Η φωτογράφιση στο studio έχει τελειώσει. Εκείνος, φορώντας κοστούμι, δοκιμάζει φιγούρες πάνω σε ένα πατίνι που βρίσκεται στον χώρο. Ο Γιώργος Παπαγεωργίου ξέρει να αυτοσαρκάζεται, έχοντας κρατήσει για χρόνια αποστάσεις από τον ρόλο ενός ακόμα χαριτωμένου ζεν πρεμιέ. Ο ίδιος δεν μπορεί να «στριμωχτεί» πίσω από μία μόνο ιδιότητα. Ηθοποιός, ένας από τους καλύτερους της γενιάς του, αλλά και σκηνοθέτης, έχοντας υπογράψει μία από τις πιο επιδραστικές παραστάσεις των τελευταίων ετών, τον «Αρίστο», με κεντρικό θέμα τη ζωή του Αριστείδη Παγκρατίδη, του φερόμενου ως «Δράκου του Σέιχ Σου». Την ίδια στιγμή, υπάρχουν βραδιές που αγκαλιάζει το γιουκαλίλι του και μαζί με την μπάντα του, τους Polkar, μας καλεί σε «στραφταλιζέ γλέντια» μέχρι τελικής πτώσης.
Αυτή τη φορά μία ακόμα πρόκληση έρχεται στον δρόμο του. Συναντά τη «Σκοτεινή θάλασσα», τη νέα δραματική σειρά μυστηρίου του Mega, με τη σκηνοθετική ματιά του καταξιωμένου Γρηγόρη Καραντινάκη και ένα δυνατό καστ ηθοποιών, όπου συναντάμε ονόματα όπως η Θέμις Μπαζάκα, ο Αρης Λεμπεσόπουλος, η Ταμίλα Κουλίεβα, ο Γεράσιμος Γεννατάς (σε φιλική συμμετοχή), η Χαρά Μάτα Γιαννάτου, ο Στάθης Σταμουλακάτος, ο Γιάννης Νταλιάνης, ο Γιάννης Τσορτέκης, ο Μιχάλης Συριόπουλος, η Αννα Καλαϊτζίδου, ο Αινείας Τσαμάτης κ.ά. Το σενάριο υπογράφουν ο Ζαχαρίας Μαυροειδής, ο Σπύρος Κρίμπαλης και ο Κωστής Σαμαράς. Ο Γιώργος Παπαγεωργίου υποδύεται τον Χρήστο Δελλή, έναν χημικό με διεθνή καριέρα που ζει στο εξωτερικό και επιστρέφει στην πατρίδα του το Μεσολόγγι, με αφορμή τον ξαφνικό θάνατο του πατέρα του. Η άφιξή του αναστατώνει την οικογένειά του και την τοπική κοινωνία, καθώς όλοι τον θεωρούν ακόμη υπεύθυνο για την εξαφάνιση της κοπέλας του, της Αννας, δύο χρόνια νωρίτερα. Η υπόθεση όμως παραμένει ανοιχτή…
Κύριε Παπαγεωργίου, ποιος είναι ο Χρήστος Δελλής, ο πρωταγωνιστής της «Σκοτεινής θάλασσας»;
«Είναι ο πιο σκοτεινός χαρακτήρας που έχω ερμηνεύσει έως σήμερα. Ενας ρόλος που απαιτεί μεγάλη έρευνα. Ο Χρήστος είναι διπολικός και αυτό το γεγονός αυτομάτως δημιουργεί μια ιδιαίτερη συνθήκη που απαιτεί να σκάψεις σε βάθος υποκριτικά. Κάναμε μεγάλη προετοιμασία σε συνεργασία με ψυχιάτρους, ενώ έχω συνομιλήσει με τις ώρες με έναν άνθρωπο που είναι διπολικός και βρίσκεται σήμερα σε αγωγή. Η διπολική διαταραχή αντιμετωπίζεται και με την κατάλληλη αγωγή ισορροπείς ώστε να μην έχεις κρίσεις μανίας ή κατάθλιψης. Στη σειρά βέβαια θα δούμε τον Χρήστο να χάνει τον έλεγχο, γεγονός που σχετίζεται με την εξάρτησή του από το αλκοόλ. Εμφανίζει κενά μνήμης, τα οποία είναι και το κλειδί για το αστυνομικό σασπένς της ιστορίας. Γιατί προσπαθεί και ο ίδιος να καταλάβει μήπως σκότωσε την κοπέλα του…».
