Στο κατώφλι του 2022, βρισκόμαστε ακόμα σε μια περίοδο διαρκών, παράλληλων κρίσεων, που καλούμαστε να διαχειριστούμε. Η πανδημία συνεχίζει να προκαλεί οδυνηρές απώλειες σε ανθρώπινες ζωές και, παρά την πρόοδο, παραμένει απειλητική.

Οι δυσκολίες στην εφοδιαστική αλυσίδα και η παγκόσμια ανισορροπία προσφοράς και ζήτησης τροφοδοτούν μια προσωρινή(;) έξαρση πληθωριστικών πιέσεων. Το πρόβλημα διογκώνεται ακόμα περισσότερο από το αυξανόμενο κόστος της ενέργειας, που έχει εξελιχθεί σε οξεία κρίση τόσο για τους πολίτες όσο και για τις επιχειρήσεις. Σ’ αυτό το αβέβαιο, αλλά και εξαιρετικά ανταγωνιστικό, περιβάλλον καλούμαστε να ισορροπήσουμε και να προετοιμαστούμε, όχι μόνο για τους επόμενους δύσκολους μήνες του χειμώνα, αλλά συνολικά για το μέλλον.

Οπως συμβαίνει κατά τη διάρκεια κάθε περιόδου που χαρακτηρίζεται από ευμετάβλητες συνθήκες, τα θέματα της καθημερινότητας μας πιέζουν και αποκτούν κυρίαρχη θέση στις σκέψεις και στον σχεδιασμό μας. Ομως, σήμερα δεν έχουμε την πολυτέλεια να περιμένουμε να λυθούν τρέχοντα, όσο πιεστικά και αν είναι, για να προετοιμάσουμε το μέλλον. Πρέπει να κάνουμε και τα δύο ταυτόχρονα.

Πρόκειται αναμφίβολα για μια δύσκολη άσκηση.

Στην ενέργεια για παράδειγμα, όπου εύλογα η Πολιτεία έσπευσε πρώτα να στηρίξει τα νοικοκυριά και τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, είναι ιδιαίτερα κρίσιμο να στηριχθούν παράλληλα και οι επιχειρήσεις τόσο για τους επόμενους μήνες, για την εξασφάλιση ενέργειας σε ανταγωνιστικές τιμές, όσο και μακροπρόθεσμα, δηλαδή στα κρίσιμα χρόνια της ενεργειακής μετάβασης, που ακολουθούν, με δεδομένη την κλιματική φιλοδοξία της Ευρώπης.

Στο ευρύτερο πεδίο των μεταρρυθμίσεων, επίσης, όπου έχουν γίνει ορισμένα σημαντικά βήματα, εξακολουθούν να βρίσκονται σε εκκρεμότητα από το παρελθόν πολλά θέματα, που είναι ιδιαίτερα κρίσιμα για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας και για τη δημιουργία ενός σταθερά φιλικού για τις επενδύσεις περιβάλλοντος (πχ. αδειοδότηση, ρυθμιστικό πλαίσιο, απονομή δικαιοσύνης, εκπαίδευση, λειτουργία δημόσιας διοίκησης, κ.λπ.).

Ολα τα παραπάνω αποτελούν σημαντικές προκλήσεις, όμως εφόσον ανταποκριθούμε σ’ αυτές αποτελεσματικά και γρήγορα, έχουμε κάθε λόγο να αισιοδοξούμε για την πορεία της χώρας και της οικονομίας μας τα επόμενα χρόνια.

Η πανδημία αφύπνισε ψηφιακά την κοινωνία μας και επιτάχυνε τις αλλαγές που βελτιώνουν τη λειτουργία του κράτους και της οικονομίας. Το παραγωγικό μοντέλο της χώρας έχει αρχίσει δειλά να αλλάζει και παρατηρούμε μια σταδιακή μετατόπισή του από την κατανάλωση στις εξαγωγές και τη διεθνή ανταγωνιστικότητα.

Βλέπουμε όλο και περισσότερες επενδυτικές πρωτοβουλίες μεγάλων διεθνών επιχειρήσεων, ενώ η ανθεκτικότητα της βιομηχανίας μέσα στην οικονομική και στην υγειονομική κρίση, όπως και του τεχνολογικού κλάδου και του οικοσυστήματος καινοτομίας, που γνωρίζει πρωτοφανή άνθηση για τα ελληνικά δεδομένα, δείχνουν ξεκάθαρα προς τα πού οφείλουμε να εστιάσουμε.

Ομως, για να διαβούμε το κατώφλι της δυναμικής ανάπτυξης με διατηρήσιμη οικονομική και κοινωνική ευημερία, χρειάζεται εντατικοποίηση της προσπάθειας.

Χρειάζεται, επίσης, να χτίσουμε επάνω στην κοινή πια αντίληψη που διαμορφώνεται στην κοινωνία για τον θετικό ρόλο των επιχειρήσεων στην πορεία προόδου της χώρας και της βελτίωσης της ζωής των ανθρώπων, ώστε να ενισχύσουμε και την προσαρμοστικότητα και την ανθεκτικότητα της οικονομίας.

Σε αυτή τη λογική εντάσσονται και οι προτεραιότητες που έχει θέσει ο ΣΕΒ. Δουλεύουμε συστηματικά, δίνοντας έμφαση στην ανάπτυξη και την εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού, στην ενίσχυση της ικανότητας της οικονομίας μας να καινοτομεί, στην ψηφιακή προσαρμογή, στην πράσινη μετάβαση των επιχειρήσεων, αλλά και στη δημιουργία μιας διεθνώς ανταγωνιστικής βιομηχανίας.

Φιλοδοξούμε να εκπροσωπούμε την ενσυνείδητη επιχειρηματικότητα, που επενδύει στην εταιρική διακυβέρνηση, στη διαφάνεια, στην καινοτομία, στους εργαζομένους της και που θέλει να έρθει ακόμα πιο κοντά στην κοινωνία, χτίζοντας σχέσεις εμπιστοσύνης.

Αξιοποιώντας τις εμπειρίες των χρόνων της οικονομικής κρίσης και της πανδημίας, σήμερα πιο ώριμοι, επιχειρήσεις και κοινωνία, έχουμε μπροστά μας την ευκαιρία να χαράξουμε μια συλλογική πορεία, για μια παραγωγική, κοινωνικά και οικονομικά ισχυρή Ελλάδα, με ανοικτούς ορίζοντες, που αναπτύσσεται και δημιουργεί ευκαιρίες για την κοινωνία του σήμερα και του αύριο, βάζοντας σε πρώτη προτεραιότητα τη νέα γενιά. Και έτσι να δημιουργήσουμε μια σπουδαία παρακαταθήκη για το μέλλον.

O κ. Αλέξανδρος Χατζόπουλος είναι γενικός διευθυντής του ΣΕΒ.