Όλα κυλούσαν ομαλά στη μικρή εταιρεία Συμβούλων Επικοινωνίας και Δημοσίων Σχέσεων της Αναμπέλ Ρομπέρτς, με έδρα στο Παρίσι. Μέχρι που προέκυψε η πανδημία της COVID-19.
Προσαρμοζόμενη στα νέα δεδομένα, η μπουτίκ επιχείρηση στράφηκε στην παροχή υπηρεσιών μέσω διαδικτύου, επιχειρώντας μια μεγάλη ψηφιακή αναθεώρηση της στρατηγικής της.
Ενόσω όμως η Present Perfect βρισκόταν σε αυτή τη διαδικασία, στα αφτιά της Αναμπέλ άρχισαν να ηχούν τα πρώτα «καμπανάκια».
Ο πρώτος συναγερμός σήμανε με την ανακοίνωση του συζύγου της, δημοσιογράφου στο επάγγελμα, ότι είχε αποφασίσει να παραιτηθεί από τη δουλειά του, λόγω burnout. Το ίδιο συνέβη αμέσως μετά με πολλούς γνωστούς της, ακόμη και με πελάτες της, που γύρισαν «σελίδα».
Στη επιχείρησή της απασχολούνταν εν τω μεταξύ μόλις δέκα άτομα. «Και πάντα, όπως πολλές εταιρείες, προσπαθούσαμε να αποκτήσουμε το καλύτερο ταλέντο με τη χαμηλότερη δυνατή αμοιβή», παραδέχεται η Αναμπέλ.
Εάν κάποιο από αυτά αποχωρούσε, σκέφτηκε, θα ήταν μεγάλο πλήγμα, μεσούσης και της ψηφιακής μετάβασης της εταιρείας.
Σύντομα, «κυκλοφόρησαν φήμες ότι κάποιοι από αυτούς επρόκειτο να παραιτηθούν», ανέφερε στο Planet Money του NPR, του δημόσιου ραδιοφωνικού δικτύου των ΗΠΑ. «Πανικοβληθήκαμε εντελώς»…
«Των φρονίμων των παιδιά»
Χωρίς χρονοτριβή και με προνοητική διάθεση απέναντι στο φαινόμενο της «Μεγάλης Παραίτησης», που γιγαντωνόταν διεθνώς, η Αναμπέλ και η συνέταιρός της, Αλεξάντρα Σερλιέβ, εξέτασαν πιθανές λύσεις.
Η πρώτη σκέψη τους ήταν να δώσουν μισθολογικές αυξήσεις. Η διεθνής συγκυρία, ωστόσο, ήδη καταδείκνυε ότι αυτό δεν ήταν το μείζον θέμα της μεγάλης δυσαρέσκειας στις τάξεις των υπό παραίτηση εργαζομένων στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη.
Ούτε θα αποτελούσε το βασικό δέλεαρ -εκτίμησαν- συλλήβδην για το προσωπικό τους.
Τελικά, οι δύο συνέταιροι κατέστρωσαν ένα τολμηρό σχέδιο.
Θα έδιναν στους υπαλλήλους τους πλήρη ελευθερία να θέσουν οι ίδιοι τους όρους, με τους οποίους θα αισθάνονταν ευτυχισμένοι να δουλεύουν στην εταιρεία.
«Είπαμε σε όλους ότι μπορούν να ζητήσουν όποιο μισθό θέλουν, να επιλέξουν ωράριο και αντικείμενο εργασίας», δήλωσε η Αναμπέλ.
Κι έτσι, τους έδωσαν χρονικό περιθώριο λίγες εβδομάδες για να σκεφτούν σοβαρά τις απαντήσεις τους και να υποβάλουν τις απαιτήσεις τους μέχρι το τέλος του περασμένου καλοκαιριού.
Μαζί όμως με αυτές, έπρεπε να δεσμευτούν επίσης για το τι ακριβώς θα προσέφεραν με την απασχόλησή τους στην εταιρεία, σε απόδοση και σε κέρδη.
Όταν η Αναμπέλ και η συνέταιρός της κοινοποίησαν το σχέδιο στον λογιστή της Present-perfect, του σηκώθηκε η τρίχα. «Είναι η χειρότερη ιδέα που έχω ποτέ ακούσει», τους είπε, συμβουλεύοντές τες να το εγκαταλείψουν.
Λύση ή εξαίρεση;
Παρ’ όλα αυτά, η Αναμπέλ και η Αλεξάντρα προχώρησαν στο παράτολμο εγχείρημα-πείραμα, που θεωρητικά θα μπορούσε να τινάξει τη μικρή επιχείρησή τους στον «αέρα».
Η συνέχεια ήταν ανέλπιστη.
Οι αξιώσεις των περισσότερων υπαλλήλων δεν ήταν μισθολογικές αυξήσεις, αλλά δεσμεύσεις για διατήρηση των συνθηκών εργασίας που είχαν διαμορφωθεί εν μέσω πανδημίας, όπως π.χ. με εξ ολοκλήρου ή εν μέρει τηλεργασία.
Όπως ανέφερε η Αναμπέλ, μόνο ένα μέλος του προσωπικού -με κομβικό ρόλο στην ομάδα- ζήτησε μεγάλη μισθολογική αύξηση, που η μικρή εταιρεία αδυνατούσε να καλύψει.
Ακολούθησε ωστόσο διαπραγμάτευση. Και με καλή θέληση και από τις δύο πλευρές, βρέθηκε τελικά μια χρυσή τομή με μικρότερη αύξηση μισθού, μεγαλύτερη ευελιξία ως προς τον χώρο εργασίας και επιπλέον ημέρες διακοπών.
Όταν ολοκληρώθηκε η διαδικασία, κανείς υπάλληλος δεν έφυγε από την εταιρεία.
Ο δε θετικός αντίκτυπος στην επιχείρηση αιφνιδίασε ακόμη και το δίδυμο των συνιδρυτών της.
«Μεγάλη Παραίτηση» vs «Μεγάλης Διαπραγμάτευσης»
Τέσσερις μήνες μετά, «η απόδοση έχει πιάσει “ταβάνι”», υπογραμμίζει η Αναμπέλ.
«Νιώθω ότι πέτυχα με έναν σμπάρο δυο τρυγόνια, με τους υπαλλήλους να είναι σύμφωνοι με τις αλλαγές στην εταιρεία, υπεύθυνοι στα πόστα τους και ικανοποιημένοι με αυτό που κάνουν».
«Λένε ότι κανείς δεν εργάζεται τόσο σκληρά όσο ο ιδιοκτήτης. Όμως εγώ», παρατηρεί, «αισθάνομαι ότι πλέον συνεργάζομαι με ένα σωρό συνιδρυτές» της εταιρείας.
Η ευτυχής κατάληξη του εγχειρήματος πιθανόν να έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με το γεγονός ότι πρόκειται για μια μικρή εταιρεία, που δραστηριοποιείται στη Γαλλία του (θεωρητικά πια για τους περισσότερους εργαζόμενους) 35ωρου.
Σε κάθε περίπτωση, αποτελεί ένα αξιοσημείωτο κεφάλαιο στη «Μεγάλη Παραίτηση», που πολλοί αναλυτές χαρακτηρίζουν πια «Μεγάλη Επαναδιαπραγμάτευση», στην οποία οι εργαζόμενοι φαίνεται να διατηρούν -προς το παρόν τουλάχιστον- το «πάνω χέρι».