Είναι ένοχος λοιπόν;
«Ειλικρινά, ούτε εγώ ο ίδιος δεν το ξέρω ακόμη. Κάθε επεισόδιο κρύβει από μία έκπληξη, και αυτό το λατρεύω. Αυτή η σειρά δεν φέρει τίποτα το κλισέ ή το σαπουνοπερικό. Αφού και εμείς οι ίδιοι στα γυρίσματα μεταξύ μας ρωτάμε: “Μήπως το έκανες εσύ;”. Eνα ερώτημα πλανάται. Και υπάρχει και μία άλλη παράμετρος. Η κοπέλα παραμένει αγνοούμενη. Δεν έχει βρεθεί κάποιο πτώμα. Το ενδιαφέρον λοιπόν είναι ότι ο ήρωάς μου αναρωτιέται αν είναι δολοφόνος. Δεν είναι ένας ένοχος που κρύβεται. Θέλει να βρει την αλήθεια».
Μέχρι στιγμής ποια είναι η πιο δύσκολη σκηνή που αντιμετωπίσατε;
«Είναι μια σκηνή δράσης. Το trailer με δείχνει να βγαίνω από ένα τσακισμένο αυτοκίνητο με αίματα στο κεφάλι. Το ενδιαφέρον είναι το πώς γυρίστηκε το εσωτερικό πλάνο μέσα στο αυτοκίνητο τη στιγμή του τρακαρίσματος. Για τις ανάγκες της σκηνής δημιουργήθηκε μια ειδική κατασκευή. Το αυτοκίνητο κρεμάστηκε από δύο σιδερένιους στύλους. Σκεφτείτε το σαν ένα τεράστιο σουβλάκι. Με το που με δέσανε, ξεκίνησε να στριφογυρίζει. Ηταν φοβερή εμπειρία. Την ίδια στιγμή, έχω μαγευτεί με το Μεσολόγγι. Φέρει κάτι απόκοσμο και ταυτόχρονα μαγικό, κάτι το οποίο βγαίνει έντονα στη σειρά, που είναι γυρισμένη με εντελώς κινηματογραφική αισθητική».
Είστε γιος της Φιλαρέτης Κομνηνού, γεννηθήκατε ουσιαστικά μέσα στο θέατρο. Ωστόσο, αρχικά δεν θέλατε να ασχοληθείτε με την υποκριτική…
«Πράγματι. Ηθελα να γίνω ροκ σταρ». (γέλια)
Το καταφέρατε με τους Polkar!
«Λέτε; (γέλια) Ναι, το μικρόβιο της υποκριτικής μπήκε μέσα μου όταν είδα τον Θόδωρο Αγγελόπουλο να σκηνοθετεί στο σετ. Είχαμε πάει ως βοηθητικοί ηθοποιοί με έναν φίλο μου στην ταινία του “To λιβάδι που δακρύζει”. Ηταν από τις πιο καθοριστικές εμπειρίες της ζωής μου. Εβλεπες αυτή την αφοσίωση. Τότε σκέφτηκα για πρώτη φορά την υποκριτική. Μέχρι τότε υπήρχε μόνο η μουσική. Eίχα πάει σε μια σχολή marketing για να υπάρχει ένα back-up πτυχίο. Ημουν 20 ετών όταν αποφάσισα να δώσω στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου».
