Ποτέ δεν κοιτάμε όλοι το ίδιο πράγμα, ακόμη και στα πιο απλά, σε εκείνα που είσαι σχεδόν σίγουρος πως δεν γίνεται να βλέπουμε κάτι διαφορετικό, ένα αντικείμενο ή μία θάλασσα. Τα αντικείμενα αντανακλούν εκείνο που έχουμε μέσα μας, οι αντιστοιχίες έχουν φορά από μέσα προς τα έξω. Οταν αυτό συμβαίνει στα πλέον προφανή, μπορούμε να φανταστούμε τι μπλέξιμο υπάρχει σε εκείνα που είναι πιο σύνθετα, που απαιτούν ερμηνείες ως αποτέλεσμα νοητικών λειτουργιών. Σε ένα έργο τέχνης, για παράδειγμα, που η προσέγγιση και η ερμηνεία του – αν και στην τέχνη η ερμηνεία δεν είναι το πρωτεύον ζητούμενο – απαιτούν όχι αθροιστικές ικανότητες αλλά σύνθεσης και ανάλυσης.
Πρόσφατα με αφορμή την παραίτηση του Αρη Σερβετάλη από την παράσταση «Ρινόκερος», αναπτύχθηκαν επιχειρήματα υπέρ ή εναντίον αυτής της επιλογής, και το εντυπωσιακό είναι πως σε πολλές περιπτώσεις και τα δύο στρατόπεδα χρησιμοποίησαν το ίδιο ακριβώς «λογοπαίγνιο». Από τη μία «Ο Σερβετάλης έγινε ο ίδιος ρινόκερος» και από την άλλη «Ο Σερβετάλης με την πράξη του αρνήθηκε να γίνει ρινόκερος». Από τη σκοπιά που αναπτύσσουν τα επιχειρήματά τους για να το υποστηρίξουν, μοιάζει και οι δύο να έχουν δίκιο. Είναι ζήτημα ερμηνείας. Κάτι που συμβαίνει συχνά και με την πολιτική ή την ιδεολογία. Στριμώχνεις την πραγματικότητα μέσα στις δικές σου ήδη διαμορφωμένες επιλογές και ακλόνητες πεποιθήσεις σου και αναγκάζεις την πραγματικότητα να συμφωνήσει μαζί σου. Σίγουρα πολύ πιο εύκολο από το να ξεβολευτείς εσύ.
Τι λέει ακριβώς ο Ιονέσκο στον «Ρινόκερο» μοιάζει να είναι εντελώς δευτερεύον, σημασία έχει ποιος το λέει, ποιος το ερμηνεύει, με τι εργαλεία και με ποιον σκοπό. Κάτι παρόμοιο ζήσαμε και με τους Χρυσαυγίτες που παπαγάλιζαν κάτι σκόρπιες φράσεις των αρχαίων φιλοσόφων και σε κάποιον όχι ιδιαίτερα μυημένο ο Αριστοτέλης και ο Πλάτωνας αναγορεύονταν σε πρωτοπόρους της μισαλλοδοξίας και του φασισμού.
Ζόρικο πράγμα ο έξω κόσμος, δεν αντέχεται εύκολα, πρέπει να βρούμε τρόπο να τον υπομείνουμε και κυρίως να αντέξουμε τον εαυτό μας μέσα σε αυτόν γιατί είναι δύσκολο να αποδεχθούμε πως σε πολλά πράγματα δεν είμαστε και κάτι ιδιαίτερα σημαντικό.
Στο παλιό λαϊκό μας τραγούδι υπάρχει ένα θεματικό μοτίβο που χρησιμοποιήθηκε πολλές φορές. Εκείνη φεύγει κι εκείνος της λέει πως δεν θα βρει εκεί έξω άλλον καλύτερο και πως αργά ή γρήγορα θα μετανιώσει και θα γυρίσει. Βέβαια εκείνη δεν γύρισε ποτέ, αλλά και πάλι από το μυαλό εκείνου δεν πέρασε η σκέψη πως τελικά εκείνη πράγματι βρήκε κάτι καλύτερο. Κάπως αλλιώς το δικαιολογούσε, συνήθως την έβγαζε τρελή.
Κάπου εκεί μοιάζει να είμαστε. Ποιος θα καταφέρει να βγάλει πρώτος τον άλλον τρελό. Γιατί η οξύτητα της παράνοιας ορισμένων επιχειρημάτων έχει ξεφύγει από το πλαίσιο του δικαιώματος της γνώμης και της ελευθερίας της έκφρασης. Νομίζω πως κάποιοι έχουν ως σχέδιο να μας εξοντώσουν διά της απογνώσεως. Να μας αναγκάσουν να σπάσουμε το κεφάλι μας στον τοίχο και να γλιτώσουν από εμάς.