Την περασμένη Τετάρτη, ο Ολαφ Σολτς διέβη την πόρτα της γερμανικής Καγκελαρίας. Επειτα από 16 χρόνια κυριαρχίας της Ανγκελα Μέρκελ και των Χριστιανοδημοκρατών, οι Σοσιαλδημοκράτες επανέρχονται στην εξουσία. Ο προηγούμενος ηγέτης του SPD ο οποίος είχε ασκήσει το αξίωμα του καγκελαρίου ήταν ο Γκέρχαρντ Σρέντερ. Ηταν η εποχή του πολυσυζητημένου «Τρίτου Δρόμου» της διεθνούς Σοσιαλδημοκρατίας και ο Σρέντερ, μαζί με τον πρώην πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου Τόνι Μπλερ και τον τότε αμερικανό πρόεδρο Μπιλ Κλίντον, ήταν οι αστέρες της.
Ο Σρέντερ έμεινε στην ιστορία για τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και στην περικοπή επιδομάτων την περίοδο 2003-2005. Η «ένεση ευελιξίας» που έδωσε χαιρετίστηκε παγκοσμίως, αλλά τους καρπούς της μεταρρύθμισης έδρεψε, μάλλον άκοπα, η διάδοχός του. Εκ των υστέρων βέβαια, αυτή ακριβώς η κίνηση του Σρέντερ και των τότε συνοδοιπόρων του στην κυβέρνηση Πρασίνων (με ηγέτη τον Γιόσκα Φίσερ) ήταν που έπληξε θανάσιμα τη σχέση του SPD με τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους τους. Αλλωστε, οι μεταρρυθμίσεις Σρέντερ βελτίωσαν μεν την ανταγωνιστικότητα των γερμανικών εξαγωγών, αλλά οδήγησαν σε εργασιακή αβεβαιότητα και χαμηλούς μισθούς.
Ενα ερώτημα το οποίο διατύπωσε πρόσφατα και η ανταποκρίτρια των «New York Times» Κατρίν Μπένχολντ αναφορικά με την άνοδο του Ολαφ Σολτς στην εξουσία είναι το εξής: «Μπορεί ο νέος καγκελάριος της Γερμανίας να αναζωογονήσει την Αριστερά στην Ευρώπη;». Αναμφίβολα, είναι πολύ νωρίς για απαντήσεις – πόσο μάλλον για τόσο δύσκολες απαντήσεις. Ο Σολτς επεδίωξε προεκλογικά να μη φοβίσει τους γερμανούς ψηφοφόρους προβάλλοντας μία εικόνα συνέχειας με την προκάτοχό του, στην κυβέρνηση της οποίας διετέλεσε υπουργός Οικονομικών. Η πανδημία όμως έχει μεταβάλει δραματικά τα δεδομένα σε όλες τις κοινωνίες αδιακρίτως. Οι παλιές κοινωνικές και εργασιακές βεβαιότητες έχουν κλονιστεί βαθιά.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η υποχώρηση των Σοσιαλδημοκρατών στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια ήταν αποτέλεσμα και του μιμητισμού της Κεντροδεξιάς στον οποίο είχαν επιδοθεί. Αυτή η επιλογή άνοιξε τον δρόμο σε κάθε λογής λαϊκιστές «να γεμίσουν το κενό» προσεγγίζοντας τους χαμένους της παγκοσμιοποίησης. Σύμφωνα με την Μπένχολντ, ο Σολτς πέρασε ένα σημαντικό κομμάτι του χρόνου του για να μελετήσει τους λόγους επικράτησης του Ντόναλντ Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η νέα γερμανική κυβέρνηση ομιλεί πλέον για αύξηση του κατώτατου μισθού, για ανέγερση 400.000 νέων κατοικιών, για χρήση νέων εργαλείων με σκοπό την τόνωση της καινοτομίας και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής ώστε να απεμπλακεί από το στενό μανδύα του δημοσίου χρέους.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι κινήσεις Σολτς θα μπορούσαν να έχουν σοβαρή διαχυτική επίπτωση στην υπόλοιπη Ευρώπη. Στην πολιτική δεν υπάρχουν φυσικά ευθύγραμμες πορείες. Δεν αποκλείεται όμως μία αλλαγή σκέψης στο Βερολίνο να επιδράσει καταλυτικά και στη συζήτηση που διεξάγεται, προς το παρόν θεωρητικά, για την αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων της ευρωζώνης. Με δεδομένο ότι εντός του πρώτου εξαμήνου του 2022 θα ξεκαθαρίσει και η πολιτική κατάσταση στη Γαλλία όπου διεξάγονται προεδρικές εκλογές, τα προσεχή έτη αναμένονται με ενδιαφέρον.