Ο επιχειρηματικός κόσμος αναμφισβήτητα είχε φοβηθεί τους νέους κομμουνιστές του κόμματος Unidas Podemos που ανέλαβαν υπουργικούς θώκους τον Ιανουάριο του 2020 στην κυβέρνηση συνασπισμού με αριστερό πρόσημο, με κυρίαρχο εταίρο το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (PSOE) και πρωθυπουργό τον Πέδρο Σάντσεθ. Μήπως θα καταργούσαν τη μoναρχία, για να καθιερώσουν την αβασίλευτη δημοκρατία και να εξορίσουν τον Χουάν Κάρλος στην Ελβετία; Μήπως δεν πιστεύουν στον Θεό, αλλά στον Μαρξ; Μήπως θα επέβαλαν δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Καταλονίας;
Αλλά ο μεγαλύτερος φόβος ήταν ότι οι υπουργοί του Unidas Podemos θα προκαλούσαν την κατάρρευση της ισπανικής οικονομίας. Ωστόσο, μέχρι στιγμής οι σχετικοί ενδοιασμοί δεν φαίνεται να επιβεβαιώνονται. Σύμφωνα με την Banca de España, την κεντρική τράπεζα της χώρας, ο δείκτης ανάπτυξης για το τρέχον έτος υπολογίζεται σε 4,5%, ενώ η ανεργία κυμαίνεται στο 14,5%, ποσοστό ιδιαίτερα χαμηλό για τα ισπανικά δεδομένα. Παρά τις επιπτώσεις της πανδημίας και μία ελάχιστα ικανοποιητική τουριστική σεζόν, η Ισπανία καταγράφει για μία ακόμη χρονιά πλεόνασμα στις εμπορικές συναλλαγές της, σύμφωνα με τα στοιχεία της στατιστικής υπηρεσίας (INE).
Η αναγκαστική συγκυβέρνηση με τους κομμουνιστές
Ο πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ δεν είχε άλλη επιλογή, παρά να αποδεχθεί τη συμμετοχή των κομμουνιστών στην κυβέρνηση. Άλλωστε πρόκειται μόνο για δύο υπουργούς, αλλά σε καίρια πόστα για το οικονομικό επιτελείο: η υπουργός Εργασίας Γιολάντα Ντίαζ και ο Αλμπέρτο Γκαρθόν που κατέχει το χαρτοφυλάκιο για την προστασία του καταναλωτή. Ως αντίβαρο, ωστόσο, ο Σάντσεθ φρόντισε να αναθέσει το υπουργείο Οικονομίας στην Νάντια Καλβίνιο, οικονομολόγο διεθνούς φήμης. Όσο για τον «άσπονδο φίλο» του Σάντσεθ στους παλαιούς Podemos, τον Πάμπλο Ιγκλέσιας, έχει αποχωρήσει ο ίδιος από τον Φεβρουάριο. Κατά συνέπεια, η 50χρονη Ντίαζ αποκτά πλέον τον απόλυτο έλεγχο του κόμματος.
Μία από τις ασυνήθιστες πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει η Ντίαζ κατά καιρούς, ίσως η πιο ασυνήθιστη, ήταν η ιδιωτική ακρόαση που της προσέφερε προόσφατα ο Πάπας Φραγκίσκος. Η ίδια λέει ότι είχε μαζί του μία συζήτηση για τις δύσκολες συνθήκες που βιώνει η εργατική τάξη της Ισπανίας. Η αντιπολίτευση αντέδρασε με καυστικά σχόλια, συν τοις άλλοις και γιατί η υπουργός Εργασίας χρησιμοποίησε κυβερνητικό αεροσκάφος για να προσέλθει στη συνάντηση με τον Ποντίφικα.
Η κομμουνιστική «επιρροή» στην οικονομία
Γεγονός είναι ότι χάριη στις πιέσεις που άσκησαν οι υπουργοί των Unidas Podemos, ο ελάχιστος μισθός στην Ισπανία αυξήθηκε αισθητά από τα 860 στα 1.125 ευρώ μεικτά μηνιαίως. Ακόμη και ο συντηρητικός οικονομολόγος Χαβιέ Μορίγιας Γκόμεθ, μέλος του διοικητικού συμβουλίου στο Ισπανικό Ελεγκτικό Συνέδριο, παραδέχεται ότι «προκαλεί έκπληξη» η εξέλιξη της οικονομίας και η προθυμία για διάλογο που επιδεικνύει η κυβέρνηση. Από την πλευρά του ο Χοσέ Μανουέλ Κοράλες, καθηγητής στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο (Universidad Europea), θεωρεί ότι η κομμουνιστική ιδεολογία ουσιαστικά δεν επηρεάζει τις αποφάσεις της κυβέρνησης Σάντσεθ στην οικονομική πολιτική, παρά τους ισχυρισμούς της αντιπολίτευσης, των ισπανικών ΜΜΕ, αλλά και των ίδιων των Unidas Podemos περί του αντιθέτου. «Η Ισπανία είχε πολύ έδαφος να καλύψει στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης, στην κατοχύρωση των δικαιωμάτων του εργαζόμενου και του καταναλωτή», επισημαίνει. «Ίσως γι αυτό πολλές από τις αλλαγές που τώρα υλοποιήθηκαν, θεωρούνται μαρξιστικές».
