Κι όμως σ’ αυτή την κρίσιμη ώρα για όλους, οι πολιτικοί δεν τα βρίσκουν. Πολιτεύονται προσάπτοντας νεκρούς ο ένας στον άλλον. Και έτσι εξηγείται η αμεριμνησία αυτής της υποσελήνιας πατρίδας στα σκυλάδικα της Ιεράς οδού.

Αλλά «ότι αν είμαι στραβός, και η πατρίδα μου είναι καλά, με θρέφει. Αν είναι η πατρίδα μου αχαμνά, δέκα μάτια να ‘χω, στραβός θα να είμαι «.(*)

Έτυχε αυτές τις δύσκολες μέρες να διαβάζω έγκλειστος την ‘Εμιλυ Ντίκινσον στην μετάφραση του Χάρη Βλαβιανού, απο τις εκδόσεις Πατάκη.
Η Ντίκινσον, έγκλειστη και ασυμβίβαστη «είχε από νωρίς πάρει τις αποφάσεις της στο θέμα της θρησκείας,» όπως παρατηρεί στην Εισαγωγή του ο μεταφραστής, παραθέτοντας τρία χαρακτηριστικά ποιήματά της από τα οποία αντιγράφω, λόγω ακραίων συνθηκών, το τρίτο:

» Όσοι – πέθαναν τότε,
Γνώριζαν που έμελε
να πάνε –
Στου Θεού πήγαν το Χέρι
το Δεξί-
Το Χέρι αυτό είναι ακρωτηριασμένο τώρα
Και κάνεις δέν ξέρει
πού ο Θεός έχει χαθεί -»

Η Ντίκινσον, υπέστη τις συνέπειες : » πέθανε γιά την Ομορφιά και πριν ακόμη στο Μνήμα βολευτεί, στο πλαϊνό Δώμα, έφεραν κάποιον που γιά την Αλήθεια είχε πεθάνει «.
Δέν πιστεύω πως μεταξύ τους είχανε να πούνε και πολλά.

(*)Μακρυγιάννης.