Είστε Θεσσαλονικιός. Γιατί δεν επιλέξατε τη Δραματική Σχολή του Κρατικού Θέατρου Βορείου Ελλάδος;
«Hθελα να ανακαλύψω τη μεγάλη πόλη της Αθήνας με την οποία είμαι ακόμη ερωτευμένος. Η Θεσσαλονίκη, πάλι, είναι μια χαραματιά μέσα μου. Κουβαλά έναν πόνο που ταυτόχρονα με έλκει. Δεν έχει να κάνει με τα παιδικά μου χρόνια. Ηταν πολύ χαρούμενα. Η Θεσσαλονίκη κρύβει όμως μια σκοτεινιά. Ισως γι’ αυτό σκηνοθέτησα και τον “Αρίστο”, που αναφέρεται στην υπόθεση Παγκρατίδη, του φερόμενου ως “Δράκου του Σέιχ Σου”. Δεν θα πάψω ποτέ να είμαι Θεσσαλονικιός. Η μπάντα μου, οι Polkar, είναι μια μπάντα που γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Παίρνω το αεροπλάνο και πηγαίνω εκεί για πρόβα. Γιατί μία πρόβα στη Θεσσαλονίκη διαφέρει από μία στην Αθήνα που θα είναι με τον καφέ και το άγχος της ώρας. Στη Θεσσαλονίκη θα είναι με την ελευθερία του τσίπουρου που σε περιμένει στη γωνία».
Oι Ροlkar είναι σήμερα από τις πιο δημοφιλείς ελληνικές μπάντες. Πώς φτάσαμε σε αυτά τα απανωτά sold out στα live σας;
«Δεν ξέρω. Το μόνο που ήθελα από την αρχή είναι να μην υπάρχει στα live μας ίχνος σοβαροφάνειας. Να αποτελούν μια αφορμή για γλέντι μέχρι τελικής πτώσεως. Στα πρώτα μας βήματα πριν από περίπου τέσσερα χρόνια κάναμε ένα ραντεβού με στέλεχος μεγάλης δισκογραφικής για να κυκλοφορήσουμε τον πρώτο μας δίσκο. Θυμάμαι, έφυγα από το γραφείο του με σπασμένα φτερά. Μου είπε ότι ο μόνος τρόπος για να βγάλουμε δίσκο ήταν να πάμε σε κάποιο reality. Και τελικά είπαμε “πάμε να το κάνουμε μόνοι μας”, χωρίς label, χωρίς βοήθεια από κανέναν. Και αυτή η μπάντα που ξεκίνησε με 50 θεατές στο six d.o.g.s έφθασε να παίζει με 3.000 κόσμο στην Τεχνόπολη και να κάνει sold out συναυλίες σε μεγάλες σκηνές. Και ένα κομμάτι, όπως το “Η ζωή μου είναι σκατά”, που το ηχογράφησα σπίτι με ένα laptop, να πλησιάζει το 1 εκατομμύριο views. Στα live μας ο ένας έφερε τον άλλον και αυτό νομίζω πως αποτελεί δείγμα ότι οι εποχές αλλάζουν».
Την ίδια στιγμή, στο θέατρο Ιλίσια συναντάτε τον ρόλο του ποιητή Φανφάρα στην παράσταση «Ξύπνα Βασίλη», σε σκηνοθεσία Αρη Μπινιάρη…
«Είναι ο τρίτος χρόνος που τον συναντώ. Ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος άφησε τη σφραγίδα του σε αυτόν τον ρόλο, με μια πολύ εμβληματική ερμηνεία στην ομώνυμη ταινία. Γι’ αυτό και όταν μπήκαμε στις πρόβες δεν θέλησα καθόλου να τη δω. Ηθελα να μπω λευκό χαρτί. Και δημιουργήσαμε μαζί με τον Αρη Mπινιάρη μια φιγούρα πολύ εκκεντρική, κοντά σε εμένα και στο χιούμορ μου. Παράλληλα, οργανώνω μια νέα σκηνοθεσία όπου ο Πάνος Παπαδόπουλος θα ερμηνεύει τη “Δεσποινίδα Μαργαρίτα”. Και για το Εθνικό Θέατρο σκηνοθετώ την άνοιξη στο Rex τον “Αυτόχειρα” του Νικολάι Ερντμαν, με πρωταγωνιστές τον Μανώλη Μαυροματάκη, τη Ναταλία Τσαλίκη και την Αγορίτσα Οικονόμου. Πρόκειται για μια μεγάλη παραγωγή 22 ατόμων. Συνδέθηκα πολύ με αυτό το έργο εξαιτίας του ακραίου, μαύρου χιούμορ του. Μιλάει για έναν άνδρα που έχει φτάσει να πιάσει πάτο. Λόγω μιας παρεξήγησης, όλοι πιστεύουν ότι πρόκειται να αυτοκτονήσει, ενώ το μόνο που θέλει είναι να φάει ένα κομμάτι σαλάμι. Νομίζω ότι υπάρχει μια σύνδεση με την παράλογη εποχή που βιώνουμε».
