Η Χιλή είναι μια χώρα με μεγάλη ιστορία κοινωνικών αγώνων και πολιτικών συγκρούσεων. Η βίαιη ανατροπή του εκλεγμένου προέδρου Σαλβαδόρ Αλιέντε στις 11 Σεπτεμβρίου 1973 από τις δυνάμεις του στρατού με επικεφαλής τον στρατηγό Αουγκούστο Πινοσέτ θεωρήθηκε για χρόνια το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα πραξικοπήματος με την υποστήριξη των ΗΠΑ που δεν έβλεπαν με καλό μάτι την κυβέρνηση της Λαϊκής Ενότητας.
Η δικτατορία του Πινοσέτ άφησε ένα βαθύ χνάρι στη Χιλιανή κοινωνία. Ο Πινοσέτ δεν περιορίστηκε απλώς στην επιβολή ενός αυταρχικού καθεστώτος, ιδιαίτερα βάναυσου για τους πολιτικούς αντιπάλους του, αλλά και προσπάθησε να φέρει μεγάλες αλλαγές στην οικονομική πολιτική.
Άλλωστε, ήταν ο Πινοσέτ που προσκάλεσε τους οικονομολόγους της «Σχολής του Σικάγο» (εξ ου και το προσωνύμιο Chicago Boys) να σχεδιάσουν την οικονομική πολιτική, κάνοντας τη Χιλή να είναι ένα από τα «εργαστήρια» του πρώιμου νεοφιλελευθερισμού.
Η περίοδος μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας σφραγίστηκε από εναλλαγές κεντροαριστερών και δεξιών κυβερνήσεων, χωρίς όμως να τροποποιείται ούτε το πλαίσιο που αποτυπωνόταν στο Σύνταγμα της χώρας, που ήταν κληρονομιά της εποχής Πινοσέτ, ούτε τα προβλήματα της μεγάλης κοινωνικής ανισότητας και των ιδιωτικοποιημένων υποδομών.
Η τομή των κινητοποιήσεων του 2019 και το δημοψήφισμα για το νέο Σύνταγμα
Η Χιλή μπορεί να είχε όλα αυτά τα χρόνια μεγάλους κοινωνικούς αγώνες, συμπεριλαμβανομένου και ενός μαζικού φοιτητικού κινήματος, όμως είχε αποφύγει μια κοινωνική έκρηξη ανάλογη με αυτή της Αργεντινής το 2001.
Όμως, το 2019 ξέσπασε μια από τις μεγαλύτερες κοινωνικές κινητοποιήσεις στην ιστορία της. Η αφορμή ήταν μια αύξηση στα εισιτήρια του μετρό στο Σαντιάγο που έθιγε ιδιαίτερα τους μαθητές και τους φτωχούς εργαζομένους.
Το αποτέλεσμα ήταν μια σειρά από μαζικών κινητοποιήσεων που ξεκίνησαν ως μια ανυπακοή στις αυξήσεις των εισιτηρίων και εξελίχτηκαν σε μια πραγματική λαϊκή εξέγερση, με αποκορύφωμα τη διαδήλωση της 25ης Οκτωβρίου 2019 όταν μόνο στο Σαντιάγο συμμετείχαν 1,2 εκατομμύρια άνθρωποι και συνολικά 3 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλη τη χώρα. Ήταν μια μέρα που ξεπεράστηκε ο αριθμός όσων είχαν διαδηλώσει το 1988 κατά την κατάληξη της προεκλογικής εκστρατείας για το δημοψήφισμα του 1988, όταν είχε κερδίσει το «Όχι» και είχε μπει τέλος στην παρουσία του Πινοσέτ στην προεδρία.
Ο απόηχος της λαϊκής έκρηξης του 2019 ήταν πολύ μεγάλος και πυροδότησε ουσιαστικά μια διαδικασία μεγάλων τομών στη χώρα. Το κοινοβούλιο της χώρας αποφάσισε να υπάρξει δημοψήφισμα για τη διαδικασία σύνταξης ενός νέου Συντάγματος της χώρας. Η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών στήριξε στο δημοψήφισμα, που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2020, τόσο την ανάγκη να υπάρξει νέο Σύνταγμα της χώρας όσο και τη θέση ότι αυτό πρέπει να προκύψει μέσα από αιρετή συντακτική συνέλευση, η οποία και εκλέχτηκε στις 15-16 Μαΐου του 2021.
Σημειώνουμε εδώ ότι η συντακτική συνέλευση έχει ισχυρή παρουσία της Αριστεράς και εκπροσώπων των κοινωνικών κινημάτων, όπως και των ιθαγενών λαών (για τους οποίους είχε προβλεφθεί διακριτή εκπροσώπηση) και πρόεδρός της είναι μια ακτιβίστρια για τα δικαιώματα των Μαπούτσε, η Ελίζα Λονσόν.
Η πορεία προς τις εκλογές και η ανάδειξη της υποψηφιότητας Μπόριτς
Σε αυτό το φόντο ήταν που διαμορφώθηκε το κλίμα για την ανάδειξη των υποψηφιοτήτων για τις προεδρικές εκλογές του 2021. Το μεγάλο ερώτημα ήταν με ποιον τρόπο θα εκφραζόταν η δυναμική των κοινωνικών αγώνων του προηγούμενου διαστήματος, των κινητοποιήσεων του 2019 και της νίκης στο δημοψήφισμα για το Σύνταγμα.
