Πολλές φορές το παρελθόν, η Ιστορία, δίνει μαθήματα για το μέλλον. Οπως έχει ειπωθεί από τον Liaguat Ahemed, «το Κραχ του 1930 δεν προήλθε από τις υπερβολές του καπιταλισμού, αλλά ήταν αποτέλεσμα θανάσιμων κυβερνητικών λαθών». Με τη φράση αυτή ως πυξίδα μπορεί κανείς να χαράξει στρατηγική και για την οικονομία και την πολιτική του 2022, αρκεί να δει τα δικά του λάθη του παρελθόντος για να αποφύγει παρόμοια στο μέλλον.
Αναπόφευκτα, η στρατηγική για το 2022 πρέπει να έχει στον πυρήνα της, για να αποφευχθούν δυσάρεστες εξελίξεις, τα όσα έγιναν στο παρελθόν την προ μνημονίου περίοδο και βέβαια κατά τη διάρκεια της πορείας στον μνημονιακό λαβύρινθο.
Η κρίση που βίωσε η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια δεν ήταν μόνο οικονομική αλλά και πολιτική και κατ’ επέκταση κρίση ηγεσίας και αυτό πρέπει να εξεταστεί και αναλυθεί από πολλές πλευρές. Πέρα από τις οικονομικές λύσεις που προωθήθηκαν από τα μνημόνια, οδηγός εξόδου από την κρίση είναι η αλλαγή νοοτροπίας, η ενίσχυση της ομαδικότητας και η αναζήτηση μιας αυθεντικής ηγεσίας που θα καλλιεργήσει το όραμα και θα πείσει τους πολίτες της χώρας να ακολουθήσουν.
Σε εποχές τεταμένες και απρόβλεπτες, όπως η σημερινή, κάτι που φάνηκε και με την COVID-19, απαιτείται μια εμπνευσμένη ηγεσία που θα δίνει έμφαση στην ειλικρίνεια, θα διαθέτει υψηλά ηθικά αποθέματα, θα αντέχει στις προκλήσεις, θα επιζητεί την αυτοκριτική και θα δέχεται την κριτική αδιαμαρτύρητα, θα έχει μεγάλο δείκτη αυτογνωσίας, θα επενδύει στο ανθρώπινο δυναμικό και θα σέβεται την κοινωνία.
Ο ηγέτης του 21ου αιώνα οφείλει να απεγκλωβιστεί από τις υφιστάμενες θεωρητικές νόρμες της διοικητικής και πολιτικής επιστήμης και να είναι πιο ανθρώπινος, πιο διαισθητικός, αυθεντικός, ανταποδοτικός, συνεργάσιμος, επικοινωνιακός, γεφυροποιός και ηθικός, αλλά και να διαθέτει στοιχεία ενσυναίσθησης σε συνδυασμό με αυστηρότητα.
Η αναφορά επικεντρώνεται σε μια πεφωτισμένη ηγεσία που θα πρέπει να συνδυάζει πάρα πολλά στοιχεία της λεγόμενης συναισθηματικής ευφυΐας.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, το έλλειμμα ηγεσίας ήταν εμφανές και αποτέλεσε τον πιο καθοριστικό παράγοντα για να καταρρεύσει το σύστημα την περασμένη δεκαετία. Και αυτό διότι η ουσιαστική πτώχευση της οικονομίας το 2010 προήλθε κυρίως από τη χρεοκοπία της διακυβέρνησης της χώρας και την έλλειψη ηγεσίας.
Η ελληνική κρίση και ειδικά η έλευση των μνημονίων έφερε στην επιφάνεια το πρόβλημα της ηγεσίας στην Ελλάδα με τον πιο εμφαντικό τρόπο. Πάρα πολλοί ειδικοί εστίασαν ιδιαίτερα στο έλλειμμα ηγεσίας που το θεωρούσαν ιδιαίτερα σημαντικό, εκτός από το δημοσιονομικό. Ως εκ τούτου, το πρόβλημα της χώρας ήταν και είναι και πολιτικό εκτός από οικονομικό.
