Διμέτωπο αγώνα για την επιστροφή της καθαρής κερδοφορίας των τραπεζών σε επίπεδα που θα ανοίξουν το δρόμο της διανομής μερίσματος για πρώτη φορά μετά την υπερδεκαετή κρίση, δίνουν οι διοικήσεις τους. Με δεδομένο ότι από την επόμενη χρήση, αν δεν αλλάξει κάτι δραματικά στις μακροοικονομικές προοπτικές της χώρας, το κόστος πιστωτικού κινδύνου θα περιοριστεί σημαντικά, μιας και θα έχει ολοκληρωθεί η εξυγίανση από τα κόκκινα δάνεια, το στοίχημα αυτό προϋποθέτει τη βελτίωση των οργανικών τους επιδόσεων.

Η στρατηγική που εφαρμόζουν ήδη οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι, στοχεύει από τη μία πλευρά στην αύξηση των εσόδων από τόκους και προμήθειες μέσω νέων εργασιών και από την άλλη στην περαιτέρω μείωση του λειτουργικού κόστους.

Αναμφίβολα, προτεραιότητα αποτελεί η επίτευξη, με την υποστήριξη και των ευρωπαϊκών πακέτων, υψηλών ρυθμών πιστωτικής επέκτασης, η οποία θεωρείται απολύτως εφικτή αν επαληθευτεί το σενάριο επιστροφής της χώρας σε ανάπτυξη της τάξης του 4% – 5% σε ετήσια βάση έως και το 2026.

Πρόκειται για επιτακτική ανάγκη, καθώς η ολοκλήρωση του σχεδίου μείωσης των δεικτών καθυστερήσεων σε χαμηλά μονοψήφια ποσοστά, συνεπάγεται απώλειες στα έσοδα από τόκους, καθώς τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια έχουν και αυτά συμμετοχή στη διαμόρφωσή τους. Οταν λοιπόν απο-ενοποιούνται δημιουργείται τρύπα που πρέπει να καλυφθεί.

Οι επιδόσεις

Μόνο τυχαίο με αυτό δεν είναι το γεγονός πως στο εννεάμηνο 2021 τα καθαρά έσοδα από τόκους των Alpha Bank, Εθνικής Τράπεζας, Eurobank και Τράπεζας Πειραιώς μειώθηκαν συνολικά κατά 1,5%. Η πτώση αυτή μάλιστα θα ήταν ακόμη πιο μεγάλη εάν ο υψηλός μετά την πανδημία δανεισμός των τραπεζών από την ΕΚΤ δεν επιδοτούνταν εκτάκτως με επιτόκιο 1%.

Το θετικό είναι ότι η μείωση αυτή υπερκαλύφθηκε από τη σημαντική ενίσχυση των καθαρών εσόδων από προμήθειες, που αποτελεί επίσης στόχευση των τραπεζικών διοικήσεων. Ειδικότερα, την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2021 ξεπέρασαν το 1 δισ. ευρώ, καταγράφοντας ετήσια αύξηση 160 εκατ. ευρώ ή 17%.

Ακόμη πάντως υπάρχει αρκετός δρόμος για να ενισχυθεί η ποσοστιαία συμμετοχή τους στα συνολικά έσοδα, κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Οι βασικοί λόγοι μεγέθυνσης των μεγεθών αυτών, πέραν των περισσότερων δανείων που χορηγούνται, σχετίζονται με την αύξηση των πωλήσεων τραπεζοασφαλιστικών υπηρεσιών και επενδυτικών προϊόντων, τη ζήτηση για κάρτες και την άνοδο του αριθμού των εμβασμάτων.

Περιορισμοί

Μεγάλη πρόοδος έχει σημειωθεί τα τελευταία δύο χρόνια και στον περιορισμό των λειτουργικών εξόδων, τα οποία θα συνεχίσουν την πτωτική τους πορεία και το 2022, ως αποτέλεσμα των ενεργειών της εφετινής χρήσης.

Στο εννεάμηνο 2021 μειώθηκαν κατά 2,50% στους 4 μεγάλους του κλάδου, ενώ ακόμη μεγαλύτερη ήταν η υποχώρηση των δαπανών για το προσωπικό, που έφτασε το -8% σε σχέση με την περυσινή περίοδο.

Αυτό κατέστη δυνατό μέσω νέων προγραμμάτων εθελουσίας εξόδου και συνταξιοδοτήσεων, αλλά και με τη μεταφορά εργαζομένων σε θυγατρικές διαχείρισης κόκκινων δανείων που ελέγχονται πλέον με πλειοψηφικά ποσοστά από τρίτους.

Μέσα σε μόλις εννέα μήνες μέσα στο 2021 ο αριθμός των εργαζομένων έχει υποχωρήσει κατά 2.800 άτομα περίπου στα επίπεδα των 33.000. Το ίδιο διάστημα, το δίκτυο των τραπεζικών καταστημάτων συρρικνώθηκε κατά 10%, με τον αριθμό τους να πέφτει σε επίπεδα λίγο πάνω από τα 1.500. Η αναδιάρθρωση του δικτύου, η αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού για την προώθηση προϊόντων με υψηλά περιθώρια κέρδους, καθώς και η μεταφορά εργασιών στον ψηφιακό κόσμο, θα συνεχιστούν.

Συμβολή στη βελτίωση των αποτελεσμάτων έχει και η περαιτέρω μείωση του κόστους άντλησης ρευστότητας από την καταθετική βάση μέσω του οριστικού μηδενισμού των επιτοκίων. Δεν αποκλείεται το 2022 να επιβληθούν ακόμη και χρεώσεις σε νομικά πρόσωπα που τηρούν χρήματα σε απλούς λογαριασμούς.

Νέο πρόγραμμα εθελούσιας εξόδου στην Εθνική

Σε εξέλιξη βρίσκεται από την προηγούμενη Δευτέρα νέο πρόγραμμα εθελούσιας εξόδου στην Εθνική Τράπεζα. Η δράση αφορά τους εργαζομένους στο δίκτυο των καταστημάτων και στη σχετική γενική διεύθυνση, οι οποίοι έχουν προθεσμία έως και τις 15/12 να υποβάλουν αίτηση. Οι επιλογές τους είναι δύο: Είτε να λήξουν άμεσα την εργασιακή τους σχέση, με αποζημίωση έως 180.000 ευρώ, ή να παραμείνουν στην τράπεζα με άδεια έως 5 έτη, αμειβόμενοι με κανονικό ή μειωμένο μισθό και στη συνέχεια να αποχωρήσουν λαμβάνοντας τη νόμιμη αποζημίωση. Στην τελευταία περίπτωση το πλαφόν της συνολικής αποζημίωσης έχει οριστεί στις 300.000 ευρώ.