Θεωρείτε τη γενιά σας αδικημένη;
«Απόλυτα. Ανήκουμε στη γενιά της κρίσης. Φυσικά δεν ήρθαμε από τη Σμύρνη, δεν βιώσαμε πόλεμο, ούτε εμφύλιο, ούτε δικτατορία. Αλλά δεν ζήσαμε και την εποχή των παχιών αγελάδων, τη χρυσή εποχή του ΠαΣοΚ, όπως οι γονείς μας. Και αυτό μάς έκανε, νομίζω, τελικά πιο συνειδητοποιημένους πολίτες από εκείνους. Αποδομήσαμε τις κομματικές ιδεολογίες. Καταλάβαμε ότι το μόνο που χρειάζεται είναι ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση. Συνειδητοποιήσαμε επίσης ότι δεν μπορούμε να αφήνουμε τα σκουπίδια μας στην παραλία ή τη βρύση ανοιχτή να τρέχει, γιατί είμαστε η γενιά της κλιματικής αλλαγής. Είμαστε τελικά εκείνοι που η κρίση μάς έκανε να καταλάβουμε τις πραγματικές μας ανάγκες. Εκείνοι που από τη σαλάτα με τη φράουλα και το αποξηραμένο αβοκάντο, γυρίσαμε στη σαλάτα με τη ρόκα και την ξινομυζήθρα. Και αυτή η γείωση με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Σήμερα νοσταλγώ τα μωσαϊκά στο σπίτι της γιαγιάς μου στο Παγκράτι που πιτσιρικάς τα σιχαινόμουν και λέω: “Μα γιατί τώρα να βλέπω το μπεζ το πλακάκι;”. Είμαστε η γενιά που έμαθε να εκτιμά το μικρό, να είναι χαρούμενη με την απλότητα και να επιζητεί δικαιοσύνη στα πράγματα».
Το κίνημα #ΜeΤoo είναι σύμπτωμα αυτής της ανάγκης για περισσότερη δικαιοσύνη;
«Βεβαίως. Αυτή τη στιγμή συντελείται μια επανάσταση στο ελληνικό θέατρο, απολύτως αναγκαία. Γιατί εκτός από τις ακραίες εγκληματικές πράξεις που έχουν οδηγηθεί στη Δικαιοσύνη, αλλάζουμε ρότα και σε επίπεδο συμπεριφορών και νοοτροπιών νομίζω».
Θεωρείτε ότι με έναν τρόπο είχε νομιμοποιηθεί το μοντέλο του σκηνοθέτη-δυνάστη στο ελληνικό θέατρο;
«Απόλυτα. Ηταν μάλιστα δεδομένο σε τέτοιον βαθμό που αν δεν ήταν δυνάστης ο σκηνοθέτης, ως ηθοποιός σκεπτόσουν ότι ενδεχομένως να μην είχες πέσει σε τόσο καλά χέρια. Επρόκειτο για ένα εσφαλμένο μοντέλο. Εγκαθιδρύθηκε από δύο-τρεις το πολύ δυνατούς σκηνοθέτες που δεν βρίσκονται πλέον στη ζωή και, επειδή ακριβώς αυτό συνοδευόταν από δυνατές παραστάσεις, αυτόματα λατρεύτηκε από όλους. Ετσι πιστέψαμε ότι αν δεν σε ζορίσει ο σκηνοθέτης στην πρόβα μέχρι να ξεχάσεις και το όνομά σου δεν θα είσαι αποδοτικός. Δυστυχώς, έχω δουλέψει με τέτοιους σκηνοθέτες. Εχω βιώσει εξευτελισμό στη δουλειά, ατελείωτες πρόβες χωρίς τέλος που με άφησαν μάλιστα με χρόνιο πρόβλημα στα γόνατά μου και χρειάστηκαν χρόνια αποθεραπείας για να περπατάω ξανά ελεύθερος στη σκηνή».
