Η εισπνεόμενη μορφή του ρωσικού εμβολίου Sputnik κατά της COVID-19 θα είναι διαθέσιμη στην αγορά το πρώτο τρίμηνο του 2022 και θα είναι ιδιαιτέρως αποτελεσματική κατά της ιδιαίτερα μολυσματικής παραλλαγής Ομικρον του νέου κοροναϊού.
Προστασία και πρόληψη
Θα προσφέρει όχι μόνο προστασία από τη λοίμωξη αλλά και πρόληψη της εξάπλωσής της, ανακοίνωσε το ρωσικό Εθνικό Ερευνητικό Κέντρο Επιδημιολογίας και Μικροβιολογίας της Ρωσίας, που φέρει το όνομα του ακαδημαϊκού N. Γκαμαλέγια.
Τον Οκτώβριο, το υπουργείο Υγείας της Ρωσίας χορήγησε άδεια στο Κέντρο Γκαμαλέγια να διεξαγάγει τη 2η φάση κλινικών δοκιμών του εμβολίου με μορφή ρινικού σπρέι.
Σύμφωνα με τον διευθυντή του Κέντρου, τον Αλεξάντρ Γκίντσμπουργκ, το νέο εμβόλιο δεν αναιρεί την ανάγκη για τον εμβολιασμό ρουτίνας, αλλά θα γίνει συμπληρωματικό μέσο, το οποίο θα παρέχει ένα ακόμη εμπόδιο στην επέκταση της μόλυνσης.
Κατά τον διακεκριμένο ρώσο μικροβιολόγο, η εισπνεόμενη μορφή του εμβολίου προσφέρει τοπική ανοσία στον ρινοφάρυγγα και επιπλέον φραγμό για τον ιό καθώς προσπαθεί να εισέλθει στον ανθρώπινο οργανισμό.
Οι προκλινικές δοκιμές της νέας μορφής του εμβολίου ξεκίνησαν τον Απρίλιο και οι ως τώρα κλινικές δοκιμές εξελίσσονται χωρίς σοβαρές παρενέργειες για τους συμμετέχοντες, σύμφωνα με τις πληροφορίες του ρωσικού πρακτορείου ειδήσεων RIA Novosti.
Δοκιμή με… Πούτιν
Στην πρώτη φάση κλινικών δοκιμών συμμετείχαν, τουλάχιστον κατά δηλώσεις τους, γνωστοί πολιτικοί και προσωπικότητες της δημόσιας ζωής της Ρωσίας, ανάμεσά τους ο πρόεδρος της χώρας Βλαντίμιρ Πούτιν και η πρόεδρος της Ανω Βουλής Βαλεντίνα Ματβιένκο.
Οπως ανακοίνωσε ο ακαδημαϊκός Γκίντσμπουργκ, τη 15η Ιανουαρίου θα ξεκινήσει νέα φάση κλινικών δοκιμών, με την επιλογή ομάδων εθελοντών στους οποίους θα χορηγηθεί ταυτόχρονα.
Οι ομάδες θα συμπεριλαμβάνουν εμβολιασμένους και μη, ενώ το δυσκολότερο κατά την εκτίμηση των επιστημόνων είναι να βρεθούν ανεμβολίαστοι που δεν έχουν προσβληθεί μέχρι σήμερα από τον νέο κοροναϊό.
Περίπλοκη αποδεικνύεται επίσης κατά τους ειδικούς η δοκιμή της κλίμακας που έχει εκπονηθεί και έχει σκοπό να προσδιορίζει βάσει του επιπέδου αντισωμάτων το επίπεδο επαρκούς προστασίας από τον ιό.
Πηγή: ΑΠΕ