Την ίδια ώρα η Χιλιανή Δεξιά αναδιπλωνόταν σε έναν υποψήφιο, τον Χοσέ Αντόνιο Καστ, γιό ενός ναζί αξιωματικού που μετανάστευσε στη Χιλή μετά τον πόλεμο, ο οποίος εκπροσωπούσε μια ιδιαίτερα συντηρητική και ακροδεξιά τοποθέτηση και ήταν ουσιαστικά ένας θαυμαστής του Πινοσέτ.
Στον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς η συζήτηση επικεντρώθηκε στο πρόσωπο του υποψηφίου. Τελικά στις προκριματικές εκλογές αναμετρήθηκαν ο Ντανιέλ Χάδουε, που προερχόταν από το Κομμουνιστικό Κόμμα Χιλής και ο Γκαμπριέλ Μπόριτς και κέρδισε ο δεύτερος.
Ο Μπόριτς μπορεί να μην προέρχεται από τα ιστορικά κόμματα της χιλιανής Αριστεράς, όμως είχε σημαντική παρουσία στα κοινωνικά κινήματα.
Μαζί με την Καμίλα Βαλιέχο και τον Τζόρτζιο Τζάκσον ήταν οι ηγετικές προσωπικότητες του μεγάλου φοιτητικού κινήματος στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας και εκπροσωπεί μια νέα γενιά που δεν έχει μεν τα βιώματα της δικτατορίας, όμως έχει υποστεί όλες τις επιπτώσεις της κοινωνικής ανισότητας και των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, έχει πάρει μέρος σε μεγάλους αγώνες και εκπροσωπείται περισσότερο από την κουλτούρα του αγώνα και της μαζικής συμμετοχής στα μεγάλα κινήματα.
Μια συντριπτική νίκη
Οι προεδρικές εκλογές έγιναν σε δύο γύρους. Στον πρώτο γύρο, στις 21 Νοεμβρίου 2021), με τη συμμετοχή να είναι στο 47,3%, Ο Καστ βρέθηκε στην πρώτη θέση, με 27,91%, ενώ ο Μπόριτς ήταν δεύτερος με 25,83%.
Όμως, ο δεύτερος γύρος έγινε μέσα σε συνθήκες μεγάλης πόλωσης αλλά και μεγάλης κινητοποίησης. Η δεξιά προσπάθησε να ενεργοποιήσει όλα τα αρνητικά αντανακλαστικά για μια ενδεχόμενη επιστροφή της αριστεράς στην εξουσία, την ίδια ώρα που καταγραφόταν μια πολύ μεγάλη συσπείρωση γύρω από τον Μπόριτς.
Η συμμετοχή αυξήθηκε σημαντικά, φτάνοντας το 55,58%, ενώ οι ψηφίσαντες έφτασαν τους 8.362.384. Αυτό ήταν μια σημαντική τομή καθώς για χρόνια τα 8 εκατομμύρια ψηφοφόροι θεωρούνταν ένα ανυπέρβλητο όριο για τις εκλογικές μάχες της Χιλής (στο δημοψήφισμα για το Σύνταγμα τον Οκτώβριο του 2020 είχαν ψηφίσει 7.573.914 ψηφοφόροι).
Σε αυτό το τοπίο ο Μπόριτς είχε μια εντυπωσιακή και καθαρή νίκη έναντι του αντιπάλου του και με 4.619.222 ψήφους. θα είναι ο πρόεδρος της Χιλής που έλαβε τις περισσότερες ψήφους στην ιστορία της χώρας.
Η κατανομή μάλιστα των ψήφων του Μπόριτς ακολουθεί και τη δυναμική των μεγάλων κινητοποιήσεων, όπως φαίνεται από το γεγονός ότι είχε πολύ μεγάλη υποστήριξη στο Σαντιάγο και το Βαλπαραΐσο. Μάλιστα, στην Μητροπολιτική Περιοχή του Σαντιάγο ο Μπόριτς πήρε 2 εκατομμύρια ψήφους και αυτό ήταν πολύ σημαντικό συνολικά για τη νίκη του.
Οι προκλήσεις της επόμενης μέρας
Η καθαρή εκλογή του Μπόριτς σε συνδυασμό με τη σύνθεση της Συντακτικής Συνέλευσης δίνει τη δυνατότητα για μεγάλες αλλαγές στη χώρα. Ούτως ή άλλως, το προεκλογικό πρόγραμμα του Μπόριτς περιλαμβάνει αρκετές τομές σε σχέση με την τωρινή κατάσταση στη Χιλή, τόσο ως προς το βάθεμα των δημοκρατικών θεσμών, όσο όμως και ως προς την αμφισβήτηση του οικονομικού μοντέλου που κυριάρχησε στη χώρα εδώ και αρκετές δεκαετίες, από την πρόταση ουσιαστικά για ένα δημόσιο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης (αντί του σημερινού ουσιαστικά ιδιωτικοποιημένου συστήματος που αποτέλεσε την «κορωνίδα» της οικονομικής πολιτικής του Πινοσέτ), μέχρι την έμφαση στην οικολογική βιωσιμότητα των επενδυτικών σχεδίων (σε μια χώρα που έχει ισχυρή εξορυκτική βιομηχανία και είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός χαλκού παγκοσμίως).
Ταυτόχρονα, η εκλογή του Μπόριτς τροποποιεί και συνολικότερα το συσχετισμό στη Λατινική Αμερική και αρκετοί υποστηρίζουν ότι θα μπορούσε να συμβάλει σε μια ευρύτερη αριστερή μετατόπιση στην περιοχή.