εξωτερικό ισοζύγιο, οι στατιστικές απασχόλησης και ανεργίας, οι στατιστικές επιχειρήσεων.
Ειδικά για την εκτίμηση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) κατά την τρέχουσα περίοδο, οι κυριότεροι λόγοι που επηρεάζουν το εύρος των αναθεωρήσεων είναι οι εξής:
1 Ο ανασχεδιασμός του χρονικού προφίλ της απόδοσης φόρων στο κράτος από επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια του έτους, λόγω της εύλογης έκτακτης θεσμοθέτησης παροχής διευκολύνσεων πληρωμής με σκοπό τη μερική απορρόφηση των επιπτώσεων της πανδημίας. Τα φορολογικά έσοδα εισπράττονται σε ύστερους χρόνους από αυτούς που αντιστοιχούν στην οικονομική δραστηριότητα που τα δημιούργησε, και επομένως από πλευράς στατιστικής, πρέπει εκ των υστέρων να ανακατανεμηθούν αναδρομικά στους μήνες που αντιστοιχούν.
2 Οι πολιτικές αποφάσεις για το κλείσιμο επιχειρήσεων (ή ολόκληρων κλάδων) με κρατική εντολή έχει αλλάξει σημαντικά τη δημογραφία των επιχειρήσεων και έχει οδηγήσει πολλές επιχειρήσεις σε επαναπροσανατολισμό δραστηριότητας, ακόμα και σε αλλαγή κλάδου προκειμένου να επιβιώσουν.
3 Η ίδια η πανδημία, που επηρεάζει προς διαφορετική κατεύθυνση τον κύκλο εργασιών επιχειρήσεων διαφορετικών κλάδων (στην συντριπτική τους πλειοψηφία, αρνητικά, αλλά κάποιες φορές και θετικά, όπως ο κλάδος των τροφίμων).
4 Το γεγονός ότι οι διάφοροι κλάδοι οικονομικής δραστηριότητας που συνθέτουν το ΑΕΠ εγγενώς διαφέρουν σημαντικά ακόμα και ως προς την ταχύτητα επαναφοράς (rebound) τους (εάν, φυσικά, αυτό συμβεί) στα προ κρίσης επίπεδα ή/και της εξισορρόπησής τους σε νέα επίπεδα κύκλου εργασιών, χαμηλότερα ή υψηλότερα από τα προ πανδημίας επίπεδα.
5 Από πλευράς στατιστικής αντιμετώπισης παραμένει ζητούμενο το εάν μια πτώση του κύκλου εργασιών ενός κλάδου θα θεωρηθεί μόνιμη αλλαγή τάσης ή επιπέδου οικονομικής δραστηριότητας («level shift») ή απλά μία ακραία τιμή μεμονωμένη (additive outlier) ή με μικρή περίοδο απόσβεσης (transitory change). Αυτός είναι ένας χαρακτηρισμός τον οποίο αναγκαστικά υιοθετεί προσωρινά ο στατιστικός, χαρακτηρισμός όμως που ενδέχεται να πρέπει να αναθεωρηθεί σε επόμενη περίοδο με βάση τυχόν νέα δεδομένα (π.χ., εμφάνιση επιπλέον ακραίων τιμών).
Η Ελληνική Στατιστική Αρχή έχει το προνόμιο να μπορεί τα τελευταία χρόνια να χρησιμοποιεί απογραφικού τύπου / διοικητικά δεδομένα για την καταγραφή τόσο της δραστηριότητας του (ευρέως εννοούμενου) κράτους και τη συμμετοχή του στο ΑΕΠ όσο και της δραστηριότητας των επιχειρήσεων. Αυτό έχει ως συνέπεια, ιδίως από το 2019 και έπειτα που επικαιροποιήθηκε το στατιστικό μητρώο επιχειρήσεων της ΕΛΣΤΑΤ σύμφωνα με τα πιο υψηλά διεθνή πρότυπα ποιότητας, την πολύ συνεπέστερη και ακριβέστερη διαχρονική αντιστοίχιση και αποτύπωση στους εθνικούς λογαριασμούς της οικονομικής δραστηριότητας σε επίπεδο κλάδου και οδήγησε πολύ πρόσφατα στη σημαντική επιτυχία της άρσης επιφυλάξεων της Eurostat που βρισκόταν σε ισχύ από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας.
Την ίδια στιγμή, λόγω των προαναφερθέντων, ο βαθμός πολυπλοκότητας της κατάρτισης των επίσημων στατιστικών έχει αυξηθεί σημαντικά και καθιστά πλέον πρόκληση την ανταπόκριση των Στατιστικών Υπηρεσιών στις αυξημένες ανάγκες των χρηστών. Ευελπιστούμε ότι τόσο οι σημαντικές επιστημονικές και οργανωτικές καινοτομίες που έλαβαν χώρα στην ΕΛΣΤΑΤ τα τελευταία χρόνια όσο και η σημαντική παρακαταθήκη του πλούτου δεδομένων από την πρώτη ψηφιακή Απογραφή πληθυσμού που βαίνει αισίως προς ολοκλήρωση, θα συμβάλλουν στη δυνατότητα λήψης τεκμηριωμένων και χρήσιμων για τη χώρα αποφάσεων.
Ο κ. Αθανάσιος Κων. Θανόπουλος είναι πρόεδρος της ΕΛΣΤΑΤ.