Στην περίπτωση της ελληνικής κρίσης και στο σύνολο της διαχείρισής της έγιναν πάρα πολλά σφάλματα και η πιο χαρακτηριστική κατατοπιστική εξήγηση δόθηκε από την Αννα Διαμαντοπούλου, τότε υπουργό και μέλος της κυβέρνησης Γιώργου Παπανδρέου που υπέγραψε το πρώτο μνημόνιο. Τέτοια εποχή, πριν από 10 χρόνια, μιλώντας στο Πανεπιστήμιο Harvard ως Fisher Family Fellow αναφέρθηκε στο τι διδάχθηκε από την ελληνική κρίση:
l Οφείλει κανείς να δρα άμεσα.
l Η εφαρμογή των πιο σκληρών μέτρων γίνεται από την αρχή της κρίσης.
l Πρέπει να πιστεύεις και να στηρίζεις δημόσια τις αποφάσεις που λαμβάνονται, αν θέλεις και οι άλλοι να πιστέψουν στο σχέδιό σου και να το στηρίξουν.
l Κάθε δημόσια δράση χρειάζεται λαϊκή υποστήριξη. Πρέπει κάθε στόχος, όσο δύσκολος και να είναι, να εμπνέει εθνική υπερηφάνεια και να είναι κοινωνικά δίκαιος.
Σε εποχές όπως η τωρινή ο ηγέτης θα πρέπει να κινείται με τόλμη και σύνεση ενώπιον των αποφάσεων που θα κληθεί να λάβει, να έχει εικόνα του χρονικού σημείου αλλά και του τρόπου που θα κάνει εξαιρέσεις στους κανόνες, καθώς και πώς και σε ποιον χρόνο θα αυτοσχεδιάσει και θα ακούει τις απόψεις όλων.
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες οι αρχές της πολιτικής επιστήμης υποχώρησαν και η νέα γενιά πολιτικών προσέφυγε σε μεθόδους του μάνατζμεντ, όπως η τεχνική της πειθούς, των επιχειρηματικών στρατηγικών, και στις αρχές και θεωρίες των γκουρού του μάνατζμεντ.
Στην παρούσα φάση η ηγεσία δεν μπορεί να υπάρξει μόνη της χωρίς κοινωνική συμμετοχή και στήριξη και το ξεπέρασμα μιας κρίσης δεν αποτελεί στόχο μόνο μιας ηγεσίας, πεφωτισμένης ή μη, αλλά είναι ζήτημα συλλογικής αυτογνωσίας και κοινωνικής ευθύνης.
Η διαχείριση κρίσεων δύναται να αποτελέσει το βασικότερο όπλο των σύγχρονων εταιρειών, οργανισμών, κυβερνήσεων, δήμων, περιφερειών, κ.ά., ικανό να εξασφαλίσει την ύπαρξη, τη βιωσιμότητα αλλά και την ανάπτυξη του εκάστοτε οργανισμού, κυβέρνησης, εταιρείας κ.ά. ύστερα και από μια σοβαρή κρίση.
Ο πιο σημαντικός λόγος για τη δυσκολία διαχείρισης μιας κρίσης είναι η αδυναμία της εκάστοτε διοίκησης να προβλέψει τον κίνδυνο. Μόνο αν αναγνωρίσει η ηγεσία έναν κίνδυνο και τον παρακολουθήσει, θα καταφέρει να τον αντιμετωπίσει. Η διαχείριση κρίσης για τις επιχειρήσεις αποτελεί ό,τι και η πρόληψη για µια ασθένεια.
Η πρόληψη µιας ασθένειας θεωρείται η καλύτερη θεραπεία της. Είναι σηµαντικό να προσπαθεί ο κάθε οργανισµός, κυβέρνηση, εταιρεία, δήμος κ.ά. να µαθαίνουν από τις κρίσεις που πλήττουν τους ίδιους αλλά και τους γύρω τους, να εντοπίζουν τα λάθη και τις παραλείψεις και να προσπαθούν να βελτιωθούν.
Εξάλλου, είναι γνωστό ότι μια κρίση μπορεί να επηρεάσει σοβαρά έναν οργανισμό, εταιρεία, κυβέρνηση κ.ά., ενώ σε κάποιες περιπτώσεις να οδηγήσει και σε κατάρρευση αυτών.
Απλά μαθήματα ηγεσίας σε περιόδους κρίσης. Και όπως έλεγε ο μεγάλος κινέζος φιλόσοφος Λάο Τσε, «ο καλύτερος ηγέτης είναι εκείνος που οι άλλοι ίσα που καταλαβαίνουν την ύπαρξή του. Οταν η δουλειά τελειώσει και ο στόχος επιτευχθεί, θα πουν: το κάναμε μόνοι μας».