Η πολιτική ευθύνη για την κατασκευή του αγωγού Nord Stream 2 ανήκει στην Ανγκελα Μέρκελ και τις δύο τελευταίες κυβερνήσεις της. Η ευθύνη για το αν θα δοθεί ή όχι το πράσινο φως για τη λειτουργία του, ωστόσο, πέφτει τους ώμους του νέου καγκελάριου και μέχρι σήμερα εταίρου της, Όλαφ Σολτς, όπως και των συμμάχων του, Πράσινων και Ελεύθερων Δημοκρατών.
Η αλήθεια είναι πως θα αποτελέσει μεγάλη έκπληξη κάθε εξέλιξη που θα βάλει επ’ αόριστον στον «πάγο» τον μήκους 1.230 χιλιομέτρων αγωγό. Άλλωστε, τα έργα κατασκευής του έχουν ουσιαστικά ολοκληρωθεί και τα χρήματα – περίπου 11 δισ. ευρώ – έχουν δοθεί, επιβαρύνοντας τόσο την ρωσική Gazprom όσο και τους Γερμανούς και λοιπούς Ευρωπαίους εταίρους της.
Ακόμη περισσότερο καθώς, για τις επόμενες τρεις δεκαετίες τουλάχιστον, ο αγωγός υπηρετεί τα στρατηγικά ενεργειακά συμφέροντα της Γερμανίας. Κάτι που κάνει διασφαλίζοντάς της μια σταθερή τροφοδοσία του δικτύου και την όσο το δυνατόν πιο ομαλή μετάβαση στην «πράσινη» οικονομία και το μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα.
Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι τα εμπόδια που έχουν απομείνει, λίγο πριν την τελευταία «στροφή», θα είναι εύκολο να ξεπεραστούν. Ειδικά καθώς, πλέον, η προέλευσή τους είναι πρωτίστως πολιτική. Έχει να κάνει δε τόσο με τις ισορροπίες στους κόλπους της νέας γερμανικής κυβέρνησης όσο και με εκείνες ανάμεσα στη Γερμανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Σολτς και οι εταίροι του
Για την ώρα, πάντως, στο Βερολίνο ουδείς δείχνει να θέλει να τραβήξει την κατάσταση στα άκρα. Πέραν του Σολτς, ο οποίος είναι προφανές ότι στηρίζει τον αγωγό και τη λειτουργία του (έστω κι αν δεν το δείχνει, για ευνόητους λόγους), το ίδιο ισχύει για τον Κρίστιαν Λίντνερ και τους Αναλένα Μπέρμποκ και Ρόμπερτ Χάμπεκ.
Ο πρώτος, που ετοιμάζεται να αναλάβει το υπουργείο Οικονομικών, διεμήνυσε ουσιαστικά προς τη Μόσχα ότι δεν θα εμποδίσει τελικώς τη λειτουργία του αγωγού εάν τηρηθεί μία προϋπόθεση: Αυτός να μην χρησιμοποιηθεί ως πιόνι στη γεωπολιτική σκακιέρα, για άσκηση πίεσης και εκβιασμού προς τις «ενδιάμεσες χώρες», όπως είναι η Ουκρανία. Να τηρηθούν, με άλλα λόγια, οι όροι της σχετικής συμφωνίας που υπέγραψες η Ανγκελα Μέρκελ με τον Τζο Μπάιντεν το καλοκαίρι.
«Τα συμφέροντα των εταίρων και φίλων μας στην ανατολική Ευρώπη, όσον αφορά στην ασφάλειά τους, όπως και η προάσπιση των λαϊκών δικαιωμάτων, προηγούνται σε περίπτωση που τεθεί τέτοιο δίλημμα», είπε χαρακτηριστικά ο φιλελεύθερος πολιτικός, μιλώντας στην γερμανική εφημερίδα FAZ.
Όσο για το ηγετικό δίδυμο των Πρασίνων, παρά το γεγονός ότι έχουν επανειλημμένως εκφράσει την αντίθεσή τους με τον Nord Stream 2, ενώ έχουν προαναγγείλει και πιο σκληρή πολιτική έναντι Ρωσίας και Κίνας, ουδόλως είναι βέβαιο ότι θα φτάσουν στο σημείο να προβάλλουν βέτο, διακινδυνεύοντας τόσο τη συνοχή του συνασπισμού όσο και τις σχέσεις με τις ΗΠΑ. Άλλωστε, οι Πράσινοι έχουν αποδείξει ότι από τη στιγμή που εισέρχονται στην κυβέρνηση, μπορούν να βάζουν «νερό στο κρασί» τους και να τηρούν υπεύθυνη στάση.
Το «αγκάθι» του Μπάιντεν
Πρακτικά, λοιπόν, το μεγαλύτερο πρόβλημα φαίνεται ότι το έχει ο Μπάιντεν, εξαιτίας τόσο των Ρεπουμπλικάνων όσο και ορισμένων Δημοκρατικών που απαιτούν ο Nord Stream 2 να μην λειτουργήσει, όποιο κι αν είναι το κόστος, με επιχείρημα ότι τότε η Ευρώπη θα καταστεί οριστικά όμηρους του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Φυσικά, ο πρόεδρος των ΗΠΑ δεν έχει τη νομική δυνατότητα να εμποδίσει τη λειτουργία του, καθώς αυτό είναι ένα θέμα που αφορά την ΕΕ. Ωστόσο, οι αμερικανικές κυρώσεις έχουν επανειλημμένως αποδειχθεί εξαιρετικά ισχυρό όπλο. Θα επιλέξει – ή θα αναγκαστεί – λοιπόν, ο Μπάιντεν να τις χρησιμοποιήσει, διακινδυνεύοντας μια ρήξη με τη Γερμανία και άλλους Ευρωπαίους;
Μάλλον δύσκολο. Ανταλλάγματα, όμως, θα ζητήσει σίγουρα από τον Πούτιν, με τον οποίο αναμένεται να συνομιλήσει τις επόμενες ημέρες. Όπως και ο Σολτς. Να μία ακόμη ενδιαφέρουσα πλευρά των εξελίξεων στην Ουκρανία.
Πηγή ot.gr