Εσείς στα πρώτα βήματά σας ως σκηνοθέτη είδατε στον εαυτό σας τέτοιες συμπεριφορές;
«Δυστυχώς ναι. Γιατί με έναν τρόπο αυτές οι συμπεριφορές των “δασκάλων” σου – δεν εννοώ τους δασκάλους μου στο Εθνικό – εγγράφονται μέσα σου. Δεν λειτούργησα ποτέ κακοποιητικά, αλλά ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι μου έβγαινε μια υπερβολική αυστηρότητα, ότι μου θύμιζα μάλιστα έναν σκηνοθέτη με τον οποίο είχα συνεργαστεί στο παρελθόν. Ευτυχώς το κατάλαβα πολύ γρήγορα. Γιατί είμαι ένας σκηνοθέτης που λατρεύει τον ηθοποιό. Τον έχω τεράστια έγνοια. Θέλω να αισθάνεται πρίγκιπας στη σκηνή».
Δείχνετε πολύ εξωστρεφής. Παρ’ όλα αυτά έχετε μιλήσει για σκοτεινές περιόδους που περάσατε.
«Ισως γιατί η εξωστρέφεια άρχισε να βγαίνει ως μια αντίδραση σε ένα σκοτάδι που έπρεπε να καταπολεμήσω. Θα έλεγα ότι πέρασα μια σκοτεινή περίοδο από τα 30 μου μέχρι και την τελευταία τριετία. Είχε να κάνει με προσωπικές αποτυχίες και μια ωρίμαση που ήρθε ξαφνικά στη ζωή μου. Τη δεκαετία από τα 20 έως τα 30 την έζησα με τα μυαλά πάνω από το κεφάλι και ίσως εκείνη η ανεμελιά οδήγησε σε κάτι σκοτεινό. Ετσι ήρθε μια περίοδος που έβλεπα οι γύρω μου να προχωρούν τη ζωή τους και εγώ να μένω στάσιμος. Αντέδρασα πάντως. Κάνοντας δουλειά με τον εαυτό μου, ξεκινώντας ψυχοθεραπεία. Τα υπόλοιπα “φάρμακά” μου ήταν η δουλειά μου: οι σκηνοθεσίες που ξεκίνησα να κάνω, η μπάντα μου. Και ένιωσα αγάπη, φροντίδα και θαυμασμό. Και συνέβη και κάτι ακόμα. Πλέον δεν φοβάμαι να μείνω μόνος μου. Για παράδειγμα, μία τις πιο ωραίες στιγμές μου ήταν ένα ταξίδι που έκανα πέρυσι, καταχείμωνο, σε ένα νησί. Το καράβι ήταν άδειο, θυμάμαι. Κάθισα ένα τετραήμερο. Και μπορούσα να τα βρω με εμένα».
Φωτεινό σημείο στη ζωή σας αποτελεί η σύζυγός σας, η ηθοποιός Δανάη Μιχαλάκη. Αυτή η διείσδυση στην προσωπική σας ζωή, το γεγονός ότι ο γάμος σας το καλοκαίρι αποτέλεσε υλικό για πρωτοσέλιδο, σας ενοχλεί;
«Γίνεται ενοχλητικό στον βαθμό που το αφήνεις να γίνει ανεξέλεγκτο. Με τη Δανάη πήραμε την απόφαση να προφυλάξουμε την ιδιωτικότητά μας, χωρίς να μπούμε σε μια διαδικασία κυνηγητού. Δεν θα βάλουμε δηλαδή περούκες και καπέλα για να πάμε ένα θέατρο, ούτε θα κρύψουμε ότι είμαστε ερωτευμένοι. Αυτό που με παραξένεψε πιο πολύ από όλα σε σχέση με τον γάμο είναι ότι σχολιάστηκε περίεργα το γεγονός πως επιλέξαμε να κάνουμε πολιτικό γάμο. Πίστευα ότι εν έτει 2021 δεν υπάρχουν τέτοιες αντιλήψεις».