Συμπερασματικά, τονίζει ο καθηγητής Κοράλες, η Ισπανία κατάφερε να επιτύχει τους απαραίτητους συμβιβασμούς. Για να γίνει αυτό «ασφαλώς βοήθησαν ο τρόμος της πανδημίας, η κλιματική αλλαγή, η εμπειρία της ασταθούς διακυβέρνησης και της ισχνής πλειοψηφίας στην προηγούμενη κυβέρνηση συνασπισμού, αλλά και τα 140 δισεκατομμύρια ευρώ που εκταμιεύουν οι Βρυξέλλες». Σε αντίθεση με τη δημοσιονομική κρίση του 2012, αυτή τη φορά η Ισπανία έχει τη δυνατότητα να υλοποιήσει οικονομικές μεταρρυθμίσεις με ευρεία κοινωνική συναίνεση και όχι στην πλάτη των εργαζομένων.
Υποχωρούν τα ιδεολογικά στεγανά
Μέχρι πρότινος ο Αντόνιο Γκαραμέντι, επικεφαλής του Ισπανικού Συνδέσμου Εργοδοτών (CEOE) ήταν ένας από τους ακραιφνείς πολέμιους της αριστερής κυβέρνησης. Πολλές φορές αποχώρησε επιδεικτικά από το «τραπέζι του κοινωνικού διαλόγου» που είχε συγκαλέσει η υπουργός Εργασίας. Κι όμως, το περασμένο καλοκαίρι, ακόμη και ο Γκαραμέντι εκφράστηκε για πρώτη φορά με θετικά σχόλια για την απόφαση της κυβέρνησης να δώσει χάρη σε έγκλειστους Καταλανούς αυτονομιστές. Στη συνέχεια δέχθηκε σφοδρή κριτική από την αντιπολίτευση, αλλά η κυβέρνηση πήρε το μήνυμα και επανήλθε στην προσφορά για «κοινωνικό διάλογο».
Καρπός του διαλόγου ήταν το «σύμφωνο για την εκπαίδευση», ενώ τώρα ο Γκαραμέντι διαπραγματεύεται από κοινού με την υπουργό Εργασίας και τα συνδικάτα μία «μεταρρύθμιση» για την αγορά εργασίας. Η ίδια η υπουργός αποδέχεται πλέον την ευελιξία στις εργασιακές σχέσεις, αν και ήδη σήμερα η μία στις τέσσερις συμβάσεις που υπογράφονται στην Ισπανία είναι «ορισμένου χρόνου». Μία ακόμη υποχώρηση της Ντίαζ αφορά την αποζημίωση σε περίπτωση απόλυσης. Όπως συνέβαινε τα τελευταία χρόνια, όποιος χάνει τη δουλειά του αποζημιώνεται με ποσό που ισούται με ημερομίσθια 33 ημερών ανά έτος εργασίας και όχι 45 ημερών, όπως συνέβαινε προ κρίσης. Σε αντάλλαγμα γι αυτή την υποχώρηση η Ντίαζ ζητεί από τις επιχειρήσεις να επιδείξουν μεγαλύτερη προθυμία για μονιμοποίηση και επανεκπαίδευση των εργαζομένων.
Αλλαγές στην αγορά ακινήτων
Τέλος, οι Unidas Podemos επιχείρησαν να περιορίσουν την αυθαιρεσία στην αγορά ακινήτων με μία νέα νομοθεσία, η οποία προκάλεσε την έντονη αντίδραση της συντηρητικής αντιπολίτευσης, αν και στην πραγματικότητα δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να προσαρμόζει την ισπανική νομοθεσία στα όσα ισχύουν στην υπόλοιπη Ευρώπη. Για παράδειγμα η αριστερή κυβέρνηση της Μαδρίτης καθιέρωσε ένα είδος αντικειμενικών τιμών για τα ενοίκια, όπως αυτό που ισχύει στη Γερμανία (Mietspiegel), έτσι ώστε ο κάθε ενοικιαστής να μπορεί να ενημερώνεται για τον μέσο όρο των ενοικίων που ισχύουν σε κάθε πόλη και σε κάθε γειτονιά και να αποφασίζει αναλόγως τις επόμενες κινήσεις του. Επιπλέον η ισπανική κυβέρνηση αυξάνει την φορολογική ειβάρυνση για όσα ακίνητα παραμένουν ακατοίκητα και ενισχύει την κατασκευή κοινωνιικών κατοικιών.
Όλα αυτά ανταποκρίνονται άλλωστε σε προϋποθέσεις που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις Βρυξέλλες, προκειμένου να εκταμιεύσει σημαντικά κομδύλια από το ταμείο Next Generation Fonds (70 δις ευρώ σε άμεσες επιδοτήσεις συν άλλα τόσα με μορφή δανείου). Κι έτσι, επισημαίνει ο καθηγητής Κοράλες, οι «κομμουνιστές» είναι εκείνοι που θα υπενθυμίζουν και στα επόμενα χρόνια στον σοσιαλιστή Σάντσεθ, ότι «απομένουν πολλά ακόμη να γίνουν έως ότου πλησιάσει η κοινωνική πολιτική στη Μαδρίτη τις προδιαγραφές που ισχύουν σε χώρες όπως η Γερμανία».
Στέφανι Μύλερ
Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου